Σκοπός: Η ανάπτυξη και αξιολόγηση μιας νέας μεθόδου, βασισμένη στην θεωρία της στατιστικής εντροπίας. Η προτεινόμενη μέθοδος, προσπαθεί να επιτύχει την αντικειμενική αξιολόγηση των χαρακτηριστικών της βάδισης των υγιών αθλητών ποδοσφαίρου, καθώς και των ασθενών με οξεία μεμονωμένη ρήξη του ΠΧΣ, εκτιμώντας παράλληλα σε αυτούς και την μετεγχειρητική τους αποκατάσταση.
Μέθοδοι: Αρχικά, συμπληρώθηκε το ιατρικό ιστορικό, έγινε η αναγκαία κλινική εξέταση και ειδικά για τους ασθενείς με την ρήξη του ΠΧΣ, συμπληρώθηκαν τα ερωτηματολόγια VAS, Oswestry και IKDC. Για τις μετρήσεις της βάδισης, χρησιμοποιήθηκε ένας αισθητήρας επιτάχυνσης τριών αξόνων, ενσωματωμένος σε ειδική διάταξη, η οποία προσαρμόζεται επί του εξεταζόμενου. Το σήμα της επιτάχυνσης επεξεργάστηκε με κατάλληλο λογισμικό και υπολογίστηκε η στατιστική εντροπία του σήματος. Η διάταξη της μέτρησης, τοποθετήθηκε πλησίον του κέντρου βάρους του σώματος των εξεταζομένων. Οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν με ελεύθερη ταχύτητα βάδισης, για μεν τους αθλητές στο γήπεδο προπόνησης τους και για τους ασθενείς με ρήξη του ΠΧΣ σε εσωτερικό χώρο νοσοκομείου με επαρκή μήκος διαδρόμου.
Στην πρώτη μελέτη συμμετείχαν υγιείς άρρενες αθλητές ποδοσφαίρου (Ν=175), οι οποίοι συμμετείχαν κανονικά στις αγωνιστικές υποχρεώσεις των ομάδων τους. Αποκλείσθηκαν όσοι εξεταζόμενοι έπασχαν από οποιαδήποτε μυοσκελετική ή νευρολογική πάθηση ή από τραυματισμό και έτσι συνολικά στην μελέτη συμπεριλήφθηκαν 133 άτομα. Καταγράφηκαν τα κύρια σωματομετρικά στοιχεία τους, ενώ αξιολογήθηκε και το επίπεδο προπόνησης τους και έγινε συσχέτιση αυτών, με την εντροπία βάδισης.
Σκοπός της δεύτερης μελέτης, ήταν η σύγκριση υγιών αρρένων αθλητών, με τραυματίες με οξεία ρήξη πρόσθιου χιαστού συνδέσμου, με τη χρήση της μεθόδου. Δημιουργήθηκαν δύο ομάδες εξεταζομένων. Το δείγμα τραυματιών αποτελούνταν από τραυματίες με οξεία ρήξη πρόσθιου χιαστού συνδέσμου (Ν=20, άνδρες), ενώ το δείγμα ελέγχου αποτελούνταν από υγιείς (Ν=20, άνδρες). Αποκλείσθηκαν όσοι εξεταζόμενοι έπασχαν από οποιαδήποτε άλλη μυοσκελετική ή νευρομυϊκή πάθηση ή τραυματισμό. Η ROC ανάλυση χρησιμοποιήθηκε για να εκτιμήσει την διαγνωστική ικανότητα της μεθόδου.
