Η καρδιακή ανεπάρκεια αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες εισαγωγής στο νοσοκομείο παγκοσμίως και χαρακτηρίζεται από ποσοστά επανεισαγωγών που προσεγγίζουν το 50%. Οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια εμφανίζουν υψηλό φορτίο συννοσηροτήτων, ως εκ τούτου συχνά εισάγονται για μη καρδιακά αίτια και αντιμετωπίζονται σε παθολογικές κλινικές. Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση των διαφορών στα βασικά χαρακτηριστικά, την ενδονοσοκομειακή διαχείριση και την ενδονοσοκομειακή και βραχυπρόθεσμη έκβαση ανάμεσα στους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια που εισάγονται σε καρδιολογικές κλινικές και τους ασθενείς που εισάγονται σε παθολογικές κλινικές. Πρόκειται για μια προοπτική μελέτη παρατήρησης ασθενών η οποία έλαβε χώρα στην Α΄Καρδιολογική Κλινική, την Α’ Παθολογική Κλινική και την Α’ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική του ΑΠΘ. Καταγράφηκαν διαδοχικοί ασθενείς με πρωταρχική ή δευτερεύουσα διάγνωση καρδιακής ανεπάρκειας και συλλέχθηκαν στοιχεία για τα χαρακτηριστικά, τις συννοσηρότητες, τη φαρμακευτική αγωγή και την έκβαση των ασθενών σε διάστημα παρακολούθησης 6 μηνών μετά το εξιτήριο. Το πρωτογενές καταληκτικό σημείο της μελέτης ήταν το σύνθετο καταληκτικό σημείο της ενδονοσοκομειακής θνητότητας και επανανοσηλείας για καρδιακή ανεπάρκεια στις 30 ημέρες. Συνολικά, 302 ασθενείς συμμετείχαν στη μελέτη. Το 45% των ασθενών νοσηλεύθηκε σε Παθολογική κλινική. Οι ασθενείς που εισήχθησαν σε παθολογική κλινική ήταν μεγαλύτερης ηλικίας [ 81 (38-94) έναντι 76 (44-90), p<0.001] με ηπιότερα συμπτώματα και σημεία καρδιακής ανεπάρκειας κατά την εισαγωγή. Η ενδονοσοκομειακή θνητότητα ήταν υψηλότερη για τους παθολογικούς ασθενείς [21% έναντι 6%, p<0.001]. Οι ασθενείς που νοσηλεύθηκαν σε παθολογικές κλινικές είχαν σημαντικά αυξημένο κίνδυνο για το σύνθετο καταληκτικό σημείο της ενδονοσοκομειακής θνητότητας και των επανανοσηλειών για απορρύθμιση καρδιακής ανεπάρκειας στις 30 ημέρες, τόσο κατά την μονοπαραγοντική [OR: 3.2, 95% CI (1.8–5.7); p < 0.001] όσο και κατά την πολυπαραγοντική ανάλυση [OR 3.74, 95% CI (1.72–8.12); p = 0.001]. Επιπλέον, οι παθολογικοί ασθενείς είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο επανανοσηλειών για απορρύθμιση καρδιακής ανεπάρκειας στους 6 μήνες [HR 1.65, 95% CI (1.1, 2.4), p = 0.01]. Σε αυτή την πραγματικού κόσμου κοόρτη ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια βρέθηκαν σημαντικές διαφορές στα χαρακτηριστικά και την έκβαση ανάμεσα στους ασθενείς που νοσηλεύθηκαν σε παθολογικές και καρδιολογικές κλινικές. Συνεπώς, θα ήταν χρήσιμη η εφαρμογή στρατηγικών για την πρόληψη των επανεισαγωγών σε αυτό τον πληθυσμό ασθενών.
Heart failure (HF) is among the leading causes of unplanned hospital admissions worldwide. Patients with HF carry a high burden of comorbidities; hence, they are frequently admitted for non-cardiac conditions and managed in Internal Medicine Departments (IMD). The aim of our study was to investigate differences in demographics, in-hospital management, and short-term outcomes of HF patients admitted to IMD vs. cardiology departments (CD). A prospective cohort study enrolling consecutive patients with acutely decompensated HF either as primary or as secondary diagnosis during the index hospitalization was conducted. Our primary endpoint was a combined endpoint of in-hospital mortality and 30-day rehospitalization for HF. A total of 302 patients participated in the study, with 45% of them admitted to IMD. Patients managed by internists were older with less pronounced HF symptoms on admission. In-hospital mortality was higher for patients admitted to IMD vs. CD (21% vs. 6%, p < 0.001). The composite endpoint of in-hospital death and heart failure hospitalizations at 30 days post-discharge was higher for patients admitted to IMD both in univariate [OR: 3.2, 95% CI (1.8–5.7); p < 0.001] and in multivariate analysis [OR 3.74, 95% CI (1.72–8.12); p = 0.001]. In addition, the HF rehospitalization rate at 6 months after discharge was higher in IMD patients [HR 1.65, 95% CI (1.1, 2.4), p = 0.01]. Overall, HF patients admitted to IMD have worse short-term outcomes compared to patients admitted to CD.