The concept of hyperreality and the phenomenon of the precession of the simulacra has been extensively discussed by postmodernist scholars and thinkers in the past. However, this has not been done to the same extent, as far as the field of study of acoustic reality is concerned. With this research, we wanted to examine the above phenomena in the context of sound studies and sound art. As a consequence the discussion shifted to the concept of sonic hyperreality and the recognition and analysis of the corresponding aural simulacra. With the hypothesis that the audio signal can be read as a signifier-signified construction, we carried out a reduction of the successive orders of the image, as defined by J. Baudrillard, to the corresponding orders of the heard. Thus emerged the sacramental order, the order of maleficence, the order of sorcery and that of pure aural simulacra. The sacramental order is about aural simulacra, which are an exact copy of a profound acoustic reality. Simulacra of the order of maleficence distort an abstract acoustic reality. In the order of sorcery, the simulacrum hides the absence of an acoustic reality, while pure aural simulacra have no relation to any acoustic reality whatsoever. Utilizing phonography and the amalgamation of realities, acoustic biomimetics and autopoietic modes of creation, the auralizing of things out of nothing and the creative use of the field of audio archaeology, the resulting artworks highlighted the special characteristics of each class of aural simulacra, their relationship to acoustic reality and the catalytic role of media and perception in the ontological transformation of the audio signal.
Η έννοια της υπερπραγματικότητας και το φαινόμενο της προπόρευσης των ομοιωμάτων έχει συζητηθεί στο παρελθόν από λόγιους του μεταμοντερνισμού. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν έχει πραγματοποιηθεί στον ίδιο βαθμό, όσον αφορά το πεδίο μελέτης της ακουστικής πραγματικότητας. Με την παρούσα έρευνα θελήσαμε να εξετάσουμε τα παραπάνω φαινόμενα στο πλαίσιο μελέτης των τεχνών του ήχου. Ως συνέπεια η συζήτηση μετατοπίστηκε στην έννοια της ηχητικής υπερπραγματικότητας και την αναγνώριση και ανάλυση των αντίστοιχων ακουστικών ομοιωμάτων. Με την υπόθεση εργασίας πως το ηχητικό σήμα μπορεί να αναγνωσθεί ως ένα σύστημα σημαίνοντος-σημαινομένου, πραγματοποιήσαμε μία αναγωγή των διαδοχικών τάξεων της εικόνας, όπως τις ορίζει ο J. Baudrillard, στις αντίστοιχες τάξεις του ακούγεσθαι. Με αυτό τον τρόπο αναδύθηκε η μυστηριακή τάξη, η τάξη του κακού, η τάξη της μαγείας και εκείνη των αμιγών ακουστικών προσομοιωμάτων. Η μυστηριακή τάξη αφορά ακουστικά ομοιώματα, τα οποία είναι ακριβή αντίγραφα κάποιας ριζικής ακουστικής πραγματικότητας. Τα ακουστικά ομοιώματα της τάξης του κακού διαστρεβλώνουν κάποια αφηρημένη ακουστική πραγματικότητα. Στην τάξη της μαγείας τα ομοιώματα αποκρύπτουν την απουσία κάποιας ακουστικής πραγματικότητας, ενώ τέλος τα αμιγή ακουστικά προσομοιώματα δεν έχουν σχέση με οποιαδήποτε ακουστική πραγματικότητα. Μέσα από τη φωνογραφία και την αμαλγάμωση πραγματικοτήτων, την ακουστική βιομιμητική και διάφορους αυτοποιητικούς τρόπους δημιουργίας, την ακουστικοποίηση πραγμάτων από το τίποτα και τη δημιουργική χρήση της επιστήμης της ηχητικής αρχαιολογίας, το παραγόμενο καλλιτεχνικό έργο ανέδειξε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εκάστοτε τάξης ακουστικών ομοιωμάτων, τη σχέση τους με την ακουστική πραγματικότητα και τον καταλυτικό ρόλο των μέσων και της αντίληψης κατά την οντολογική μεταμόρφωση του ηχητικού σήματος.