Στόχος της τρίτης μελέτης, ήταν η αξιολόγηση της ικανότητας της μεθόδου να πραγματοποιεί μετεγχειρητική εκτίμηση των ασθενών με ρήξη του ΠΧΣ. Το δείγμα μελέτης ήταν το ίδιο με την δεύτερη μελέτη. Οι προεγχειρητικές μετρήσεις έγιναν δύο μέρες πριν την χειρουργική επέμβαση. Οι μετεγχειρητικές μετρήσεις έγιναν έξι (6) μήνες περίπου μετά την χειρουργική επέμβαση. Χρησιμοποιήθηκε στατιστική ανάλυση με ANOVA επαναλαμβανόμενων μετρήσεων, για να διαπιστωθεί πιθανή στατιστικά σημαντική επίδραση της χειρουργικής αντιμετώπισης στην τιμή της εντροπίας. Σε αντίστοιχη περίπτωση, τα αποτελέσματα επιβεβαιώθηκαν με ανάλυση post hoc Bonferroni.
Αποτελέσματα: Για την πρώτη μελέτη, υπήρχε συσχέτιση μεταξύ της εντροπίας βάδισης στον κατακόρυφο άξονα κίνησης και των ωρών προπόνησης ανά εβδομάδα, της εντροπίας του προσθιοπίσθιου άξονα κίνησης και του ύψους, της εντροπίας στον πλαγιοπλάγιο άξονα και της διαφοράς στην περίμετρο του μηρού, στον προσθιοπίσθιο άξονα και την περίμετρο της ΑΡ και ΔΕ γαστροκνημίας και τέλος ειδικά για τον πληθυσμό που είχε πλατυποδία και ραιβό γόνυ υπήρξε συσχέτιση με την εντροπία στον κατακόρυφο άξονα.
Στην δεύτερη μελέτη, διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των τιμών εντροπίας υγιών και τραυματιών ως προς τον πλάγιο άξονα της βάδισης (p<0.0001). Για τον πλάγιο άξονα της βάδισης, από την ROC ανάλυση προκύπτει 90.0% πιθανότητα αληθούς αναγνώρισης ασθενών (ευαισθησίας) και 85.0% πιθανότητα αληθούς αναγνώρισης υγιών (ειδικότητα). Η προτεινόμενη μέθοδος έχει 95.6% πιθανότητα διαχωρισμού υγιών από τραυματίες με οξεία ρήξη πρόσθιου χιαστού συνδέσμου. Ο θετικός (PLR) και αρνητικός (NLR) λόγος πιθανοφάνειας είναι 6.0 και 0.17, αντιστοίχως. Οι τιμές των λόγων πιθανοφάνειας αποτελούν ένδειξη ότι η προτεινόμενη διαγνωστική μέθοδος έχει ισχυρή διαγνωστική ικανότητα.
Στη τρίτη μελέτη, η στατιστική ανάλυση με ANOVA επαναλαμβανόμενων μετρήσεων διαπίστωσε στατιστικά σημαντική μείωση της τιμής της εντροπίας μετεγχειρητικά (p<0.001) τόσο για τον πλαγιοπλάγιο, όσο και για τον προσθιοπίσθιο άξονα κίνησης. Ανάλογη ήταν και η βελτίωση των τιμών των ερωτηματολογίων VAS, Oswestry και IKDC προ και μετά του χειρουργείου.
Συμπεράσματα: Από τα παραπάνω αποτελέσματα, προκύπτει ότι η μέθοδος μπορεί να πραγματοποιήσει αντικειμενική και ποσοτική εκτίμηση των χαρακτηριστικών της βάδισης των υγιών αρρένων αθλητών ποδοσφαίρου. Επίσης μπορεί να πραγματοποιήσει ποσοτική εκτίμηση της βάδισης τραυματιών με οξεία ρήξη πρόσθιου χιαστού συνδέσμου. Επίσης, η προτεινόμενη μέθοδος είναι μη επεμβατική, χαμηλού κόστους, δεν επιβαρύνει τον εξεταζόμενο με ακτινοβολία και χρειάζεται ελάχιστο χρόνο μέτρησης και επεξεργασίας των αποτελεσμάτων.
