Διαπολιτισμικές και διαθρησκευτικές διαφορές μεταξύ των μαθητών λυκείου σε θέματα σεξουαλικής υγείας και αναπαραγωγής

 
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :

Αποθετήριο :
Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
κοινοποιήστε το τεκμήριο




2011 (EL)

Cultural and religious differences among high school students in matters of sexual health and reproduction
Διαπολιτισμικές και διαθρησκευτικές διαφορές μεταξύ των μαθητών λυκείου σε θέματα σεξουαλικής υγείας και αναπαραγωγής

Δάβου, Ευαγγελία-Έλλη
Davou, Evangelia-Elli

Introduction In modern western societies, the young generation begins to have sexual relationships during adolescence. Furthermore, they have different sexual partners before creating a family. Therefore, there is a time in their lives, when they put themselves at risk of a sexual transmitted disease or an unwanted pregnancy. It is therefore, necessary for young people to learn how to protect themselves from those risks and more importantly how to promote their sexual health. Purpose The purpose of the present cross-sectional study was the assessment of knowledge, attitude and behavior of high school students about reproduction, contraception and relationships. The determinants of those parameters are also studied and special emphasis was given to the students’ cultural background and religious identity. Materials and methods A questionnaire was administered in 1852 high school students of 12 randomly selected schools in Attica during the year 2008-2009. The questionnaires were anonymously answered and returned by 639 students. Written parental consent was required. Results Girls represented 57.7% of the sample. Participants age was between 15 and 53 years, but 82.8% were younger than 19 years old. As for their birth country, 81.3% were Greeks, 12.2% Albanians and the rest 6.5% were born in another country. Students’ knowledge was estimated using an 18 item test. Their mean score was 13.16 out of 18, which was mediocre. Subjects’ attitude towards contraception was assessed using a five point Likert scale, which consisted of 26 items. The mean attitude score, ranged from 26 to 130, was 103.93 that was weakly positive. Attitude towards romantic and sexual relationships was estimated with a similar nine item scale. The score ranged from 9 to 45 and its mean value was 35,37, that was also weakly positive. Half of the students were sexually active, while 85.8% of them had at least one romantic relationship. Vocational school students were more likely to be sexual active. Condom was the most popular contraceptive method used, with 83% of sexual active students using it at their first sexual contact. Its use was less frequent at subsequent contacts. Subjects’ sexual and contraceptive behavior was related with peer attitude and behavior. Moreover, information and fear of negative consequences can result in the use of condom during the first intercourse, while use at last intercourse depends on the relationship in which the intercourse takes place. Conclusion It was found out that high school students have significant lack of knowledge, while their sexual behavior needs to be improved in order to be characterized as safe. The results of the present study can be used for the design of an educational course of sexual education. This course should emphasize on the needs of high risk teenagers. Its main goals should be the delay of sexual debut and consistent contraceptive behavior, taking into account that many adolescents neglect to use a condom at every intercourse. Also, the present study suggests which people from students’ environment affect their behavior. Those are their peers, who should have an active role at this course. Finally, sexual education begins at the family, so its cooperation is necessary.
