Distribution of scorpions in the central and eastern Mediterranean region and preliminary results on the ecology of the scoprions of Crete

 
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :

Αποθετήριο :
E-Locus Ιδρυματικό Καταθετήριο
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
κοινοποιήστε το τεκμήριο




1998 (EL)

Κατανομή των σκορπιών στην κεντρική και ανατολική Μεσόγειο και στοιχεία οικολογίας των σκορπιών της Κρήτης
Distribution of scorpions in the central and eastern Mediterranean region and preliminary results on the ecology of the scoprions of Crete

Στάθη, Ιάσμη
Stathi, Iasmi

Μυλωνάς, Μωυσής

Σκοπός της μελέτης ήταν η διερεύνηση των κατανομών των σκορπιών στην ευρύτερη περιοχή της κεντρικής και ανατολικής Μεσογείου καθώς και η ανάλυση των φαινολογιών και της δομής των βιοκοινοτήτων των σκορπιών της Κρήτης και της Γαύδου. Για την προσέγγιση των κατανομών επιλέχθηκε η περιοχή της κεντρικής και ανατολικής Μεσογείου από τον άξονα Ιταλία-Τυνησία έως τον άξονα που περνάει από τον Καύκασο διότι: ¨ στην περιοχή αυτή ανήκει η Ελλάδα και οι γύρω από αυτήν περιοχές ¨ έχει έντονη γεωλογική ιστορία ¨ περιέχει πολλές οικολογικά απομονωμένες περιοχές (νησιά, ψηλά βουνά, ερήμους) ¨ βρίσκεται στο όριο τριών ηπείρων ¨ είναι πολύ λίγο μελετημένη Χρησιμοποιήθηκαν βιβλιογραφικά δεδομένα, πρωτογενή στοιχεία που συλλέχθηκαν από τις ερευνητικές αποστολές του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης και δείγματα του Ζωολογικού Μουσείου του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς και δείγματα που είχαν συλλεχθεί στα πλαίσια διδακτορικών, μεταπτυχιακών ή διπλωματικών εργασιών. Για κάθε ένα από τα 43 είδη και υποείδη που καταγράφονται παρουσιάζονται τα συνώνυμα του είδους, οι συγκεκριμένες περιοχές κατανομής καθώς και χάρτες κατανομής τους. Οι οικογένειες που συναντώνται στην περιοχή αυτή είναι οι εξής: Buthidae, Scorpionidae, Diplocentridae, Chactidae και Iuridae. Στην Ελλάδα υπάρχουν 7 είδη: Mesobuthus gibbosus, Iurus dufoureius, Iurus asiaticus, Paraiurus nordmanni, Euscorpius carpathicus, Euscorpius italicus και Euscorpius mingrelicus. Στις οικογένειες Buthidae και Scorpionidae φαίνεται να κυριαρχεί το παλαιοερημικό στοιχείο, ενώ στις Diplocentridae και Chactidae το παλαιαρκτικό. Η κατανομή της οικογένειας Iuridae αποτελεί ιδιάζουσα περίπτωση που χρειάζεται περισσότερη μελέτη, αν και μάλλον φαίνεται να ακολουθεί επίσης το παλαιαρκτικό πρότυπο. Οι κατανομές των ειδών έχουν επηρεαστεί ιδιαίτερα από τη γεωλογική ιστορία της περιοχής. Εξάλλου, υπάρχουν είδη ξηρόφιλα (Mesobuthus gibbosus) ή υγρόφιλα (Iurus dufoureius, Euscorpius italicus), είδη που αντέχουν σε χαμηλές θερμοκρασίες (Euscorpius germanus, Euscorpius mingrelicus, Euscorpius carpathicus), είδη που ζουν σε άμεση επαφή με πέτρες ή βράχους (π.χ. Euscorpius carpathicus), σε στοές στο έδαφος (π.χ. Iurus dufoureius), σε φυλλοστρωμνή ή σε κορμούς δέντρων (π.χ. Euscorpius mingrelicus). Προφανώς οι διαφορετικές οικολογικές απαιτήσεις των διαφορετικών ειδών ορίζουν και τα όρια εξάπλωσης των κατανομών τους. Για τη μελέτη των φαινολογιών και της δομής των βιοκοινοτήτων των σκορπιών της Κρήτης και της Γαύδου χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από μηνιαίες και διμηνιαίες δειγματοληψίες στην Κρήτη και από εποχιακές δειγματοληψίες στη Γαύδο που έγιναν με παγίδες εδάφους (pitfall traps). Επιλέχθηκαν συνολικά 20 σταθμοί: από ανατολική και δυτική Κρήτη, από τέσσερα υψόμετρα των Λευκών Ορέων (800 m, 1200 m, 1650 m, 2100 m) και από τη Γαύδο. Μελετήθηκε η συνύπαρξη των ειδών και η φαινολογία των αρσενικών και θηλυκών του κάθε είδους καθώς και η επιλογή του βιοτόπου από κάθε είδος. Στην Κρήτη υπάρχουν τρία είδη (Mesobuthus gibbosus, Euscorpius carpathicus και Iurus dufoureius), ενώ στη Γαύδο δύο (Mesobuthus gibbosus και Euscorpius carpathicus). Τα συμπεράσματα που βγήκαν από τη μελέτη αυτή είναι τα ακόλουθα: Το E. carpathicus είναι περισσότερο υγρόφιλο από το M. gibbosus, επομένως επικρατεί έναντι του δεύτερου στις υγρότερες περιοχές. Η αντοχή του σε χαμηλότερες θερμοκρασίες το καθιστά ικανό να εποικίσει μεγάλα υψόμετρα (1600 m και 2100 m στα Λευκά Όρη) και να μετατοπίσει την εποχή της μέγιστης δραστηριότητάς του κατά τους φθινοπωρινούς μήνες, αντιμετωπίζοντας έτσι πιθανό ανταγωνισμό και θήρευση από το μεγαλύτερο και επιθετικότερο M. gibbosus. Το M. gibbosus είναι καθαρά θερμόφιλο και ξηρόφιλο ζώο, βρίσκεται σε μεγάλες πυκνότητες τόσο στην Κρήτη όσο και στη Γαύδο και δραστηριοποιείται το καλοκαίρι. Το I. dufoureius προτιμά αρκετά υγρούς και με πυκνή βλάστηση βιότοπους. Η χαμηλές τιμές της αφθονίας-κινητικότητάς του δε δείχνουν απαραίτητα ότι το ζώο έχει πολύ μικρούς πληθυσμούς, αλλά θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελούν ένδειξη ότι οι περισσότερες δραστηριότητές του εξελίσσονται μακριά από την επιφάνεια του εδάφους. Για όλα τα είδη, η αναπαραγωγική περίοδος σηματοδοτείται από τη μέγιστη κινητικότητα των αρσενικών, τα οποία εμφανίζονται στην επιφάνεια του εδάφους ψάχνοντας για ταίρι. Η περίοδος κυοφορίας των θηλυκών και γέννησης των μικρών φαίνεται να κυμαίνεται ανάμεσα στα είδη. (EL)
