This study focuses on the paniyiries held on the Greek island of Ikaria, in a historical depth that was defined by the archival material, brought to the forefront in the course of a long-term field research; the 17th century. Its historical limit was posed by the epistemological and theoretical choices of the researcher; the 20th century. It aims at an anthropological understanding of Ikarian society, with its vehicle being a particular cultural practice, as it has been reproduced and has changed in the course of time. The theoretical and methodological scheme through which I approach this cultural practice draws heavily from theoretical discussions relative to the gift and the commons. These concepts, which have emerged from fieldwork, are used for their analytic strength/potentiality and, on their basis, the research material has been organized. A basic position this study holds -and at the same time an object of documentation- is that Ikarian paniyiries are the epitome of a gift economy, which, in turn, is inextricably intertwined with a long tradition of the commons or a “culture of common-fields”. Continuities, discontinuities and breaks, inscribed on the ephemeral chronotopes of paniyiries of different historical eras, bring to the fore historical procedures of enclosures of the commons as well as of their opposite move, procedures of creation and regeneration of commons (or dis-enclosures). Offering, the moral coin that has diachronically circulated in the local gift economy, is materialized in “common-good purposes”. These, in turn reproduce and renew/ regenerate the village commons or create new commons within and outside the geographical limits of each village. At the same time, every time a paniyiri is held, collective identities, emerging from participation in chronotopes of “we”, are reproduced. However, the achievement of an “all together” is never a given; on the “Janus face” of the paniyiries are revealed the multiple and controversial potentialities opened each time, in the chronotope of a paniyiri.
Αυτή η μελέτη εστιάζει στα πανηγύρια στο νησί της Ικαρίας, σε χρονικό βάθος που καθορίστηκε από το αρχειακό υλικό που έφερε στην επιφάνεια η μακροχρόνια έρευνα πεδίου, τον 17ο αιώνα, και σε χρονικό όριο που τέθηκε από τις επιστημολογικές και θεωρητικές επιλογές της ερευνήτριας, τον 20ό αιώνα. Αποσκοπεί σε μια ανθρωπολογική κατανόηση της κοινωνίας της Ικαρίας, με όχημα τη συγκεκριμένη πολιτισμική πρακτική, όπως αυτή έχει αναπαραχθεί και μετασχηματιστεί στη διάρκεια του χρόνου. Το θεωρητικό και μεθοδολογικό σχήμα, με το οποίο προσεγγίζονται τα πανηγύρια της Ικαρίας, αντλεί σημαντικά από τις θεωρητικές συζητήσεις τις σχετικές με το δώρο και τα κοινά. Οι έννοιες αυτές, που προέκυψαν από την έρευνα πεδίου, αξιοποιούνται για την ευρετική τους δύναμη και στη βάση τους οργανώνεται το πραγματολογικό υλικό της έρευνας. Βασική θέση της παρούσας μελέτης -και, ταυτόχρονα, ζήτημα προς τεκμηρίωση- είναι ότι τα πανηγύρια της Ικαρίας δεν είναι παρά η επιτομή μιας οικονομίας του δώρου, η οποία με τη σειρά της θεμελιώνεται και πλέκεται αξεδιάλυτα με μια μακραίωνη παράδοση των κοινών ή «κουλτούρα των κοινών γαιών». Οι συνέχειες, ασυνέχειες και ρήξεις, που εγγράφονται στον εφήμερο χρονότοπο των πανηγυριών διαφορετικών ιστορικών εποχών, φέρνουν στην επιφάνεια ιστορικές διαδικασίες περιφράξεων των κοινών, όπως και της αντίθετης κίνησης, της δημιουργίας και ανανέωσης των κοινών ή των από-περιφράξεών τους. Η προσφορά, το ηθικό νόμισμα που κυκλοφορεί διαχρονικά στην τοπική οικονομία του δώρου, αποκρυσταλλώνεται σε κοινωφελή έργα. Αυτά, με τη σειρά τους, αναπαράγουν και ανανεώνουν τα κοινά των χωριών του νησιού ή δημιουργούν νέα κοινά εντός και εκτός των γεωγραφικών ορίων των χωριών. Παράλληλα, κάθε φορά που τελείται ένα πανηγύρι ανανεώνονται οι ταυτότητες που απορρέουν από τη συμμετοχή σε χρονότοπους του «εμείς». Ωστόσο, η επίτευξη ενός «όλοι μαζί» δεν είναι ποτέ δεδομένη· στο Ιανό πρόσωπο των πανηγυριών αποκαλύπτονται οι πολλαπλές και αντιφατικές δυνατότητες που διανοίγονται κάθε φορά στον χρονότοπο ενός πανηγυριού.