Η παρούσα εργασία προσπαθεί να πραγματευτεί τις έννοιες της ενδεχομενικότητας και της αναγκαιότητας στο θεωρητικό έργο δύο μεγάλων φιλοσόφων του 20ου αιώνα του Αλτουσέρ και του Φουκώ. Η ανάλυσή μας γίνεται υπό το πρίσμα βασικών κατηγοριών του διαλεκτικού υλισμού, περισσότερο της έννοιας της ουσίας, αλλά και της ανόδου από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο, όπως αυτές σκιαγραφούνται στο έργο σοβιετικών φιλοσόφων ιδιαίτερα του Ιλιένκοφ, αλλά και των Βαζιούλιν, Σεπτούλιν, Ρόζενταλ, Βολοσίνοφ κ.α.. Η ουσία στο πλαίσιο αυτής της προοπτικής αποτελεί μία εσωτερική σχέση, η οποία διαθέτει ένα μεγαλύτερο βαθμό σταθερότητας από τα φαινόμενα τα οποία μπορούν να αναχθούν σε αυτή. Τόσο τα φαινόμενα, όσο και η ουσία είναι διαδικασίες, η δεν αποτελεί αιώνια υπόσταση και δεν βρίσκεται σε ένα μεγαλύτερο οντολογικό βάθος σε σχέση με τα φαινόμενα. Η ανάλυση μας επιδιώκει να διερευνήσει αν και κατά πόσο οι Αλτουσέρ και Φουκώ προχωρούν σε μία υπαγωγή της αναγκαιότητας στην ενδεχομενικότητα, στις διάφορες φάσεις της θεωρητικής παραγωγής τους. Πιο συγκεκριμένα, εάν και πως η άρνηση της ουσίας με το προαναφερθέν περιεχόμενο τους οδηγεί στην πρωτοκαθεδρία του ενικού έναντι του γενικού, στην θεώρηση των σχέσεων των ενικών αντικειμένων ως εξωτερικών και συνεπαγόμενα στην απολυτοποίση της ενδεχομενικότητας μέσα από την υπαγωγή σε αυτή της αναγκαιότητας. Διερευνούμε την σχέση των παραπάνω κατευθύνσεων σκέψεις στον Αλτουσέρ και στον Φουκώ με τον νομιναλισμό και τον θετικισμό, αλλά και με την αντίληψη ότι ένα μέρος του κόσμου μας είναι αδύνατον να γνωσθεί από την φύση του.
This paper tries to deal with the concepts of contingency and necessity in the theoretical work of two great philosophers of the 20th century, Althusser and Foucault. Our analysis is done in the light of basic categories of dialectical materialism, particularly these of essence, but also of the ascent from the abstract to the concrete, as outlined in the work of Soviet philosophers, especially Ilyenkov, but also Vaziulin, Septulin, Rosenthal, Volosinov and others. The essence in the context of this perspective is an internal relation, which has a greater degree of stability than the phenomena that can be reduced to it. Both the phenomena and the substance are processes, essence is not an eternal substance and is not in a greater ontological depth than the phenomena. Our analysis seeks to investigate whether and to what extent Althusser and Foucault proceed in a subordination of necessity to contingency, in the various phases of their theoretical production. More specifically, if and how the denial of the essence, with the aforementioned content, leads them to the primacy of the singular over the general, to the consideration of the relations of the singular objects as external and consequently to the absolutization of contingency through the subjection to that of necessity. We investigate the relationship of the above directions of thought in Althusser and Foucault with nominalism and positivism, but also with the perception that a part of our world is, by its nature, impossible to know.