The aim of this study was to investigate the distribution of the scorpions in the central and eastern Mediterranean region and to analyse the phenologies and the community structure of the scorpions of Crete and Gavdos. For the study of the distributions, the area studied was the Mediterranean region from Italy and Tunisia to Caucasus and western Middle East. It was selected for several reasons: ¨ Greece and adjacent countries belong to this area ¨ It has complex geological history ¨ It is comprised by many ecologically isolated areas (islands, high mountains, deserts) ¨ It is located at the borders of three continents (Africa, Asia, Europe) ¨ Few previous studies have been made The data for this approach came from literature, from the Natural History Museum of Crete, from the Zoological Museum of the University of Athens, from samples collected for Ph. D or M. Sc. Theses and from personal samplings. For each of the 43 species recorded, the synonyms, the specific sites as well as maps of their distribution are cited. Buthidae, Scorpionidae, Diplocentridae, Chactidae and Iuridae are the families that are found in this region. In Greece there are 7 species: Mesobuthus gibbosus (Buthidae), Iurus dufoureius, Iurus asiaticus and Paraiurus nordmanni (Iuridae), Euscorpius carpathicus, Euscorpius italicus and Euscorpius mingrelicus (Chactidae). The Paleoeremic zoogeographic element seems to dominate in the families Buthidae and Scorpionidae, while the Palaearctic dominates in the Diplocentridae and Chactidae. The family Iuridae is a special case, which needs more study, although it also seems to be of Palearctic character. The distribution of the species of those families has been particularly affected by the geological history of the area, while the borders of their distributions are defined by their different ecological demands. For the phenological analysis of the scorpiofauna of Crete and Gavdos, data from monthly or every two months samplings on Crete and from seasonal samplings in Gavdos were used. 20 sites were studied in total: four different altitudes on the White Mountains (Crete) (800 m, 1200 m, 1650 m and 2100 m), seven from western Crete, one from eastern Crete and eight from Gavdos. The biotope selection and the co-existence of the species as well as the phenology of males and females of each species were studied. The results from this study were the following: There are three species in Crete (Euscorpius carpahicus, Mesobuthus gibbosus and Iurus dufoureius) and two (Euscorpius carpathicus and Iurus dufoureius) in Gavdos. E. carpathicus is more hydrophilic than M. gibbosus, so E. carpathicus appears in higher densities in wetter places. Moreover, due to its cold hardiness, it can survive at high altitudes (1650 m and 2100 m) and shift its activity towards autumn. By this adaptation, it probably avoids the bigger and more aggresive M. gibbosus, which might prey on it. M. gibbosus is thermophylic and xerophylic, it appears in high densities in, both, Crete and Gavdos and the peak of its activity is in summer. I. dufoureius prefers rather wet biotops with dense vegetation. Its activity is very limited, which means either that its population is very small or that it is an obligate fossorial animal that comes on the surface of the ground very rarely. The reproductive period of all the species is signaled by the peak of the activity of the males, which come on the surface searching for a mate. The gestation and the birth periods seem to vary among the species. (EN)

text
Τύπος Εργασίας--Μεταπτυχιακές εργασίες ειδίκευσης


Ελληνική γλώσσα

1998-11-19
1998-12-23


Σχολή/Τμήμα--Σχολή Θετικών και Τεχνολογικών Επιστημών--Τμήμα Βιολογίας--Μεταπτυχιακές εργασίες ειδίκευσης




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.