Privity of contract and third party rights: comparative reflections in english and greek law

 
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :

Αποθετήριο :
Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
κοινοποιήστε το τεκμήριο




2010 (EL)

Η διάσπαση της αρχής της σχετικότητας των ενόχων και η σύμβαση υπέρ τρίτου: συγκριτικές παρατηρήσεις στο αγγλικό και το ελληνικό δίκαιο
Privity of contract and third party rights: comparative reflections in english and greek law

Μάνθος, Απόστολος
Manthos, Apostolos

The purpose of this dissertation is to stress dogmatic issues concerning third party rights as an exception to privity by comparing the laws of England and Greece. In this context, there is an attempt to explain the historical background against which the doctrine of privity of contract operated as well as to set out not only the objections but also the case for the doctrine of privity. The comparison stresses the contrast between Greek Civil Code (410-415) and Contracts (Rights of Third Parties) Act 1999, placing emphasis on the legal views, the case law and the laws in Greece and England. Furthermore, through the historical and comparative research the following were concluded: Privity and Consideration entrenched the “third party rule”, according to which only a person who is a party to a contract can sue on it. However, various attempts have been made by the courts to circumvent the doctrine (e.g. tort, trust). Eventually, third party rights were recognized by legislature, when Contracts (Rights of Third Parties) Act 1999 came into force on 11 November 1999. Both Greek and English law call upon freedom of contract as the basic characteristic of third party rights. However, contrary to Greek law, Contracts Act 1999 establishes a presumption in favour of the right of the third party to enforce a term which purports to be for his benefit, rebuttable by proof by the promisor that the contract as properly construed did not confer such a benefit. This solution is preferable according to the writer’s view. One further distinction concerns the “crystallization test” with regard to the right of the third party to enforce a contractual term. The Greek Civil Code lays down exclusively acceptance by the third party as “crystallization test”, while the English law poses as alternative reliance. In conclusion, irrespective of differences English law through the implementation of Contracts Act 1999 comes closely near to Greek law with regard to third party rights.
Στόχος της διατριβής είναι να αναδείξει το ζήτημα της διάσπασης της αρχής της σχετικότητας των ενοχών μέσω του θεσμού της σύμβασης υπέρ τρίτου, συγκρίνοντας τα νομικά καθεστώτα της Αγγλίας και της Ελλάδος. Στο πλαίσιο αυτό μελετάται από ιστορική σκοπιά η εξέλιξη της αρχής της privity στο αγγλικό δίκαιο και καταγράφονται τα επιχειρήματα και οι απόψεις τόσο των επικριτών όσο και των υποστηρικτών της σύμβασης υπέρ τρίτου ως μέσου διάσπασης της αρχής της σχετικότητας των συμβάσεων. Η σύγκριση επικεντρώνεται στην αντιπαραβολή των διατάξεων του ΑΚ (410-415) με τις αντίστοιχες ρυθμίσεις της Contracts (Rights of Third Parties) Act 1999, δίδοντας έμφαση στη σταχυολόγηση απόψεων της νομικής επιστήμης, στο σχολιασμό της νομολογίας και στην ερμηνεία των σχετικών νομοθετικών διατάξεων σε Ελλάδα και Αγγλία. Περαιτέρω, από την ιστορική και συγκριτική έρευνα προέκυψαν τα ακόλουθα συμπεράσματα: Λόγω της επίδρασης των αρχών της privity και της consideration, η νομική τάση στην Αγγλία κατευθύνθηκε στη διαμόρφωση του νομολογιακού κανόνα «third party rule», σύμφωνα με τον οποίο τρίτα πρόσωπα δε δύνανται να αποκτήσουν δικαιώματα από μία σύμβαση, στην κατάρτιση της οποίας δε μετείχαν. Εντούτοις, αναπτύχθηκαν στη διαδρομή του χρόνου νομικές κατασκευές δικαιοπρακτικής και εξωδικαιοπρακτικής φύσεως (π.χ. αδικοπραξία, trust), προκειμένου να παρακαμφθεί ο αυστηρός κανόνας της privity. Τελικά, η γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου εισήχθη στο αγγλικό δίκαιο με τη θέσπιση της Contracts Act 1999. Κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα του αγγλικού και του ελληνικού δικαίου είναι η αναγνώριση της συμβατικής ελευθερίας των μερών ως λόγου που δικαιολογεί την απονομή δικαιωμάτων σε τρίτους. Εντούτοις, ενώ στο ελληνικό δίκαιο ισχύει τεκμήριο υπέρ της μη γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου, η Contracts Act 1999 καθιερώνει τεκμήριο υπέρ της γνησιότητας της σύμβασης υπέρ τρίτου, λύση που για δικαιοπολιτικούς λόγους υιοθετείται και από τη διατριβή. Μία πρόσθετη σημαντική διαφορά αφορά στα κριτήρια «αποκρυστάλλωσης» του δικαιώματος του τρίτου, καθόσον ο ΑΚ θεσπίζει ως αποκλειστικό κριτήριο τη δήλωση αποδοχής του τρίτου, ενώ ο αγγλικός νόμος θέτει ως εναλλακτικό τρόπο αποκρυστάλλωσης τη γνώση ή υπαίτια άγνοια του υποσχόμενου ότι ο τρίτος στηρίχθηκε εμπράκτως στον κρίσιμο όρο της σύμβασης. Εν κατακλείδι, ανεξάρτητα από τις όποιες διαφορές, το αγγλικό δίκαιο με τη θέσπιση της Contracts (Rights of Third Parties) Act 1999 προσέγγισε κατά πολύ το ελληνικό δίκαιο όσον αφορά στο ζήτημα της γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου.

PhD Thesis

Νομική Επιστήμη
Social Sciences
Law
Αρχή της σχετικότητας των ενόχων
Σύμβαση υπέρ τρίτου
Αγγλικό δίκαιο
Contracts act 1999
Ωφελούμενος τρίτος
Third party rights
Αστικός κώδικας
Promisor
Promisee
Privity of contract
Συγκριτικό δίκαιο
Common law
Κοινωνικές Επιστήμες
Consideration
Δέκτης υπόσχεσης
Υποσχόμενος
Beneficiary


Ελληνική γλώσσα

2010


National and Kapodistrian University of Athens
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ)




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.