Γεωμορφολογική εξέλιξη του Μενοικίου όρους με βάση τα μορφολογικά και ιζηματολογικά χαρακτηριστικά των σπηλαίων του

 
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :

Αποθετήριο :
Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
κοινοποιήστε το τεκμήριο




2014 (EL)

Landscape evolution of Menikio mountain (Macedonia, Greece) based on morphological and sedimentological analyses of caves
Γεωμορφολογική εξέλιξη του Μενοικίου όρους με βάση τα μορφολογικά και ιζηματολογικά χαρακτηριστικά των σπηλαίων του

Pennos, Christos
Πέννος, Χρήστος

Η παρούσα Διδακτορική Διατριβή εξετάζει την γεωμορφολογική εξέλιξη του Μενοικίου Όρους με βάση τα μορφολογικά και ιζηματολογικά χαρακτηριστικά των σπηλαίων που απαντούν σε αυτό. Προκειμένου να χρονολογηθούν τα εξελικτικά σταδία που χαρακτηρίζουν το Μενοίκιο Όρος χρησιμοποιούνται γεωχρονολογικές μέθοδοι ισοτόπων Th/U. Παράλληλα, πραγματοποιείται ανασύσταση των παλαιοκλιματικών συνθηκών που επικρατούσαν στην ευρύτερη περιοχή, μέσω ανάλυσης σταθερών ισοτόπων δ18Ο και δ13C. Οι αναλύσεις πραγματοποιήθηκαν στους άξονες ανάπτυξης δύο σταλαγμιτών, οι οποίοι συλλέχθησαν από τα σπήλαια Μικρό και Μεγάλο των Επταμύλων, Σερρών.Για την ολοκλήρωση της έρευνας χρησιμοποιήθηκαν πρωτογενή δεδομένα πεδίου που συλλέχθηκαν κατά την διάρκεια πολυάριθμων επισκέψεων στα σπήλαια του Μενοικίου Όρους, καθώς και αναλυτικές εργαστηριακές μέθοδοι. Παράλληλα, έγινε χρήση συστημάτων γεωγραφικών πληροφοριών (Γ.Σ.Π.), τεχνικών τηλεπισκόπησης, ηλεκτρικών διασκοπήσεων, και των δεδομένων που προέκυψαν από την μελέ-τη των πυρήνων δύο (2) γεωτρήσεων που διατρήθηκαν για τους σκοπούς της παρού-σας διατριβής.Αναλυτικότερα και με σκοπό να εντοπιστούν οι είσοδοι σπηλαίων στο εκτεταμένο καρστικό πεδίο του Μενοικίου χρησιμοποιήθηκαν υψηλής χωρικής διακριτικής ικανότητας ορθοφωτοχάρτες. Στην συνέχεια πραγματοποιήθηκε επαλήθευση πεδίου και ακολούθησε η εξερεύνηση των σπηλαιών με χρήση τεχνικών μονού σχοινιού, ενώ έγινε και ταυτόχρονη χαρτογράφηση τους με την χρήση του εξειδικευμένου αποστασιόμετρου λέιζερ distox.Με σκοπό τον προσδιορισμό των διαφόρων σπηλαιογενετικών φάσεων που έλαβαν χώρα στο Μενοίκιο Όρος, πραγματοποιήθηκε χαρτογράφηση των μέσο και μικρο-μορφολογικών χαρακτηριστικών των σπηλαίων του. Με αυτό τον τρόπο προσδιορίστηκαν τα σπήλαια που αντιστοιχούν σε διαφορετικές θέσεις του υδροφόρου ορίζοντα. Προσδιορίζοντας την ηλικία των θέσεων του υδροφόρου είναι δυνατό να καθοριστεί η γεωμορφολογική εξέλιξη του Μενοικίου.Για την χρονολόγηση των δειγμάτων με την μέθοδο ισοτόπων Th/U εφαρμόστηκε η μεθοδολογία που έχει προταθεί από την Hellstrom (2003), ενώ για την κατασκευή των χρονοστρωματογραφικών μοντέλων ανάπτυξης των σταλαγμιτώνχρησιμοποιήθηκε το λογισμικό πρόγραμμα ModAge των Hercman and Pawlak (2012).Οι αναλύσεις των σταθερών ισοτόπων πραγματοποιήθηκαν στο εργαστήριο Hertelendi of Environmental studies, του Ινστιτουτού πυρηνικής έρευνας της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών στην Ουγγαρία, αλλά και στο Ινστιτούτο των Γεωλογικών Επιστημών της Πολωνικής Ακαδημίας Επιστημών στην Βαρσοβία. O σταλαγμίτης MegaloSP3 καλύπτει χρονολογικό εύρος από 14.67ka B.P. εως 8.25ka B.P., ενώ ο σταλαγμίτης MikroSP6 από 55.446ka B.P. εώς 6.379ka B.P. Τα αποτελέσματα έδειξαν οτι ο σταλαγμίτης MegaloSP3 δεν βρισκόταν σε συνθήκες ισοτοπικής ισορροπίας. Ερμηνεύοντας τα αποτελέσματα του Hendy test (Hendy, 1971) παρατηρείται μια συνεχής αύξηση στο λόγο δ18O ως προς την απόσταση από τον κεντρικό άξονα ανάπτυξης του σταλαγμίτη, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο σταλαγμίτης να έχει πιθανόν επηρεαστεί από συνθήκες εξάτμισης.