Διεθνείς συμβάσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και η ενσωμάτωση τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση

 
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
κοινοποιήστε το τεκμήριο




2019 (EL)

International Agreements on the protection of the environment and their incorporation in the European Union
Διεθνείς συμβάσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και η ενσωμάτωση τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Κατσάνος, Νικόλαος

Αναγνωστοπούλου, Δέσποινα
Χρυσομάλλης, Μιχαήλ
Τζιώνας, Ιωάννης
Πλιάκος, Αστέριος
Γκιζάρη-Ξανθοπούλου, Άννα
Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών (ΔΕΣ-πρώην ΔΕΟΠΣ)
Νάσκου-Περράκη, Παρασκευή
Σκιαδάς, Δημήτριος

Η βιβλιοθήκη διαθέτει αντίτυπο της διατριβής σε έντυπη μορφή.
Διατριβή (Διδακτορική)--Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη, 2017.
Περιλαμβάνει βιβλιογραφικές αναφορές (σ. 320-356).
030/2017
Η διδακτορική διατριβή έχει ως αντικείμενο τις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, όπως αυτές έχουν μετεξελιχθεί στην πορεία του χρόνου, και τον βαθμό αφομοίωσής τους στο εσωτερικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ζήτημα συναρτάται άμεσα με τα χαρακτηριστικά του διεθνούς δικαίου, καθώς και με την ιδιαίτερη φύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και την προθυμία της τελευταίας να παραχωρήσει μέρος της αυτονομίας της. Η διατριβή αντιπαραβάλλει δυο βασικές θεματικές, την εξελικτική πορεία του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου περιβάλλοντος, επιχειρώντας έτσι να αναδείξει και τις ιδιαιτερότητες των δυο διακριτών καταρχάς εννόμων τάξεων, καταγράφοντας τελικά την εντυπωσιακή εξέλιξη του διεθνούς δικαίου στην πορεία του χρόνου, με όχημα το περιβαλλοντικό ζήτημα, και το γεγονός ότι πλέον μπορεί να υπεισέρχεται σε συμπαγείς έννομες τάξεις όπως αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περαιτέρω, αντιμετωπίζει ως πρόβλημα τη διστακτικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ενσωματώσει, όχι τύποις αλλά κατ’ ουσίαν, τις διεθνείς συμβάσεις για το περιβάλλον, τις οποίες υπογράφει και επικυρώνει. Ουσιαστική ενσωμάτωση σημαίνει ότι οι διεθνείς συμφωνίες, ως αναπόσπαστο τμήμα του εσωτερικού δικαίου με υπερνομοθετική ισχύ, οφείλουν να αποτελούν και το γνώμονα της νομιμότητας του παραγώγου δικαίου. Αντίθετα όμως, παρά τις επιταγές του άρθρου 216, παρ. 2 της ΣΛΕΕ, η κατ’ ουσίαν ενσωμάτωσή τους χωλαίνει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά την αξιοσημείωτη, και πολλές φορές πρωτοπόρο, περιβαλλοντική πολιτική της, έχει μεταστρέψει, με όχημα τη νομολογία του Δικαστηρίου της, τη θεωρία του αμέσου αποτελέσματος από εύρημα άμεσης εφαρμογής του εσωτερικού της δικαίου, σε εργαλείο διατήρησης της αυτονομίας της εσωτερικής έννομης τάξης της σε ότι αφορά στις διεθνείς συμβάσεις. Η διατριβή αναδεικνύει εναργώς τις παραπάνω παθογένειες, σε αντιπαραβολή και με τις τελευταίες ουσιώδεις εξελίξεις στο χώρου του διεθνούς δικαίου που συμπυκνώνονται στις δυο θεμελιώδεις διεθνείς συμβάσεις, προβαλλόμενες ως πεμπτουσία της περιβαλλοντικής προστασίας και του μέλλοντος αυτής. Αφενός, η όλως πρόσφατη και καινοτόμος Συμφωνία των Παρισίων του 2015, που αλλάζει τα δεδομένα στη νοοτροπία των διεθνών σχέσεων παρότι το αντικείμενό της εντοπίζεται αποκλειστικά στον τομέα της κλιματικής αλλαγής. Η εν λόγω διεθνής συμφωνία αποδίδει την ωριμότητα της διεθνούς κοινότητας και μεταβαίνει από την έως τώρα κρατούσα ποινικοποίηση της διεθνούς παραβατικότητας στην επιδίωξη ευρύτατων συναινέσεων και αλληλοβοήθειας μεταξύ των κρατών. Κυρίως όμως αντικαθιστά την επιβολή του ανελαστικού στόχου επίτευξης ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος με την κατάτμηση αυτού σε επιμέρους διαδικαστικού περιεχομένου υποχρεώσεις, με τελικό στόχο τον κατά το δυνατό περιορισμό της παραβατικότητας στο στάδιο της πρόληψης της περιβαλλοντικής βλάβης. Αφετέρου, εξαίρεται η Σύμβαση του Ώρχους και υποστηρίζεται, σε αντίθεση με το σύνολο της βιβλιογραφίας, ότι από αυτήν έχει προκύψει ένα ουσιαστικό δικαίωμα στο περιβάλλον και τρία διαδικαστικά δικαιώματα προς υποστήριξή του. Δίνεται ένας ορισμός του δικαιώματος στο περιβάλλον βασιζόμενος στη Σύμβαση του Ώρχους, και υποστηρίζεται ότι με αυτήν απεξαρτάται η προστασία του από τον άνθρωπο και μόνο. Τέλος, εξαίρονται οι μηχανισμοί συμμόρφωσης των νέας γενιάς διεθνών περιβαλλοντικών συμβάσεων, μέσω των οποίων εγκαλούνται προς συμμόρφωση τα συμβαλλόμενα μέρη μεταξύ των οποίων και η Ευρωπαϊκή Ένωση per se. Εν κατακλείδι, διατυπώνονται αμφιβολίες για το κατά πόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πλήρως ανοιχτή και ευεπίφορη στα νέα διεθνή δεδομένα, υποστηρίζεται όμως ότι η συμμόρφωσή της είναι μονόδρομος όσο και αν επιδιώκει την στεγανότητα του δικαίου της.