(EL)
Aim: Development and evaluation of a new method based on theory of
statistical entropy. The new method is going to permit an objective and
quantitative evaluation of the gait characteristics in healthy male soccer
athletes in correlation with their body features. It will also permit an objective
and quantitative evaluation of the gait variability of patients with acute and
isolated Anterior Cruciate Ligament (ACL) rupture and will be useful for the
evaluation of responses to surgical treatment in these subjects.
Methods: Prior to gait measurement, there was a history
complementation form and a clinical evaluation form to be filled. A tri-axial
accelerometer sensor was used for the gait measurement and entropy
algorithm was used for accelerometer data analysis. The measurement
device measured the approximate gait acceleration of the centre of gravity
(COG) of the subject body. All subjects were instructed to walk along a 40 m
straight hospital level walkway at a self-selected walking speed.
The group participated at the first study was consisted of 175 healthy
soccer atheletes which participated in their athletic club obligations. There
were excluded subjects with musculoskeletal and/or neurological problems. At
the end 133 subjects were included in the study. Basic somatometric features
as well as the level of their training were recorded.
The objective of the second study was to compare the gait variability of
patients with excessive anterior cruciate ligament (ACL) deficiency
(experimental group) with that of healthy individuals (control group) using the
proposed method. The experimental group consisted of 20 men with an ACL
tear and the control group consisted of 20 healthy men without any
neurological and/or musculoskeletal pathology or injury. A receiver operating
characteristic (ROC) analysis was used to assess the diagnostic value of the
method.
The objective of the third study was to assess the gait variability of acl
deficient patients and to evaluate quantitatively its postoperative progression.
119
The same group were measured before and after surgery. Preoperative
measurements were performed 2 days before surgery. Postoperative
measurements were performed 6 months after surgery. Repeated measures
analysis of variance (ANOVA) was used to test whether there was a
significant surgery effect on entropy at 6 months postoperatively. In the case
of a statistically significant finding, post hoc Bonferroni adjusted tests were
needed to pinpoint differences.
Results: For the first study, the method was sufficient for evaluating
healthy soccer subjects concerning their body parameters. There was a
correlation between entropy in vertical axis and hours of training per week,
between entropy of anteroposterior axis and height, entropy of mediolateral
axis and difference of thigh circumference, entropy of anteroposterior axis and
circumference of tibia (right and left) and finally for the subgroup having
flatfoot with genou varous there was a correlation with the vertical axis.
In the second study, the entropy index of the experimental group in the
medio–lateral axis, but not the anterior–posterior axis, was statistically
significantly higher (P&λτ0.0001) than that of the control group. For the medio–
lateral axis, the ROC analysis estimated a 90% probability for the correct
identification of patients (sensitivity) and an 85% probability for the correct
identification of healthy subjects (specificity). According to the ROC analysis,
the entropy index had a 95.6% probability for distinguishing between ACL
patients and healthy subjects. The positive likelihood ratio (PLR) was 6.0 and
the negative likelihood ratio (NLR) was 0.17. Thus, the LR values of gait
variability suggested that the method has strong diagnostic value for using the
medio–lateral axis data.
In the third study, repeated measures ANOVA revealed that there was a
statistical significant surgery effect (p΄&λτ0.001). The preoperative and
postoperative measurements of the acl patients’ comparison indicated a
statistically significant decrease in entropy for each patient. Post hoc
Bonferroni adjusted tests yield that there was a statistically significant
120
reduction in gait variability postoperatively. Te same improvement
postoperatively was observed concerning the VAS, Oswestry and IKDC
scores.
Conclusions: The proposed method permits an objective and quantitative
evaluation of the gait characteristics in healthy soccer subjects. It also permits
objective and quantitative evaluation of the gait characteristics in patients with
ACL rupture and evaluation of responses to surgical treatment in these
subjects. The proposed method is also painless, low-cost, non-invasive,
requires no radiation or chemicals and the objective index that corresponds to
gait irregularity may be computed instantly.
(EN)