Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα σημειώθηκαν μεγάλες κατακτήσεις σε
πολλούς τομείς. Ευτυχώς, μέσα σ’ αυτές κατατάσσονται και οι κοινωνικές αλλαγές,
όπως ο εκδημοκρατισμός της κοινωνίας, ο σεβασμός και η ισοτιμία των ανθρωπίνων
και πολιτικών δικαιωμάτων και η απάλειψη των κοινωνικών διαφορών και
προκαταλήψεων. Όλα αυτά έγιναν, όχι χάρη σ’ έναν αυτόματο πιλότο, αλλά μετά από
μεγάλες και επίπονες προσπάθειες τόσο της επιστημονικής κοινότητας, προπαντός σε
τομείς που σχετίζονται με τις Πολιτικές, τις Παιδαγωγικές, τις Οικονομικές
Επιστήμες, την Κοινωνιολογία, την Ψυχολογία και αλλού, όσο και των κοινωνικών
κινημάτων.
Αυτές οι πιέσεις είχαν ως αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση των αντιλήψεων για
τα άτομα με δυσκολίες σωματικές, διανοητικές, ψυχολογικές, συναισθηματικές,
συμπεριφοράς και άλλων μαθησιακών δυσκολιών. Δημιουργήθηκε έτσι η ανάγκη
τέτοιων εκπαιδευτικών πολιτικών, που να μην έχει θέση η ιδρυματική περίθαλψη
και η περιθωριοποίηση αυτών των παιδιών.
Κυριαρχεί, τουλάχιστον στις χώρες της Δύσης, μια νέα εκπαιδευτική
φιλοσοφία, αυτή της συνεκπαίδευσης, που αναφέρεται στο δικαίωμα της εκπαίδευσης
όλων των παιδιών μέσα σ’ «ένα σχολείο για όλους» που θα κατανοεί τις
ιδιαιτερότητές τους, θα βοηθά τη μάθησή τους και θα ανταποκρίνεται με κάθε τρόπο
στις ατομικές τους ανάγκες. Αντιλαμβανόμαστε όμως πως αυτή η πορεία δεν είναι
εύκολη και τα σημάδια προόδου είναι περιορισμένα στις περισσότερες χώρες. Πρέπει
να ‘σπάσουν’ προκαταλήψεις, στερεότυπα και προσεγγίσεις εκπαιδευτικές, που έχουν
ριζώσει βαθιά μέσα στις ανθρώπινες κοινωνίες ανά τους αιώνες. Στη φάση αυτής της
προσπάθειας, δεν έχουν θέση οι απογοητεύσεις και η απελπισία.
4
Οι έρευνες έδειξαν ότι όπου έχει γίνει μια τέτοια προσπάθεια, τα
αποτελέσματα ήταν θεαματικά τόσο για τα παιδιά με και χωρίς δυσκολίες όσο και
για την ευρύτερη κοινωνία. Συνεπώς κύριο μέλημα των εμπλεκόμενων είναι να μην
εγκαταλείψουν την προσπάθεια.
Η εργασία αυτή θα επιχειρήσει να αναδείξει τις εκπαιδευτικές πολιτικές που
εφαρμόστηκαν διαχρονικά, τις στάσεις και αντιλήψεις που κυριαρχούσαν σε κάθε
περίοδο και θα φτάσει στους σημερινούς προβληματισμούς, στο αίτημα των καιρών
για συνεκπαίδευση. Θα απαριθμήσει τους παράγοντες που διευκολύνουν ή
εμποδίζουν την πλήρη ένταξη και θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η «από κοινού
εκπαίδευση» αφορά όλους τους πολίτες.
Σίγουρα, όπως πολλές φορές θα επισημανθεί, δεν είναι μια εύκολη υπόθεση
και η υλοποίησή της απαιτεί τη συνεργασία πολλών συναρμόδιων φορέων και
προσώπων.
(EL)