Εισαγωγή Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες οι νέοι ξεκινούν να έχουν σεξουαλικές επαφές από την εφηβική τους ηλικία. Επιπλέον, έχουν διαφορετικούς ερωτικούς συντρόφους μέχρι να αποφασίσουν να δημιουργήσουν οικογένεια. Επομένως, για ένα χρονικό διάστημα της ζωής τους, εκθέτουν τον εαυτό τους στον κίνδυνο μετάδοσης κάποιου σεξουαλικώς μεταδιδόμενου νοσήματος ή μίας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Είναι λοιπόν απαραίτητο να μάθουν οι νέοι έγκαιρα πώς να προστατεύουν τον εαυτό τους από τους κινδύνους αυτούς και κυρίως πώς να προάγουν τη σεξουαλική τους υγεία. Σκοπός Σκοπός της παρούσας μελέτης επισκόπησης ήταν η εκτίμηση των γνώσεων, της στάσης και της συμπεριφοράς μαθητών λυκείου σε θέματα που αφορούν την αναπαραγωγή, την αντισύλληψη και τις διαφυλικές σχέσεις. Επιπλέον διερευνήθηκαν οι προσδιοριστές των παραμέτρων αυτών, με ιδιαίτερη έμφαση στους προσδιοριστές που αφορούν στο πολιτισμικό υπόβαθρο και τη θρησκευτική ταυτότητα των μαθητών. Υλικό και μέθοδος Τη σχολική χρονιά 2008-2009 μοιράστηκε ένα ερωτηματολόγιο σε 1852 μαθητές που φοιτούσαν σε 12 τυχαία επιλεγμένα σχολεία της Αττικής. Το ερωτηματολόγιο συμπληρώθηκε ανώνυμα, μετά από έγγραφη συγκατάθεση του γονέα ή κηδεμόνα των μαθητών, και επιστράφηκε από 639 μαθητές. Αποτελέσματα Το 57,7% των συμμετεχόντων ήταν κορίτσια. Η ηλικία τους κυμαινόταν από 15 έως 53 ετών, ωστόσο το 82,8% ήταν μικρότεροι από 19 ετών. Το 81,3% είχαν γεννηθεί στην Ελλάδα, το 12,2% στην Αλβανία και το υπόλοιπο 6,5% σε κάποια άλλη ξένη χώρα. Η γνώση των μαθητών αξιολογήθηκε με 18 ερωτήσεις. Η μέση βαθμολογία τους ήταν 13,16 με άριστα το 18, οπότε η γνώση των μαθητών μπορεί να θεωρηθεί μέτρια. Η στάση των υποκειμένων απέναντι στην αντισύλληψη αξιολογήθηκε με μία πεντάβαθμη κλίμακα τύπου Likert, 26 αντικειμένων. Η μέση τιμή του συνοπτικού δείκτη στάσης, ο οποίος μπορούσε να πάρει τιμές από 26 έως 130, ήταν 103,93, άρα η στάση των υποκειμένων απέναντι στην αντισύλληψη μπορεί να χαρακτηριστεί συγκρατημένα θετική. Η στάση απέναντι στις διαφυλικές σχέσεις αξιολογήθηκε με μία παρόμοια κλίμακα 9 αντικειμένων. Ο συνοπτικός δείκτης στάσης έπαιρνε τιμές από 9 έως 45 και η μέση τιμή του ήταν 35,37, δηλαδή οι συμμετέχοντες ήταν μέτρια θετικά διακείμενοι απέναντι στις σχέσεις των δύο φύλων. Το 85,8% των μαθητών είχαν κάποιον δεσμό ενώ οι μισοί ήταν σεξουαλικά ενεργοί. Οι μαθητές επαγγελματικών σχολείων ήταν πιθανότερο να έχουν επαφές. Η πιο δημοφιλής αντισυλληπτική μέθοδος ήταν το προφυλακτικό, το οποίο χρησιμοποίησε το 83% των σεξουαλικά ενεργών στην πρώτη του επαφή. Λιγότεροι όμως συνέχισαν να το χρησιμοποιούν και στις επόμενες επαφές τους. Η ερωτική και αντισυλληπτική συμπεριφορά των υποκειμένων βρέθηκε ότι επηρεάζεται τόσο από τη στάση όσο και από τη συμπεριφορά της ομάδας των συνομήλικών τους. Επιπλέον, η ενημέρωση και ο φόβος των αρνητικών συνεπειών συμβάλλουν στη χρήση προφυλακτικού στην πρώτη επαφή, ενώ η χρήση στην πιο πρόσφατη εξαρτάται και από τη σχέση στην οποία πραγματοποιείται η επαφή. Συμπέρασμα Οι μαθητές λυκείου έχουν ελλείψεις στις γνώσεις τους, ενώ η συμπεριφορά τους επιδέχεται βελτίωσης προκειμένου να χαρακτηριστεί ασφαλής. Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον σχεδιασμό ενός εκπαιδευτικού προγράμματος σεξουαλικής αγωγής, το οποίο θα δίνει έμφαση στις ανάγκες των εφήβων υψηλού κινδύνου. Βασικοί του στόχοι πρέπει να είναι η καθυστέρηση της ηλικίας πρώτης επαφής και η συνεπής αντισυλληπτική συμπεριφορά, δεδομένου ότι οι έφηβοι αμελούν να χρησιμοποιούν αντισύλληψη σε κάθε τους επαφή. Επίσης, η παρούσα μελέτη υποδεικνύει τα άτομα του περιβάλλοντος του εφήβου που επηρεάζουν τη συμπεριφορά του, όπως η ομάδα των συνομηλίκων, η οποία πρέπει να έχει ενεργό ρόλο σε ένα τέτοιο μάθημα. Τέλος, η σεξουαλική αγωγή ξεκινά στην οικογένεια, επομένως η συνεργασία της με το σχολείο κρίνεται απαραίτητη.

PhD Thesis

Greece
Adolescence
Σεξουαλικότητα
Επιστήμες Υγείας
Medical and Health Sciences
Αντισύλληψη
Sexuality
Ελλάδα
Εφηβεία
Contraception
Ιατρική και Επιστήμες Υγείας
Health Sciences


Ελληνική γλώσσα

2011


National and Kapodistrian University of Athens
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ)




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.