Επίδραση της φαρμακευτικής αγωγής στη μεσοτοιχωματική κλασματική βράχυνση σε ασθενείς με αρτηριακή υπέρταση

 
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :

Αποθετήριο :
Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
κοινοποιήστε το τεκμήριο




2005 (EL)

Effect of drug therapy on left ventricular midwall fractional shortening in patients with arterial hypertension
Επίδραση της φαρμακευτικής αγωγής στη μεσοτοιχωματική κλασματική βράχυνση σε ασθενείς με αρτηριακή υπέρταση

Fountoulaki, Ekaterini
Φουντουλάκη, Αικατερίνη

Η παρούσα μελέτη σχεδιάστηκε με το σκοπό να εκτιμήσει την επίδραση δύο εκ των νεότερων αντιυπερτασικών παραγόντων, της νεμπιβολόλης, ενός εκλεκτικού αναστολέα των β 1 αδρενεργικών υποδοχέων με περιφερικές αγγειοδιασταλτικές ιδιότητες, και της τελμισαρτάνης, ενός υψηλής εκλεκτικότητας ανταγωνιστή των υποδοχέων της αγγειοτασίνης ΙΙ, στη δομή και τη λειτουργία της αριστερής κοιλίας (ΑΚ) σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια αρτηριακή υπέρταση. 40 ασθενείς με ήπια έως μέτρια υπέρταση έλαβαν μέρος στη μελέτη και 19 νορμοτασικοί εθελοντές αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου. Οι ασθενείς χωρίστηκαν με τυχαίο τρόπο σε δύο ομάδες και έλαβαν αγωγή είτε με νεμπιβολόλη σε δόση 2,5 – 5 mg ημερησίως είτε με τελμισαρτάνη σε δόση 40 – 80 mg ημερησίως με σκοπό την επίτευξη διαστολικής αρτηριακής πίεσης (ΑΠ) < 90 mmHg. Για τη μέτρηση της ΑΠ χρησιμοποιήθηκε υδραργυρικό σφυγμομανόμετρο, ενώ η μάζα και η συστολική και διαστολική λειτουργία της ΑΚ μελετήθηκαν υπερηχοκαρδιογραφικά ( Μ–mode, 2D, pulsed, continuous και color Doppler) κατά τη διάρκεια τρίμηνης παρακολούθησης. Η ηλικία, το φύλο και οι αρχικές τιμές καρδιακής συχνότητας, δείκτη μάζας σώματος και συστολικής και διαστολικής ΑΠ δεν παρουσίαζαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων φαρμάκων. Τόσο η νεμπιβολόλη όσο και η τελμισαρτάνη μείωσαν τη συστολική (156 ± 7 έναντι 124 ± 8 mmHg, p<0,01 και 153 ± 5 έναντι 120 ± 7 mmHg, p< 0,01, αντίστοιχα) και τη διαστολική ΑΠ (99 ± 4 έναντι 80 ± 2 mmHg, p<0,01 και 98 ± 2 έναντι 80 ±2 mmHg, p<0,01, αντίστοιχα) και αύξησαν τη μεσοτοιχωματική κλασματική βράχυνση (μΚΒ) (16 ± 2% έναντι 19 ± 2%, p<0,01 και 15 ± 2% έναντι 18 ± 2%, p<0,01, αντίστοιχα). Ο δείκτης μάζας της ΑΚ μειώθηκε σημαντικά τόσο με τη νεμπιβολόλη (98 ± 16 έναντι 84 ± 13 g/m2, p<0,01) όσο και με την τελμισαρτάνη (97 ± 13 έναντι 83 ± 8 g/m2, p<0,01). Η αύξηση της μΚΒ βρέθηκε να συσχετίζεται με μείωση της διαστολικής ΑΠ στην ομάδα της νεμπιβολόλης, όχι όμως και στην ομάδα της τελμισαρτάνης. Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δείχνουν ότι οι διαταραχές της μεσοτοιχωματικής μηχανικής συμβαδίζουν με εκείνες της διαμιτροειδικής διαστολικής ροής σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια υπέρταση που δεν έλαβαν ποτέ θεραπεία και διατηρούν φυσιολογική εξωθητική λειτουργία της ΑΚ. Η παρατηρούμενη διαφορά στην εκτίμηση της συστολικής λειτουργίας μεταξύ μεσοτοιχωματικής και ενδοκαρδιακής μεθόδου επιβεβαιώνει την αξία χρήσης της πρώτης ως πρώιμου δείκτη μυοκαρδιακής δυσλειτουργίας και για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της αντιυπερτασικής αγωγής. Η νεμπιβολόλη και η τελμισαρτάνη είναι εξίσου αποτελεσματικά φάρμακα στη μείωση της συστολικής και διαστολικής ΑΠ και στην αύξηση της μΚΒ. Ωστόσο, φαίνεται ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ των δύο φαρμάκων ως προς το μηχανισμό αύξησης της μΚΒ.
The present study was designed to assess the effect of two novel drugs, nebivolol, a highly selective beta 1 adrenoreceptor blocking agent with peripheral vasodilating properties, and telmisartan, a highly selective antagonist of type 1 angiotensin II receptors on arterial blood pressure (BP) and left ventricular (LV) structure and performance in untreated patients with essential hypertension. 40 patients with mild to moderate hypertension were randomized to receive either nebivolol (2,5 – 5,0 mg/d) or telmisartan (40 – 80 mg/d) to achieve a target diastolic BP of < 90 mmHg, and 19 healthy volunteers served as controls. BP was measured with sphygmomanometry, whereas LV mass and midwall fractional shortening (mFS) were estimated by 2D-guided M-mode echocardiography and LV diastolic filling was evaluated by Doppler echocardiography at baseline and at the three-month follow-up. Age, sex distribution, and baseline heart rate, body mass index and systolic and diastolic BP were similar in the two drug groups. Both nebivolol and telmisartan reduced systolic (156 ± 7 vs 124 ± 8 mmHg, p<0,01 and 153 ± 5 vs 120 ± 7 mmHg, p< 0,01, respectively) and diastolic BP (99 ± 4 vs 80 ± 2 mmHg, p<0,01 and 98 ± 2 vs 80 ±2 mmHg, p<0,01, respectively) and increased mFS (16 ± 2% vs 19 ± 2%, p<0,01 and 15 ± 2% vs 18 ± 2%, p<0,01, respectively). LV mass index decreased significantly with both nebivolol (98 ± 16 vs 84 ± 13 g/m2, p<0,01) and telmisartan (97 ± 13 vs 83 ± 8 g/m2, p<0,01). mFS was inversely related to diastolic blood pressure in the nebivolol but not in the telmisartan group. The findings of the present study indicate that abnormalities of midwall mechanics parallel those of transmitral diastolic flow in untreated patients with mild to moderate essential hypertension and normal LV ejection fraction. The disparity between midwall and endocardial mechanics confirms the need to measure mFS to track the beneficial effect of antihypertensive treatment. Nebivolol and telmisartan are equally effective in decreasing systolic and diastolic blood pressure and in increasing mFS. There may be differences between nebivolol and telmisartan regarding the mechanism of increase in mFS.

PhD Thesis

Hypertension
Nebivolol
Νεμπιβολόλη
Τελμισαρτάνη
Midwall mechanics
Clinical Medicine
Medical and Health Sciences
Αρτηριακή υπέρταση
Κλινική Ιατρική
Ιατρική και Επιστήμες Υγείας
Μεσοτοιχωματική κλασματική βράχυνση
Telmisartan


Ελληνική γλώσσα

2005


University of Thessaly (UTH)
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.