Αναζήτηση και μελέτη των ειδικών αυτοαντισωμάτων στη διάγνωση παρακολούθηση και πρόγνωση της κοιλιοκάκης

 
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :

Αποθετήριο :
Πέργαμος
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
κοινοποιήστε το τεκμήριο




2013 (EL)

Αναζήτηση και μελέτη των ειδικών αυτοαντισωμάτων στη διάγνωση παρακολούθηση και πρόγνωση της κοιλιοκάκης

Τριγώνη Ευαγγελία (EL)

Η κοιλιοκάκη, αυτοάνοσης αρχής πολυπαραγοντική νόσος, εμφανίζεται στους ενήλικες με άτυπη συνήθως κλινική εικόνα, απαιτεί δε δια βίου δίαιτα ελεύθερη γλουτένης (ΔΕΓ), ως θεραπεία. Σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν μελέτη των ειδικών αυτοαντισωμάτων - έναντι ενδομυίου (EmA), έναντι ιστικής τρανσγλουταμινάσης (αντι-tTG) και γλιαδίνης (AGA) - στη διάγνωση, παρακολούθηση και πρόγνωση της κοιλιοκάκης σε Έλληνες ενήλικες ασθενείς. Ασθενείς-Μέθοδοι: Μελετήθηκαν: 1) 113 ασθενείς με κοιλιοκάκη, οι οποίοι χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, την ομάδα Α με 70 πρωτοδιαγνωσθέντες και την ομάδα Β με 43 ασθενείς υπό ΔΕΓ. Η παρακολούθηση των ασθενών έγινε για την ομάδα Α κατά τη χρονική στιγμή της διάγνωσης, στους 6, 12 ,24 και 36 μήνες μετά, ενώ για την ομάδα Β μια φορά κάθε έτος για τρία έτη 2) 47 άτομα, πρώτου βαθμού συγγενείς ασθενών με κοιλιοκάκη και 3) 70 άτομα (30 με φλεγμονώδη και μη φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου και 40 αιμοδότες) ως ομάδα σύγκρισης. Προσδιορίσθηκαν τα αντισώματα:α) ΕmΑ με έμμεσο ανοσοφθορισμό, β) AGA (IgA και IgG) και αντι- tTG (IgA) με ELISA. Επιπλέον, έγινε ποσοτικός προσδιορισμός των ανοσοσφαιρινών IgG, IgA και IgM και των υποτάξεων της IgG με νεφελομετρία, μέτρηση των επιπέδων αιμοσφαιρίνης (Hb) και ασβεστίου (Ca), καθώς και των τιμών της ταχύτητας καθίζησης των ερυθρών (ΤΚΕ). Αποτελέσματα: Για την ομάδα Α βρέθηκε ότι: α) τα EmΑ έχουν τη μεγαλύτερη ευαισθησία, ειδικότητα, θετική και αρνητική προγνωστική αξία στη διάγνωση της κοιλιοκάκης αλλά και σημαντικά υψηλότερη διακριτική ικανότητα σε σύγκριση με αυτή των αντι- tTG και AGA, β) όλα τα αντισώματα μειώνονται ποσοτικά και ποιοτικά στο χρόνο, ιδιαίτερα σε αυτούς που τηρούν αυστηρά τη δίαιτά τους (στατιστικά όμως σημαντική διαφορά από το πρώτο εξάμηνο, ανάλογα με την τήρηση της δίαιτας, παρατηρείται μόνο στα EmA, ενώ στον πρώτο, δεύτερο και τρίτο χρόνο, όλα τα αντισώματα έχουν προγνωστική ικανότητα), γ) καταγράφηκε σημαντική μείωση του ποσοστού των ασθενών με παθολογικές τιμές Hb στο χρόνο και ε) δε βρέθηκαν σημαντικές μεταβολές σε σχέση με το χρόνο στα επίπεδα του Ca και της ΤΚΕ. Για την ομάδα Β φαίνεται ότι δεν υπάρχει σημαντική μεταβολή στο χρόνο τόσο στις ποσοτικές και ποιοτικές μεταβολές των αντισωμάτων των ασθενών ανεξάρτητα από το βαθμό τήρησης της δίαιτας όσο και σε καμία από τις υπόλοιπες παραμέτρους που μελετήσαμε. Στις μετρήσεις των ανοσοσφαιρινών και των υποτάξεων της IgG, δε βρέθηκε σημαντική διαφορά όταν συγκρίθηκαν μεταξύ των ομάδων μελέτης, ενώ κανένα άτομο δεν είχε ΙgA ανε πάρκεια. Τέλος στο 4,2% των συγγενών πρώτου βαθμού των ασθενών με κοιλιοκάκη ανιχνεύθηκαν αντισώματα EmA. Συμπεράσματα: Τα EmΑ και αντι-tTG, είναι οι βέλτιστοι δείκτες στη διαγνωστική προσέγγιση της κοιλιοκάκης αλλά και στην παρακολούθηση της ΔΕΓ. Η εφαρμογή τους όμως εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από τις δυνατότητες και την εξειδίκευση του κάθε εργαστηρίου. (EL)
Celiac disease, a multifactorial autoimmune disorder, which has usually an atypical clinical presentation in adults, demads the lifelong observance of a gluten free diet (GFD) as the only treatment. The aim of the present thesis was the study of specific antibodies, anti- endomysium (EmA), anti-tissue transglutaminase (tTG-A) and anti-gliadin (AGA), in the diagnosis, monitoring as well as the prognosis of celiac disease in Greek adult patients. Material and Methods: The study included: 1) 113 patients with celiac disease, separated in group A with 70 newly diagnosed patients and group B with 43 patients already on a GFD. The monitoring of the patients took place for group A on the moment of the diagnosis and consequently after 6, 12, 24 and 36 months, while for group B once every year for three years 2) 47 individuals who were first degree relatives with the patients with celiac disease and 3) 70 individuals (30 patients with inflammatory and non-inflammatory disease of the intestine and 40 healthy blood donors) who constituted the comparison group. The antibodies studied were: a) EmA with indirect immunofluorescence, b) AGA (IgA and IgG) and tTG-A with ELISA. Furthermore, a quality determination took place of the immunoglobulins IgG, IgA and IgM and the subclasses of IgG with nephelometry, of the levels of haemoblogin (Hb) and calcium (Ca) as well the erythrocyte sedimentation rate (ESR). Results: In group A it was found that a) EmA had the highest sensitivity, specificity, positive and negative predictive value in the diagnosis of celiac disease. Furthermore, their descriminant ability was considerably higher in comparison to the one of AGA-A, AGA-G and tTG-A, b) all antibodies decreased in quality and quantity with time, in particular to those who observed a strict diet (statistically a considerable difference was observed, however, even from the first semester only in EmA, while in the first , second and third year all antibodies studied had a predictive capacity for the observance of GFD) d) a considerable decrease in the percentage of the patients with haemoglobin pathologic values was recorded over time, e) as much in the measurements of calcium as in the values of ESR no considerable changes were found in time. For group B there was no considerable change in time either of the patients’ antibodies and the respective percentages regardless of the compliance with GFD, or of the other parametres studied. Finally it was found that 4,2% of the first degree relatives of the patients with celiac disease were positive for EmA. Conclusions: EmA and tTG-A, are the optimum markers in the diagnostic approach of celiac disease but also in the monitoring of GFD compliance. Their application however depends, to a great deal, from the capacity and the specialization of each laboratory (EN)

born_digital_thesis
Διδακτορική Διατριβή (EL)
Doctoral Dissertation (EN)


Ελληνική γλώσσα

2013





*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.