Η παρούσα ερευνητική εργασία μελετά την επίδραση του ολικού δηλητηρίου (crude venom) της αράχνης του γένους Cyrtocarenum Ausserer 1871 (Araneae, Ctenizidae) στις καρκινικές κυτταρικές σειρές HeLa και MCF-7, οι οποίες είναι χαρακτηριστικά δείγματα κυττάρων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και του μαστού αντίστοιχα.
Για την πραγματοποίηση αυτής της εργασίας ήταν απαραίτητη η συλλογή αραχνών του συγκεκριμένου είδους από το πεδίο (στο νησί της Σκοπέλου) η οποία πραγματοποιήθηκε από την Αναπλ. Καθηγήτρια Αλεξίου Χατζάκη Μαρία το φθινόπωρο του 2016. Συνολικά συλλέχθηκαν 117 αράχνες, οι οποίες μεταφέρθηκαν ζωντανές στο εργαστήριο Οικολογίας και Διαχείρισης της Βιοποικιλότητας στην Αλεξανδρούπολη, έτσι ώστε να μπορέσει να γίνει όσο το δυνατόν καλύτερη λήψη δηλητηρίου δίχως αυτό να υποστεί αλλοίωση, σε περίπτωση θανάτου της αράχνης. Στο εργαστήριο απομονώθηκε ο ιστός που έφερε το δηλητήριο (δηλητηριώδεις αδένες στα χηλήκερα), ομογενοποιήθηκε και καθαρίστηκε για περαιτέρω ανάλυση. Το υλικό αυτό ποσοτικοποιήθηκε με στόχο τον πιο ακριβή προσδιορισμό της συγκέντρωσης του δηλητηρίου. Εν τέλει, χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες συγκεντρώσεις της κλίμακας 0,^g/ml - 800μg/ml για την κυτταρική σειρά MCF-7 (ανθρώπινα κύτταρα καρκίνου του μαστού) και 0,^g/ml - 1,600μg/ml για την κυτταρική σειρά HeLa (ανθρώπινα κύτταρα καρκίνου του τραχήλου της μήτρας) ως παράγοντα επίδρασης της βιωσιμότητας των κυττάρων. Στη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν ποσοτικές (BCA) και χρωματομετρικές μέθοδοι (MTT) για τον καθορισμό του αποτελέσματος της επίδρασης του δηλητηρίου στην εκάστοτε κυτταρική σειρά. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το δηλητήριο είχε αντικαρκινική δράση στην κυτταρική σειρά MCF-7, προκαλώντας πτώση της βιωσιμότητας των κυττάρων σε ποσοστό 64,65% στη μέγιστη συγκέντρωσή του. Τα αποτελέσματα στην κυτταρική σειρά HeLa δεν έδειξαν στατιστικά σημαντική τοξική επίδραση στα κύτταρα, λόγω μεγάλης απόκλισης των ακραίων τιμών που λάβαμε. Εκτιμάται ότι αυτό μπορεί να είναι απόρροια χειριστικού λάθους ή μη αλληλεπίδρασης του συγκεκριμένου δηλητηρίου με τα κύτταρα αυτά.
Συμπερασματικά, λαμβάνοντας υπόψη ότι η συγκεκριμένη έρευνα αποτελεί την πρώτη προσέγγιση συσχετισμού του δηλητηρίου του γένους αραχνών Cyrtocarenum με καρκινικά κύτταρα, θα λέγαμε ότι τα αποτελέσματά μας στον καρκίνο του μαστού είναι υποσχόμενα, για την πιθανή αντικαρκινική δράση του δηλητηρίου αυτού. Κρίνονται αναγκαίες περεταίρω έρευνες, με τη χρήση μεγαλύτερων συγκεντρώσεων δηλητηρίου, περισσότερων κυτταρικών σειρών και απομόνωση των πιθανών τοξινών που έχουν βλαπτική για τον καρκίνο δράση μέσω υγρής χρωματογραφίας.