Der Ausgangspunkt der Studie war die Annahme, dass das tägliche unterrichtliche Handeln der Lehrer stark von ihren subjektiven Theorien (Auffassungen, Annahmen, Überzeugungen, Kenntnisse) geleitet wird. Das Ziel der Studie war es, den Inhalt jener Theorien zu erfassen und zu rekonstruieren, mit Hilfe derer Grundschullehrer Situationen des täglichen Unterrichts wahrnehmen, interpretieren und mit ihnen umgehen. Mit Hilfe von aufgezeichneten Unterrichtsstunden wurden 14 Grundschullehrer aufgefordert, Gedanken, die sie während des Unterrichts machten, ins Gedächtnis zurückzurufen, auszudrücken und im Rahmen eines weiteren Gesprächs - Interviews zu vertiefen. Auf der Basis der qualitativen Datenanalyse wurde der Inhalt der subjektiven Theorien in Bezug auf folgende Bereiche rekonstruiert: Unterrichtsvorbereitung, Unterrichtsverlauf, verbale Kommunikation im Klassenzimmer, Binnendifferenzierung im Unterricht, Umgang mit leistungsschwachen Schülern, Schülerbeteiligung, Unterrichtsstörungen und Unterrichtsauswertung. Die subjektiven Unterrichtstheorien der Lehrer weichen in hohem Maße von den wissenschaftlichen Theorien ab. Diese Tatsache macht das Gespräch zwischen Praxis und Theorie notwendig.
Αφετηρία της εργασίας αποτέλεσε η παραδοχή ότι η καθημερινή διδακτική πράξη επηρεάζεται σημαντικά από τις υποκειμενικές θεωρίες (αντιλήψεις, παραδοχές, πεποιθήσεις, γνώσεις) των εκπαιδευτικών. Στόχος της έρευνας ήταν να καταγράψει το περιεχόμενο εκείνων των θεωριών με τις οποίες οι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αντιλαμβάνονται, ερμηνεύουν και αντιμετωπίζουν καταστάσεις της καθημερινής διδασκαλίας. Με τη βοήθεια ηχογραφημένων διδασκαλιών κλήθηκαν 14 εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης να θυμηθούν και να εκφράσουν σκέψεις που έκαναν κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, τις οποίες στη συνέχεια σε μια συνέντευξη- συζήτηση είχαν την δυνατότητα να εμβαθύνουν. Από την ποιοτική ανάλυση των δεδομένων προέκυψε το περιεχόμενο των υποκειμενικών θεωριών για την καθημερινή προετοιμασία, τη διάρθρωση της διδασκαλίας, τη λεκτική επικοινωνία στην τάξη, τη διαφοροποίηση της εργασίας, την αντιμετώπιση των αδύνατων μαθητών, τη συμμετοχή-αδιαφορία των μαθητών, την ενοχλητική συμπεριφορά και την αξιολόγηση της διδασκαλίας. Οι υποκειμενικές διδακτικές θεωρίες των δασκάλων διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό από τις επιστημονικές θεωρίες, γεγονός το οποίο καθιστά αναγκαία την «συνομιλία» μεταξύ των φορέων των υποκειμενικών και των φορέων των επιστημονικών θεωριών, μεταξύ πράξης και θεωρίας.