The object of the thesis is the International Agreements on the protection of the Environment, as they have evolved over time, and the degree of their assimilation into the European Union's internal law. The issue is directly linked to the characteristics of the International Law on one hand, and the specific nature of the European Union on the other, as well as the latter's willingness to grant part of its autonomy. By comparing the evolutionary course of the International versus the European Environmental Law, thus attempting to highlight the particularities of the two distinct legal systems, the thesis points out the impressive development of International Law over time, due to the global environmental issue, and the fact that it can now enter into compact legal systems, such as the European Union’s. The thesis addresses the reluctance of the European Union to substantially incorporate the International Agreements on the Environment, concluded and ratified by itself. Full and unconditional incorporation of the International Agreements subsequently means their integration as part and as a guiding principle of the lawfulness of domestic law. On the contrary though, despite the requirements of Article 216 (2) TFEU, their substantive incorporation lapses. The European Union, in spite of its notable and often pioneering environmental policy, based on the case-law of its Court, transforms the theory of direct effect and uses it as a tool to preserve the autonomy of the domestic legal order toward international conventional law. The thesis clearly highlights the above pathogenesis, pointing out the most recent developments in the field of International Law, analyzing furthermore two fundamental international conventions as the quintessence of environmental protection and its future. The recent and innovative Paris Agreement of 2015 on one hand, changes the whole idea of international relations, even though it exclusively regulates climate change. This international agreement attributes the maturity of the international community and aims at widespread consensus and mutual assistance between states, in contradiction to penalization of environmental delinquencies. Above all, it replaces the imposition of an inelastic goal or a specific result by subdividing it into successive and procedural individual obligations, with an ultimate goal of preventing the environmental damage. Furthermore, unlike the rest of the literature, it is argued that a substantive Right to the Environment has evolved based on the Aarhus Convention along with the three Procedural Rights to support it. Along with it, comes a non-exclusively human-centered definition of a Right to the Environment based on the Aarhus Convention. Last, the importance of the compliance mechanisms of the new-generation international agreements, through which the contracting parties -including the European Union per se- are called for compliance, is stated. In conclusion, doubts are expressed as to whether the European Union is fully open and receptive to the new international challenges, it is argued though that its compliance is inevitable to the direction of interaction and assimilation of International Law.

Electronic Thesis or Dissertation
Text

International agreements
Law
European Union
Δίκαιο
Διεθνείς συμβάσεις
Περιβάλλον
Environment
Ευρωπαϊκή Ένωση


Ελληνική γλώσσα

2017
2019-03-29T12:50:50Z


Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Το ηλεκτρονικό αντίτυπο της διατριβής θα αποδεσμευτεί μετά τις 28/02/2022.
Attribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 Διεθνές



*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.