This tritease examines religiosity in E. Erikson's theory. From the systematic review of all of Erikson's works (qualitative research), making use of every secondary, it is verified; a) Erikson's personal and interest in research in religious and religious ( noumenal ) experiences, b) the comparative (mixed) interpretation – together with psychoanalytic elements ― of Judeo-Christian Tradition, c) the positive ― most of circumstances, when i.e. it does not betray faith (trust) or does not fall into secularization ― contribution of religiosity/ spirituality to mental, moral, social, political and cultural life, and d) the important role religiosity―mainly through "basic trust" and ritual―in the formation, both mental identity and each young person, as well as the integrity of the ones of the third age. With the above specifics, this research answers our initial assumptions, that Erikson? a) accepts in terms of definition of religion faith in a “transcendent” reality, b ) recognize a moral purpose in human life, c) admits that it is possible for man to truly and authentic experiences, d) agrees the humans adopt some kind of pattern in their lives, e) endorses the social structure and organization of religion, f) emphasizes the psycho-pedagogical, moral, socio-cultural and psycho-therapeutic value of ritual, and g) is in favor of universal human unity and integrity.
Η παρούσα διατριβή εξετάζει τή θρησκευτικότητα στη θεωρία τού E. Erikson. Από τή συστηματική διασκόπηση όλων των έργων τού Erikson (ποιοτική έρευνα), αξιοποιώντας επικουρικά και κάθε δευτερεύουσα πηγή, διαπιστώνεται: α) το προσωπικό και ερευνητικό ενδιαφέρον τού Erikson για τη θρησκεία και τις θρησκευτικές (νουμενικές) εμπειρίες, β) η συγκρητιστική (μικτή) ερμηνεία ―μαζί με ψυχαναλυτικά στοιχεία― της ιουδαιοχριστιανικής Παράδοσης, γ) η θετική ―τις περισσότερες φορές, όταν δηλ. δεν προδίδει τήν πίστη (εμπιστοσύνη) ή δεν περιπίπτει στην εκκοσμίκευση― εισφορά τής θρησκευτικότητας/πνευματικότητας στον ψυχικό, ηθικό, κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό βίο, και δ) ο σημαντικός ρόλος τής θρησκευτικότητας ―κυρίως μέσω τής «βασικής εμπιστοσύνης» και του τελετουργικού― στη διαμόρφωση, τόσο τής ψυχικής ταυτότητας του κάθε νέου ανθρώπου, όσο και στην ακεραιότητα των προσώπων τής τρίτης ηλικίας. Με τα ως άνω δεδομένα, η έρευνα αυτή απαντά στις αρχικές μας υποθέσεις, ότι ο Erikson: α) αποδέχεται ως προς τον ορισμό τής θρησκείας τήν πίστη σε μια «υπερβατική» πραγματικότητα, β) αναγνωρίζει ένα ηθικό σκοπό στη ζωή τού ανθρώπου, γ) συνομολογεί ότι ο άνθρωπος είναι δυνατόν αληθινά να βιώσει αυθεντικές νουμενικές εμπειρίες, δ) συμφωνεί ότι οι άνθρωποι υιοθετούν κάποιο πρότυπο στη ζωή τους, ε) επικροτεί τήν κοινωνική δομή και οργάνωση της θρησκείας, στ) εξαίρει τήν ψυχοπαιδαγωγική, ηθική, κοινωνικο-πολιτισμική και ψυχο-θεραπευτική αξία τού τελετουργικού, και ζ) τάσσεται υπέρ τής πανανθρώπινης ενότητας και ολοκληρίας.