Ερευνητικό ερέθισµα: Βάσει στοιχείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης το ποσοστό υπέρβαρων και παχύσαρκων Ελλήνων µαζί ξεπερνά το 67% (www.iaso.org).
Mεγάλες µελέτες όπως η CARDIA, η NHANES, οργανισµοί όπως το National Dairy
Council και ερευνητές όπως ο Zemel έχουν αναφερθεί στην -anti-obesity- επίδραση του ασβεστίου. Υποστηρίζεται πως το ασβέστιο, εκτός των άλλων ευεργετικών
δράσεών του, πιθανόν να διαδραµατίζει σηµαντικό ρόλο στον έλεγχο του σωµατικού βάρους.
Σκοπός: Η διερεύνηση των πηγών ασβεστίου στη διατροφή αγροτικού πληθυσµού της Κρήτης, η µελέτη της επάρκειας πρόσληψης του ασβεστίου από το συγκεκριµένο
πληθυσµό, καθώς και η διερεύνηση της πιθανής σχέσης του ασβεστίου µε δείκτες παχυσαρκίας.
Μεθοδολογία: Η εργασία ήταν µέρος διατµηµατικής έρευνας σε αγροτικό πληθυσµό
της περιοχής της Μεσαράς του Ν. Ηρακλείου Κρήτης για τη διερεύνηση του επιπέδου
υγείας και της παρουσίας χρόνιων νοσηµάτων στον πληθυσµό. Συµµετείχαν 243
άτοµα, 114 άνδρες και 129 γυναίκες (ηλικίας 18-77 ετών). Η αξιολόγηση της
διατροφής του πληθυσµού έγινε µε 3ήµερη διαιτολογική καταγραφή ηµερολογίου. Ο
ρυθµός ανταπόκρισης στην έρευνα ήταν 91,4%.
Αποτελέσµατα: Ο µέσος ΔΜΣ των ανδρών ήταν 28,5 Kg/m2 (Τ.Α.=3,64) και των γυναικών 29,6 Kg/m2 (Τ.Α.=5,47). Το 83,1% του συνόλου ήταν υπέρβαροι ή/και
παχύσαρκοι. (Βρέθηκε ότι το 50,9% των ανδρών ήταν υπέρβαροι και το 34,2%
παχύσαρκοι. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τις γυναίκες ήταν 37,2% και 44,2%).
Η µέση ηµερήσια πρόσληψη ασβεστίου ήταν 713 mg (T.A=332). Το 56,8% των
συµµετεχόντων είχαν ανεπαρκή πρόσληψη ασβεστίου, δηλαδή τo 50% των ανδρών
και το 62,8% των γυναικών. Οι άνδρες προσλάµβαναν περισσότερο ασβέστιο κατά
µέσο όρο ηµερησίως (p= 0,003). H µέση πρόσληψη ασβεστίου δεν διέφερε ανάλογα
µε την ηλικία ή την οικογενειακή κατάσταση, αλλά διέφερε ανάλογα µε το επίπεδο
εκπαίδευσης (p=0,020). Οι καπνιστές κατανάλωναν περισσότερο ασβέστιο κατά
µέσο όρο από τους µη (p=0,019) και όσοι νηστεύουν «συχνά» περισσότερο από όσους νηστεύουν «σπάνια» (p=0,001). Το 30% του διαιτητκού ασβεστίου του
συνόλου των συµµετεχόντων προερχόταν από γαλακτοκοµικές πηγές. Το ποσοστό
ασβεστίου από γαλακτοκοµικές πηγές ήταν αυξηµένο σε όσους λάµβαναν µεγάλη
ποσότητα ασβεστίου συνολικά (p<0,001), ανεξαρτήτως του φύλου. Το
προσλαµβανόµενο ασβέστιο βρέθηκε να σχετίζεται θετικά µε το λίπος, το % ενέργειας από το λίπος και το είδος του λίπους. Μικρή ήταν η λήψη συµπληρωµάτων ασβεστίου (3,7% επί του συνόλου και 42,9% επί όσων λαµβάνουν κάποιο συµπλήρωµα) και διαφέρει ανάλογα το φύλο (p= 0,004), δηλαδή οι γυναίκες
λαµβάνουν πιο συχνά συµπληρώµατα και δει ασβεστίου.
