The object of this study is the Greek-learning Bulgarian scholars that lived and acted in the middle of the 19th century, contributing to the national awakening of Bulgarian people and the consecutive acquisition of their national independence. The aim of the present doctoral thesis is to assemble and develop the primary material and through this to evaluate tendencies of that era. The Bulgarian scholars in Greek schools learned about the Greek culture, the Greek philosophy and the Greek secretariat. They were taught the greatness of the ancient Greek spirit. They participated in the political life of Greece, by being witnesses of political incidents of the country. They often came in contact with distinguished personalities, in order to discuss the common course of two populations against the High Gate. They set the Greeks as an example in loving their population with passion and publishing books and newspapers. Seeing the value of intellectual centres to Greeks, they tried to imitate them and they founded their own intellectual centres. The national and revolutionary movement in Greece taught them how to awaken their nation and rescue it from every foreign effect. Bulgarians, in every national issue that they faced, adopted the Greek speculations and the Greek way to solve problems. Not only did they use the Greek experience, as it written in the books, in order to found an independent church, but also they shaped opinions that served their own purpose. Bulgarian representatives worked each one in his own sector: Rakovski made an armed fight for the uprising of the Bulgarians and simultaneously fought for the union of Balkan populations in one common fight against the Turkish conqueror. Parlitsev was well-known for his educational activity and the establishment of Bulgarian language inn schools and in the church of Ahrida. Balabanov was expelled as a diplomat, academician and professor of University, while Krastevits was distinguished for his administrative faculties and his legal advice, as well as for the resolution of the Bulgarian ecclesiastical case.
Η μελέτη αυτή έχει ως αντικείμενό της τους ελληνομαθείς Βουλγάρους λογίους που έζησαν και έδρασαν στα μέσα του 19ου αιώνα, συμβάλλοντας στην εθνική αφύπνιση του βουλγαρικού λαού και στην συνακόλουθη απόκτηση της εθνικής του ανεξαρτησίας. Επιδιωκόμενος σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να συγκεντρώσει και να αξιοποιήσει το πρωτογενές υλικό και μέσα από αυτό να αξιολογήσει τις τάσεις της εποχής. Οι Βούλγαροι λόγιοι στα ελληνικά σχολεία έμαθαν για τον ελληνικό πολιτισμό, την ελληνική φιλοσοφία και την ελληνική γραμματεία. Διδάχτηκαν το μεγαλείο του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Συμμετείχαν στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, όντας μάρτυρες των πολιτικών γεγονότων του τόπου. Έρχονταν συχνά σε επαφή με εξέχουσες προσωπικότητες για να συζητήσουν την κοινή πορεία των δυο λαών εναντίων της Υψηλής Πύλης. Παραδειγματίζονται από τους Έλληνες στο να αγαπούν το λαό τους με πάθος, να εκδίδουν βιβλία και εφημερίδες. Βλέποντας την αξία των πνευματικών κέντρων στους Έλληνες προσπαθούν να τους μιμηθούν και να ιδρύσουν δικά τους πνευματικά κέντρα. Η εθνική και επαναστατική κίνηση στην Ελλάδα τους δίδαξε πως να αφυπνίσουν το έθνος τους και να το διαδώσουν από κάθε ξένη επίδραση. Οι Βούλγαροι σ' όλα τα εθνικά θέματα που αντιμετωπίζουν υιοθέτησαν τους προβληματισμούς των Ελλήνων και τους ελληνικούς τρόπους επίλυσης των προβλημάτων. Χρησιμοποίησαν την ελληνική εμπειρία, όπως αυτή κατατέθηκε στα βιβλία, για να επιδιώξουν την ίδρυση ανεξάρτητης εκκλησίας, αλλά και να διαμορφώσουν απόψεις που εξυπηρετούσαν τις δικές τους θέσεις. Οι εκπρόσωποί της εργάστηκαν ο καθένας στον δικό του τομέα. Ο Ρακόβσκι έκανε ένοπλο αγώνα για τον ξεσηκωμό των Βουλγάρων και ταυτόχρονα αγωνίστηκε για την ένωση των βαλκανικών λαών σ’ ένα κοινό αγώνα εναντίον του Τούρκου κατακτητή. Ο Παρλίτσεβ ξεχώρισε για την εκπαιδευτική του δράση και την καθιέρωση της βουλγαρικής γλώσσας στα σχολεία και στην εκκλησία της Αχρίδας. Ο Μπαλαμπάνοβ καταξιώθηκε ως διπλωμάτης, ακαδημαϊκός και καθηγητής Πανεπιστημίου, ενώ ο Κράστεβιτς διακρίθηκε για τις διοικητικές του ικανότητες και της νομικές του συμβουλές, όπως και για την επίλυση του βουλγαρικού εκκλησιαστικού ζητήματος.