Η διατριβή παρακολουθεί μεταβολές που λαμβάνουν χώρα από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 2010 στην Αθήνα και τα Σκόπια, με ιδιαίτερη εστίαση στη σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή και έκθεση. Οι σχέσεις των δύο πόλεων ανακινήθηκαν με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών το 2018. Όμως η Αθήνα και τα Σκόπια, στην ημιπεριφέρεια της Ευρώπης και εντός ή υπό ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συνδέονται μεταξύ τους και με άλλους τρόπους. H περίοδος που με απασχολεί χαρακτηρίζεται και στις δύο πόλεις από συνθήκες που, παρά τις σημαντικές διαφορές τους, διαμορφώνονται μέσα από μέτρα λιτότητας και τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, σε συνδυασμό με την προβολή εθνοπατριαρχικών αφηγημάτων. Ακολουθώντας τα νήματα που ξετυλίγουν τα καλλιτεχνικά έργα που μελετώ, αναδεικνύεται το πώς η σύγχρονη τέχνη ανταποκρίνεται πολυφωνικά σε αυτές τις μεταβολές. Προτείνει διαφορετικούς τρόπους οργάνωσης και έκθεσης, συνδιαλέγεται με κινητοποιήσεις που λαμβάνουν χώρα στις δύο πόλεις και επεξεργάζεται παλιές και νέες μνήμες, την πολιτισμική κληρονομιά, ιδέες γύρω από μια ευρωπαϊκή ανωτερότητα, καθώς και επίσημα αφηγήματα για την πόλη. Την ίδια στιγμή, η τέχνη συμμετέχει τόσο στην επαναδιαπραγμάτευση δημόσιων εικόνων για τις δύο πόλεις, όσο και σε διαδικασίες αστικού «εξευγενισμού», ως φορέας ή/και ως σχολιάστριά τους. Τέλος, η διατριβή αποτελεί μια ανθρωπολογία της τέχνης και διά της τέχνης. Διερευνά και προτείνει τρόπους συνομιλίας μεταξύ τους, αλλά και μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων, μέσα και από τη δική μου καλλιτεχνική παραγωγή με επίκεντρο την τροφή, ως καλλιτέχνιδας που συμμετέχει η ίδια στο εθνογραφικό «πεδίο».
This dissertation examines changes taking place in Athens and Skopje between the late 2000s and the late 2010s. In particular, it focuses on contemporary artistic production and exhibition. The signing of the Prespa Agreement in 2018 has stimulated relations between the two cities. However, Athens and Skopje, located in the semi-periphery of Europe and either within or aspiring to join the European Union, are interconnected in other ways, too. Despite the differences in each city, the research period, is characterised by austerity measures and the devaluation of the welfare state, along with the promotion of ethno-patriarchal narratives. Following the threads unraveled by the artworks in study, it becomes clear that contemporary art responds to these transformations in polyphonic ways. It proposes different modes of organisation and exhibition, engages with the mobilisations taking place in both cities, as well as with old and new memories, cultural heritage, ideas of European superiority, and official narratives about the city. At the same time, art partakes in the negotiation of public images of both cities, as well as in processes of gentrification, acting as their agent and/or a commentator. Finally, this dissertation is an anthropology of art and through art. It explores and proposes dialogues between art and anthropology, but also between Athens and Skopje, also through my own artistic production (focused on food), myself being an artist participating in the ethnographic “field”.