Τα παλαιοκλιματολογικά συμπεράσματα των σταλαγμιτών που αναλύθηκαν στην παρούσα μελέτη, αλλά και η σύγκρισή τους με άλλα παλαικλιματολογικά αρχεία, δείχνουν άμεση και ευαίσθητη αντίδραση του οικοσυστήματος του Μενοικίου Όρους σε σχέση με τις κλιματικές μεταβολές στο Βόρειο Ατλαντικό. Επίσης, συμπεραίνεται ότι η περιοχή του Βορείου Αιγαίου αλλά και γενικότερα της Ανατολικής Μεσογείου, επηρεάστηκε από την ωκεάνια κυκλοφορία και την ωκεάνια μεταφορά θερμότητας στο Βόρειο Ατλαντικό.Η γεωμορφολογική μελέτη με την χρήση τεχνικών τηλεπισκόπησης απέδειξε, ότι οι περισσότερες δολίνες (490), που βρίσκονται σε υψόμετρο μεγαλύτερο από 1000m εντοπίζονται στην υψομετρική ζώνη μεταξύ 1500m και 1700m. Περίπου 160 δολίνες βρίσκονται στα υψηλότερα υψόμετρα μεταξύ 1800m και 1963m, ενώ αντίθετα 150 δολίνες βρίσκονται στην υψομετρική ζώνη μεταξύ 1200m και 1400m. Η ύπαρξη του σπηλαίου του Κιορ Δελικ, το οποίο εντοπίζεται σε υψόμετρο 1643m, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα της προαναφερόμενης ανάλυσης αυτής ενισχύουν την άποψη για την ύπαρξη μια επιφάνειας επιπέδωσης στη ζώνη μεταξύ 1500m και 1700m.Οι γεωφυσικές μέθοδοι ηλεκτρικών διασκοπήσεων, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στην περιόχη της πόλγης της Καλλίπολης, αποκάλυψαν την ύπαρξη καλυμμένων παλαιοκαρστικών δομών. Οι γεωμορφες αυτές, το σχήμα των οποίων μπορεί να συσχετιστεί με αυτό των δολινών, είναι καλυμμένες με λεπτοκλαστικά ιζήματα, το πάχος των οποίων κατά θέσεις φτάνει τα 250m. Ηυψομετρική τους θέση μπορεί να συσχετισθεί με την ύπαρξη του σπηλαίου “Τσιφλίκι” το οποίο παρουσιάζει μορφολογικά επιφρεατικά χαρακτηριστικά. Το γεγονός αυτό ενισχύει την άποψη για την ύπαρξη επιφάνειας επιπέδωσης στην υψομετρική ζώνη στην οποία αναπτύσεται το σπήλαιο (795m)Για τους σκοπούς της έρευνας, πραγματοποιήθηκαν δύο γεωτρήσεις στην πόλγη της Καλλίπολης, ώστε να μελετηθούν οι μαγνητικές ιδιότητες των κλαστικών ιζήμάτων της, αλλά και να εξαχθούν παλαιοκλιματικά συμπεράσματα. Παρά το γεγονός ότι οι μεταβολές στο σήμα των μαγνητικών ιδιοτήτων των ιζημάτων παρουσιάζουν ενδιαφέρουσα εικόνα, δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιήθουν, καθώς δεν βρέθηκε υλικό το οποίο να μπορεί να χρονολογηθεί έτσι ώστε να προσδιοριστεί το χρονικό εύρος των μεταβολών αυτών.Τέλος, χρονολογώντας σπηλαιοθέσεις που καλύπτουν το δάπεδο του Μεγάλου σπηλαίου των Επταμύλων και συσχετίζοντας υψομετρικά την θέση των πηγών του Αγίου Ιωάννη οι οποίες αντικατοπτρίζουν το τοπικό βασικό επίπεδο, ήταν δυνατό να προσδιοριστεί ο ρυθμός πτώσης του βασικού επιπέδου.Ο ρυθμός πτώσης του βασικού επιπέδου προσδιορίστηκε ίσως με 0.45 mmyr-1 τουλάχιστον για τα τελευταία 76.500 χρόνια. Η τιμή αυτή έρχεται σε συμφωνία με την τιμή που υπολογίσθηκε για τον ρυθμό ανύψωσης του Μενοικίου (τουλάχιστον για το δυτικό του τμήμα) η οποία σύμφωνα με τους Tranos and Mountrakis (2004) είναι ίση με 0.5 mmyr-1. Συσχετίζοντας γραμμικά τις υψομετρικές θέσεις των δύο υψηλότερων επιφανειών επιπέδωσης με τη θέση των πηγών του Αγίου Ιώαννη και θεωρώντας το ρυθμό αμετάβλητο, συμπεραίνεται πως η επιφάνεια επιπέδωσης στην περιοχή του σπηλαίου “Τσιφλίκι” δεν μπορεί να είναι νεότερη από 468 ka B.P. Ομοίως, η επιφάνεια επιπέδωσης στην οποία βρίσκεται το σπήλαιο του “Κιορ Δελίκ” δεν μπορεί να είναι νεότερη από 941.5 ka B.P.
