Μελέτη των δομικών και λειτουργικών μεταβολών που σχετίζονται με την εξέλιξη των ανωμαλιών του ενδομητρικού ιστού και με την έκφραση τους στις οπτικές του ιδιότητες

 
This item is provided by the institution :

Repository :
Repository of UOI Olympias
see the original item page
in the repository's web site and access all digital files if the item*
share



PhD thesis (EN)

2012 (EN)

Μελέτη των δομικών και λειτουργικών μεταβολών που σχετίζονται με την εξέλιξη των ανωμαλιών του ενδομητρικού ιστού και με την έκφραση τους στις οπτικές του ιδιότητες

Γκρόζου, Φανή

Πασχόπουλος, Μηνάς (EL)
Γκρόζου, Φανή
-
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Σχολή Ιατρικής Τμήμα Ιατρικής

Η υστεροσκόπηση αποτελεί μέθοδο μελέτης και διάγνωσης της ενδομητρικής κοιλότητας και του ενδοτραχήλου υπό άμεση όραση κατόπιν διάτασης. Σήμερα, η υστεροσκόπηση, σε συνδυασμό με τη λήψη βιοπτικού υλικού, αποτελεί το χρυσό κανόνα στη μελέτη της κοιλότητας του ενδομητρίου. Παρόλα αυτά, έχει κάποια όρια, όσον αφορά τον εξολπισμό, το μέσο διάτασης, αλλά και την υποκειμενικότητα του υστεροσκόπου. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η δημιουργία μιας νέας μεθόδου υστεροσκόπησης, η οποία θα είναι προσιτή στο γυναικολόγο, θα ποσοτικοποιεί το αποτέλεσμα και θα αυξήσει τη διαγνωστική ακρίβεια της μεθόδου. Για να επιτευχθεί αυτό, χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στη μελέτη του ενδομητρίου η υπερφασματική απεικόνιση. Τα συστήματα υπερφασματικής απεικόνισης επιτρέπουν τη λήψη διαδοχικών εικόνων μίας περιοχής σε 30-100 διαφορετικές περιοχές του οπτικού φάσματος, με αποτέλεσμα την αύξηση της λήψης της πληροφορίας, ανάλογα με τις μικροδομικές μεταβολές του ιστού. Στη μελέτη συμμετέχουν γυναίκες με ένδειξη ανώμαλη ενδομήτρια αιμορραγία και διερεύνηση της υπογονιμότητας. Μετά τη λήψη πλήρους ιατρικού ιστορικού και την καταγραφή των δημογραφικών στοιχείων των ασθενών, οι γυναίκες υποβάλλονται σε διακολπικό υπερηχογράφημα και υπερφασματική υστεροσκόπηση. Οι εικόνες αποθηκεύονται και στη συνέχεια επεξεργάζονται, οπότε και προκύπτει ο ψευδοχρωματικός χάρτης. Αυτός αποτελείται από χρώματα ανάλογα με τις οπτικές ιδιότητες του ιστού, ενώ μπορεί και υπερτίθεται στις εικόνες της κλασικής υστεροσκόπησης οριοθετώντας έτσι τη βλάβη. Τέλος, λαμβάνονται βιοψίες από τις περιοχές ενδιαφέροντος και συγκρίνονται τα ιστολογικά δεδομένα με την εικόνα της υπερφασματικής υστεροσκόπησης και τον ψευδοχρωματικό χάρτη. Στις γυναίκες που δεν ανευρέθηκε κάποια παθολογία επαναλήφθηκε η υστεροσκόπηση κατόπιν συγκατάθεσής τους άλλες τέσσερις φορές, στις αντίστοιχες φάσεις του κύκλου. Ως αποτέλεσμα ήταν η λήψη ψευδοχρωματικών χαρτών ειδικών για κάθε φάση του κύκλου, αλλά και για τις παθολογικές καταστάσεις του ενδομητρίου (ενδομητρικοί πολύποδες, υποβλεννογόνια ινομυώματα, ενδομητρίτιδα, υπερπλασία και καρκίνος του ενδομητρίου). Με τον τρόπο αυτό ποσοτικοποιείται το αποτέλεσμα της υστεροσκόπησης και μειώνεται η υποκειμενικότητα της μεθόδου. Η μελέτη αυτή αποτελεί μία πρώτη προσπάθεια εφαρμογής της υπερφασματικής υστεροσκόπησης στην κλινική πράξη και της λήψης των ψευδοχρωματικών χαρτών, ανάλογα με τα μικροδομικά χαρακτηριστικά των ιστών και τις οπτικές τους ιδιότητες.

doctoralThesis

Υστεροσκόπηση (EL)


Greek

2012


Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Σχολή Ιατρικής Τμήμα Ιατρικής (EL)




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)