H παρούσα διατριβή παρουσιάζει ένα κριτικό πλαίσιο που αναγνωρίζει την αμοιβαία σχέση μεταξύ της αισθητικής ανοικείωσης και της συναισθηματικής αποξένωσης στο Αγγλόφωνο μυθιστόρημα του εικοστού αιώνα. Εξετάζοντας την ανοικείωση και την αποξένωση ως ενωτικές αισθητικές φόρμες και συναισθήματα – καθώς και κριτικούς όρους – η διατριβή υποστηρίζει ότι αυτή η αλληλεπίδραση δημιουργεί μορφές «σύνδεσης μέσω της απόστασης». Συγκεκριμένα, η μελέτη μου ασχολείται με το πώς η διαδικασία της αισθητικής ανοικοίωσης απεικονίζει μορφές σύνδεσης αναπαραστατικά, μεταξύ χαρακτήρων που αναπαρίστανται ως αποξενωμένοι, αλλά και φαινομενολογικά, μεταξύ ενός αποξενωμένου αναγνώστη και του αισθητικού αντικειμένου. Η ανίχνευση αυτή στη λογοτεχνική κριτική του εικοστού αιώνα αποκαλύπτει τη δυνατότητα της αποξένωσης ως μορφή σύνδεσης, υποδεικνύοντας έτσι μια πιο διαλεκτική σχέση μεταξύ εγγύτητας και απόστασης. Για να δείξω την ευρεία εμβέλεια αυτής της τάσης στον εικοστό αιώνα, εξετάζω την αλληλεπίδραση μεταξύ της ανοικείωσης, της αποξένωσης και της σύνδεσης σε μυθιστορήματα των Virginia Woolf, George Lamming, Beryl Gilroy, Christine Brooke-Rose και Kazuo Ishiguro. Έχοντας την κατηγορία του μυθιστορήματος ως κεντρικό σημείο αναφοράς, εξετάζω συγκριτικά συγγραφείς από διαφορετικές λογοτεχνικές παραδόσεις και διαφορετικές μυθιστορηματικές κατηγορίες. Αυτός ο νέος τρόπος ομαδοποίησης, παράλληλα με, αλλά και πέρα από, αναγνωρίσιμες κατηγορίες λογοτεχνικής ταξινόμησης, αναδεικνύει μια νέα παράδοση στο Αγγλόφωνο μυθιστόρημα του εικοστού αιώνα. Αυτή η παράδοση επιστρέφει χαρακτήρες και αναγνώστες σε αναδιαμορφωμένες μορφές συλλογικής ύπαρξης μέσω μιας νέας αισθητικής του ανήκειν που επιτυγχάνεται μέσω μορφών ανοικείωσης, αποξένωσης, και σύνδεσης μέσω απόστασης.
This thesis argues for a critical framework that recognises the mutually reinforcing interconnection between aesthetic defamiliarisation and affective estrangement in the twentieth-century Anglophone novel. By examining the potential of defamiliarisation and estrangement as relational-connective aesthetics and affects of strangeness – alongside productive critical practices – this thesis advances that this heretofore unexamined interplay uniquely gives rise to affective forms of “connecting-through-distance”. Specifically, my study attends to how the process of aesthetic making strange illustrates forms of connection representationally, among characters who are represented as estranged, but also phenomenologically, between an estranged reader and the aesthetic object. Tracing alternative contours of the estranging and the connective in twentieth-century literary criticism reveals the potential of isolation as a forger of connection, thus indicating a more dialectical relationship between proximity and distance. To show the wide reach of this tendency across the twentieth century, I chart the interplay between defamiliarisation, estrangement, and connection in novels by Virginia Woolf, George Lamming, Beryl Gilroy, Christine Brooke-Rose, and Kazuo Ishiguro. Having the category of the novel as a central anchoring point helps draw connections but also continuities among writers from different traditions and across different novelistic categories. This new way of grouping, alongside but also beyond recognisable categories of literary classification, surfaces a new tradition in the twentieth-century Anglophone novel. This tradition returns characters and readers to reconfigured forms of collective being by way of a new aesthetics of belonging achieved through forms of defamiliarisation, estrangement, and connecting-through-distance.