The present study examines the landscape evolution of the Menikio Mountain based on morphological features that are evident inside the caves. The various evolutionary stages of the Mountain’s landscape development are dated. In addition, a paleoclimatic reconstruction for the broader area is attempted. For this approach two stalagmites have been selected from the Mikro and Megalo Eptamilon caves. U – series dating techniques were used in order to determine the exact time spam of the records and in order to obtain the paleoclimatic signal, measurements of δ18O and δ13C were performed along the growth axis of the stalagmites.The project employs a range of approaches, using extensive fieldwork inside the caves alongside with laboratory chemical procedures in order to define the paleoenviromental conditions. Also, geographic information systems and remote sensing techniques together with electric resistivity tomographies and borehole data were used in order to define old buried landforms and reconstruct the paleo-landscape of the broader area.For this study and for cave entrances to be defined, G.I.S. applications in combination with ground truth verification were used. High accuracy orthophotomaps (www.ktimatologio.gr) were used in order to identify cave entrances at the vast barren landscape of Menikio Mountain. After the ground truth verification of the caves, extended exploration using alpine caving techniques took place. In the same time or in some cases following the exploration the survey of the caves was conducted using the distox cave survey system.For the reconstruction of the speleogenetic phases the meso and microforms from each cave were mapped and categorized. From this analysis it was clear which of the studied caves represent the position of the old aquifer and in combination with speleothem dating techniques they provide insights on the landscape evolution of the study area.Following the methodology proposed by Hellstrom (2003), uranium–thorium disequilibrium dating has been applied on 48 samples extracted from 7 stalagmites and calcite deposits from different caves. The results from these datings were imported at the ModAge software (Hercman and Pawlak, 2012), in order to reconstruct the chronostratigraphic model of stalagmite development.Stable Isotope measurements on two stalagmites were performed at the laboratories of Hertelendi Laboratory of Environmental studies, Institute for Nuclear Research Hungarian Academy of Sciences in Hungary and at the Institute of Geological Sciences of the Polish Academy of Sciences at the Warsaw Research Centre. The stalagmites are covering a time spam from 14.67ka B.P. to 8.25ka B.P. for the MegaloSP3 stalagmite and from 55.446ka B.P. to 6.379ka B.P. for the MikroSP6. The results showed that MegaloSP3 stalagmite was not in isotopically equilibrium conditions. Examining the Hendy test (Hendy, 1971) results from MegaloSP3 one may suggest that they indicate evaporation, since a consistent enrichment in δ18O with