The present dissertation is a theoretical study of the state crime phenomenon in terms of traditional criminological reasoning. State crime had been criminologically neglected for a long time, while afterwards became a subject of research for mainly critical criminology and international criminal law. The author motivated by debated issues on the attribution of principal responsibility to powerful individuals and entities as perpetrators, seeks such a description of state crime in order to facilitate the disclosure and imputation of the primarily responsible and contribute to future initiatives on prevention. In accordance with traditional criminological theory, state crime is perceived as fact, caused by human action. Methodologically the theoretical approach is dissociated from normative frameworks and oriented towards ontology, social reality and descriptive observations. The extant definitions are thoroughly discussed as well as the concepts of crime and state. The presented and proposed concept includes definition of state crime, phenomenology and etiology in the form of an explanatory model. In this context, unregulated harmful activities long noted in criminology, such as the involvement of the International Monetary Fund and World Bank in failed countries, are used as example to test the utility of the adopted definition. The study concludes with the presentation of a model of fundamental principles targeting at prevention.
Η παρούσα διδακτορική διατριβή αποτελεί θεωρητική μελέτη του φαινομένου του κρατικού εγκλήματος στο πλαίσιο της παραδοσιακής εγκληματολογίας. Το κρατικό έγκλημα είχε αγνοηθεί εγκληματολογικά για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ αργότερα, ως αντικείμενο έρευνας και μελέτης απασχόλησε κυρίως την κριτική εγκληματολογία και το διεθνές ποινικού δίκαιο. Η συγγραφέας με έρεισμα τα αμφισβητούμενα ζητήματα σχετικά με την απόδοση αυτουργικής ευθύνης σε ισχυρά πρόσωπα και οντότητες, επιδιώκει μια περιγραφή του κρατικού εγκλήματος κατάλληλη, ώστε να διευκολύνει την κατάδειξη και τον καταλογισμό των κυρίως υπεύθυνων και να συμβάλλει σε μελλοντικές δράσεις πρόληψης. Ακολουθώντας την παραδοσιακή εγκληματολογική θεώρηση το έγκλημα του κράτους γίνεται αντιληπτό ως γεγονός και αποτέλεσμα ανθρώπινης ενέργειας. Μεθοδολογικά η ανθρωποκεντρική θεωρητική αυτή προσέγγιση απομακρύνεται από κανονιστικά πλαίσια και προσανατολίζεται στην οντολογία, την κοινωνική πραγματικότητα και την περιγραφική διάσταση των εννοιών. Εξετάζονται διεξοδικά οι υπάρχοντες ορισμοί που αποδίδονται στο κρατικό έγκλημα, αλλά και οι έννοιες του εγκλήματος και του κράτους ξεχωριστά. Το εννοιολογικό σχήμα που παρουσιάζεται και προτείνεται, περιλαμβάνει ορισμό του κρατικού εγκλήματος, τυπολογία και αιτιολογία με τη μορφή ενός επεξηγηματικού μοντέλου. Στο πλαίσιο αυτό, επιζήμιες δράσεις αρρύθμιστες νομικά αλλά που έχουν κινήσει το ενδιαφέρον της εγκληματολογίας, όπως η ανάμειξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας σε χρεωκοπημένες χώρες, αξιοποιούνται ως παράδειγμα για τη χρησιμότητα του προτεινόμενου ορισμού. Η μελέτη ολοκληρώνεται με την παρουσίαση ενός μοντέλου θεμελιωδών αρχών προς τον σκοπό της πρόληψης.