H συσχετίση της πρόσληψης ασβεστίου µε δείκτες παχυσαρκίας και λιπίδια ορού δεν
ήταν σηµαντική, αλλά όταν το ασβέστιο εκφράστηκε ως προς την ενεργειακή
πρόσληψη (ασβέστιο/ ενέργεια) συσχετίστηκε θετικά µε το ποσοστό της λιπώδους
µάζας (p = 0,035). Τα παχύσαρκα άτοµα δε διέφεραν ως προς τη µέση κατανάλωση
ασβεστίου ή τη µέση κατανάλωση γάλακτος & κρεµών σε σχέση µε τα άτοµα
κανονικού βάρους. Η µέση κατανάλωση τυριών όµως ήταν αυξηµένη στην οµάδα
των ατόµων κανονικού βάρους σε σχέση µε τα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτοµα (p=0,009).
Συµπεράσµατα: Η σηµασία της παρούσας µελέτης έγκειται στην εκτίµηση του επιπέδου κάλυψης του συγκεκριµένου πληθυσµού σε ασβέστιο, των πηγών
προέλευσης του ασβεστίου στη διατροφή του πληθυσµού, καθώς και των παραγόντων που την επηρρεάζουν. Ανησυχητικός ήταν ο µεγάλος βαθµός ανεπαρκούς λήψης ασβεστίου από µεγάλο ποσοστό του πληθυσµού. Ελάχιστα
αποτελέσµατα κατέδειξαν την πιθανή σύνδεση της πρόσληψης διαιτητικού ασβεστίου
µε δείκτες παχυσαρκίας (ασβέστιο/ενέργεια µε % λιπώδους µάζας), ενώ τα
περισσότερα δεν στηρίζουν την αρχική υπόθεση πως η αυξηµένη πρόσληψη
ασβεστίου σχετίζεται µε χαµηλούς δείκτες παχυσαρκίας. Σίγουρα µένουν αναπάντητα
ερωτήµατα που χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση, ωστόσο η µελέτη αποτελεί σηµείο αναφοράς στα χέρια των επιστηµόνων υγείας.
(EL)
Bibliografical Research: According to evidence of the European Union, the
percentange of overweight and obesity Greek population comes up to 67% (www.iaso.org). Intensive studies like the CARDIA, the NHANES, organisations like the National Dairy Council and researchers like Zemel have referred to the antiobesity
impact of calcium. It is hypothesized that calcium, besides other, might play important role in weight control.
Aim: To investigate the sources of calcium in the diet of the rural Cretan population, to find whether people have sufficient or inadequate calcium intakes and to explore a
possible relationship between calcium and obesity factors.
Method: The research was a part of a cross-sectional study in a rural population of
Messara at Heraklion of Crete in order to investigate the health status and the
presence of cronic diseases among the population. The sample accounted for 243
participants (114 male and 129 female) age (18-77 year) who completed a 3-day diet
record . The response rate was 91,4%.
Results: Men had BMI 28,5 Kg/m2 (SD=3,64) and women had BMI 29,6 Kg/m2
(SD=5,47). 83,1% of the total population were overweight and obese, which means
that 50,9% of men were overweight and 34,2% were obese. For women the
percentages were 37,2% and 44,2% respectively.
The mean average daily calcium intake was 713 mg (SD = 332). 56,8% of
participants, that is 50% of male and 62,8% of female, had inadequate calcium
intake. Men received in average more calcium daily (p= 0,003). The mean average
calcium intake was not affected by age or by merital status of population. It was
related however to the educational level of population (p= 0,020). Smokers had
more calcium than did non smokers (p= 0,019). Also those who followed fasting
«often» took more calcium than those who followed fasting «rarely» (p= 0,001). 30% of dietary calcium of the total came by milk sources. People who had high calcium
intake totally, had high consumption of milk sources (p<0,001) too. Dietary sources
of calcium were not connected to sex. The calcium was related to fat, % of energy
from fat and to the kind of fat eaten. People had low prevalence of intake of Ca
supplements Ca (3,7% of total population and 42,9% of those who took any
supplement). Prevalence of supplements was affected by gender (p= 0,004), which
means that women took more often supplements and especially calcium.
The correlation of calcium intake to obesity factors and serum lipids level was not of
statistical significance. The ratio Ca/Kcal was positively correlated to % LS (p=
0,035). When obese people where compared to normalweight, they did not differ in
calcium intake or in the consumtion of milk & cream products. Obese people differ in
the intake of foods from cheese food group. The relationship was normal> obese>
overweight (p= 0,009).
Conclusions: The present study is important because it revealed the insufficience
in calcium intake of the specific population. It enlighted in the main sources of dietary
calcium intake of the population and to the factors that affect this intake. The findings
were alarming. Indeed the high degree of inadequate intake of calcium was worring.
There was some results supporting the possible relationship between dietary calcium
intake and obesity factors. On the contrary, most results did not support the first
hypothesis which reffered as the higher calcium intakes were connected to the lower
obesity markers. However there are still some questions that have not yet been
answered. Those need further research.
(EN)