distance from its vertical axis is evident. The paleoclimatological study of these two stalagmites and their comparison with other records revealed a rapid and sensitive climate and ecosystem response to the North Atlantic climatic oscillations showing that the region of North Aegean and the East Meditarranean was climatically influenced by the ocean circulation and ocean heat transport of the North Atlantic.The landscape analysis with the use of remote sensing techniques revealed that the dolines of the highest part (<1000m) of the Menikio Mountain that more than the half population (490) of the dolines are found at the altitudinal zone between 1500m- 1700m. a.m.s.l. Almost, 160 dolines are located at the highest altitudes between 1800m-1963m a.m.s.l. and 150 are lying at the lower elevations between 1200m and 1400m a.m.s.l. The existence of the Kior Delik that lays at 1643m a.ms.l., in combination with the results of the landscape analysis, are suggesting the existence of a paneplain at the same altitudinal zone.The Electric Resistivity Tomographies (E.R.T.) that were applied at the Kallipoli’s polje revealed the presence of a buried paleo karstic surface that is covered from fine-grained sediments of almost 250m of thickness. The presence of this buried surface is correlating with the Tsifliki cave. Tsifliki cave presents clearly epiphreatic features that in combination with the paleo-karstic surface suggesting an old base level found approximately at 750m a.ms.l.Two vibracores were drilled at the polje, in order to study the magnetic signal of the fine-grained sediments and extract paleoclimatic informations on the polje creation. Unfortunatelly, although the variation with depth of the magnetic properties of the sediments is very prominent, no datable material was found and therefore the determination of the time spam that these changes occurred couldn’t be determined.Finally, by dating a speleothem deposit covering the floor of the Megalo Eptamilon cave and correlating its absolute altimetric position with the springs of Agios Ioannis, found at the bottom of the valley, it was possible to date the base level drop rate. The base level drop rate was found to be equal to 0.45mmyr-1 at least for the last 76.5ka. This rate comes in agreement with the uplift rate that was proposed by Tranos and Mountrakis (2004), who studied the tectonic uplift of the Menikio Mountain and they calculated a value equal to 0.5mmyr-1. Using linear correlation it was possible to estimate the youngest possible age for the standstills on which Tsifliki Cave and Kior Delik Cave occur. These dates are estimated to 468ka B.P. and 941.5ka B.P. respectively.

PhD Thesis

Ηλεκτρικές διασκοπήσεις
Σπηλαιογένεση
Φρεατικά σπήλαια
Menikio Mountain
Phreatic caves
Σταλαγμίτες
Φυσικές Επιστήμες
Γεωμορφολογική εξέλιξη
Γεωεπιστήμες και Επιστήμες Περιβάλλοντος
Geomorphological evolution
Σταθερά ισότοπα
Electric resistivity tomographies
Stable isotopes
Natural Sciences
Μενοίκιο όρος
Παλαιοκλιματικές μεταβολές
Paleoclimatic reconstruction
Speleogenesis
Stalagmites
Earth and Related Environmental Sciences


Αγγλική γλώσσα

2014


Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ)
Aristotle University Of Thessaloniki (AUTH)

BY



*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.