Given the increased social awareness that entails Children's Health, studies on the pathobiology of pediatric neoplasia has always been a topic of cutting-edge research. This is especially perinent in childhood acute lymphoblastic leukemia (ALL) research, since this disorder constitutes about 80% of all pediatric cancers. The cytogenetic study confers to the accurate diagnosis, prognostic evaluation and classification of this group of diseases. The detection of chromosomal abnormalities contributes to the choice of the optimal treatment protocol per case as well as to the follow up of the patients after treatment.In the present study, we performed karyotypic analyses on 85 bone marrow diagnostic samples from Greek pediatric patients suffering from ALL. All the patients were further studied by FISH methodology using commercially available probes for the detection of the ETV6-RUNX1 and BCR-ABL fusion genes, MLL gene rearrangements and 9p21 deletions, as well as for the existence of hyperdiploidy or hypodiploidy. The karyotypic and molecular cytogenetic findings were correlated with other known prognostic markers including gender, age, immunophenotype and the total number of white blood cells at diagnosis. The aim was to identify all the critical cytogenetic and clinical patient characteristics that would allow their classification into high and low risk prognostic groups and the choice of the optimal per case therapeutic approach.The results of the study revealed that the cytogenetic profile of Greek patients suffering from ALL do not differ from the corresponding cytogenetic data described in other large studies worldwide. The patients that seem to have the best prognosis are young (1-9 years), present low white blood cell counts at dianosis (<50000/mm3) and are diagnosed with B-ALL. These patients are most likely to be positive for the presence of hyperdiploidy and the reciprocal translocation t(12;21). The homozygous deletions of the 9p21/CDKN2A locus appear to be associated with high-risk prognostic markers (older age, T-ALL immunophenotype, high white blood cell counts). Thus, patients carrying these aberrations could potentially be included in the high-risk prognostic group.
Δεδομένης της αυξημένης κοινωνικής ευαισθησίας στην υγεία των παιδιών, η μελέτη της παθοβιολογίας των παιδιατρικών νεοπλασιών αποτελεί αντικείμενο έρευνας αιχμής. Αυτό συμβαίνει ιδιαιτέρως στην παιδική οξεία λεμφολαστική λευχαιμία (ΟΛΛ), αφού μάλιστα αποτελεί το 80% περίπου του συνόλου των παιδιατρικών νεοπλασιών. H ανίχνευση των χρωμοσωματικών αλλοιώσεων, συμβάλει στη διάγνωση, την ακριβή τυποποίηση της νόσου, στην προγνωστική αξιολόγηση, την επιλογή του κατάλληλου θεραπευτικού πρωτοκόλλου και τον έλεγχο του θεραπευτικού αποτελέσματος. Στην παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε καρυοτυπική ανάλυση δειγμάτων μυελού των οστών (ΜΟ) 85 Ελλήνων παιδιατρικών ασθενών με ΟΛΛ στη διάγνωση. Όλοι οι ασθενείς μελετήθηκαν περαιτέρω με τη μεθοδολογία FISH και τη χρήση εμπορικά διαθέσιμων ιχνηθετών ειδικών για την ανίχνευση των υβριδικών γονιδίων ETV6-RUNX1 και BCR-ABL, των αναδιατάξεων του γονιδίου MLL, των ελλείψεων στην περιοχή 9p21 και την ύπαρξη υπερδιπλοειδίας και υποδιπλοειδίας. Έγινε συσχέτιση των καρυοτυπικών και μοριακών κυτταρογενετικών ευρημάτων με άλλους γνωστούς προγνωστικούς δείκτες που περιλαμβάνουν το φύλο, την ηλικία, τον ανοσοφαινότυπο και τον αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων στη διάγνωση. Ο στόχος ήταν η αναγνώριση των κρίσιμων κυτταρογενετικών και κλινικών χαρακτηριστικών των ασθενών ώστε να καταστεί δυνατή η κατάταξή τους σε ομάδες υψηλού και χαμηλού κινδύνου οδηγώντας στην επιλογή της βέλτιστης θεραπείας κατά περίπτωση.Tα συνολικά αποτελέσματα της διατριβής δείχνουν ότι οι Έλληνες παιδιατρικοί ασθενείς με ΟΛΛ παρουσιάζουν αντίστοιχο πρότυπο εμφάνισης κυτταρογενετικών αλλοιώσεων με μεγάλες μελέτες σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι ασθενείς που φαίνεται να έχουν την καλύτερη πρόγνωση είναι μικρής ηλικίας (1-9 έτη), με αριθμό λευκών αιμοσφαιρίων <50000/mm3 και Β-ανοσοφαινότυπο. Αυτοί οι ασθενείς είναι πιθανότερο φέρουν υπερδιπλοειδία, ή την ειδική αμοιβαία μετάθεση t(12;21). Οι ομόζυγες ελλείψεις στην περιοχή 9p21/CDKN2A σχετίζονται με κλινικούς δείκτες κακής πρόγνωσης (≥10 έτη, Τ-ΟΛΛ, υψηλό αριθμό λευκών). Η ανίχνευση των ελλείψεων αυτών, φαίνεται να κατατάσει τους ασθενείς που τις φέρουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου.