Εισαγωγή: Ο μη μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα (ΜΜΚΠ) συνοδεύεται από εύρος συμπτωμάτων και σχετίζεται με κακή πρόγνωση και σημαντικά μειωμένη ποιότητα ζωής. Η ανοσοθεραπεία (ΑΝΘ) και η χημειοθεραπεία (ΧΜΘ), αν και βελτιώνουν το προσδόκιμο επιβίωσης, συνδέονται με μειωμένη λειτουργικότητα λόγω της τοξικότητας που προκαλούν. Σκοπός: Σκοπός της μελέτης ήταν η εκτίμηση της ποιότητας ζωής των ασθενών με ΜΜΚΠ που λαμβάνουν δεύτερης γραμμής ΧΜΘ έναντι αυτών που λαμβάνουν δεύτερης γραμμής ΑΝΘ, η αξιολόγηση των συμπτωμάτων που σχετίζονται με τη νόσο και τη θεραπεία της και η διερεύνηση της συχνότητας των ψυχολογικών συμπτωμάτων, όπως το άγχος και η κατάθλιψη. Μεθοδολογία: Πρόκειται για μία συγκριτική, προοπτική, μη τυχαιοποιημένη μελέτη παρακολούθησης. Συνολικά, με δειγματοληψία ευκολίας, συλλέχθηκαν 111 ασθενείς με ΜΜΚΠ, 61 υπό ΧΜΘ και 50 υπό ΑΝΘ δεύτερης γραμμής, από δύο νοσοκομεία της Αθήνας το χρονικό διάστημα Ιανουάριος 2020 – Δεκέμβριος 2021. Κριτήρια συμμετοχής στη μελέτη ήταν η ηλικία άνω των 18 ετών, η ιστολογικά τεκμηριωμένη διάγνωση του ΜΜΚΠ, η λήψη αποκλειστικά δεύτερης γραμμής ΧΜΘ ή ΑΝΘ, η ικανοποιητική γνώση και κατανόηση της ελληνικής γλώσσας και η ικανοποιητική γνωστική λειτουργία. Όλοι οι ασθενείς συμπλήρωσαν έντυπο δημογραφικών δεδομένων, την κλίμακα αξιολόγησης της λειτουργικότητας Eastern Cooperative Oncology Group (ECOG) (εύρος τιμών 0-4), το εργαλείο εκτίμησης της ποιότητας ζωής European Organization for Research and Treatment of Cancer Quality of Life Questionnaire-Core 30 (EOTC QLQ-C30) (εύρος τιμών 0-100), την κλίμακα αξιολόγησης των συμπτωμάτων του καρκίνου του πνεύμονα Lung Cancer Symptom Scale (LCSS) (εύρος τιμών 0-100) και την κλίμακα αξιολόγησης των ψυχολογικών συμπτωμάτων άγχους και κατάθλιψης Hospital Anxiety and Depression Scale (HADS) (εύρος τιμών 0-21). Αποτελέσματα: Η πλειοψηφία του δείγματος ήταν άνδρες (75,7%), με μέση ηλικία τα 66,5±9,2 έτη. H μέση τιμή της λειτουργικότητας βάσει της κλίμακας ECOG ήταν 0,8±1. Σύμφωνα με την κλίμακα EORTC QLQ-C30, η μέση τιμή της γενικής κατάστασης υγείας και όλων των διαστάσεων λειτουργικότητας ήταν πάνω από 50, με τις υψηλότερες τιμές να παρατηρούνται στη γνωστική (μέση τιμή: 92,2±15,1), συναισθηματική (μέση τιμή: 85,5±17,2) και σωματική λειτουργικότητα (μέση τιμή: 72,6±27,5). Η μέση βαθμολογία για όλες τις υποκλίμακες συμπτωμάτων της κλίμακας EORTC QLQ-C30 ήταν κάτω από 50 βαθμούς. Η υψηλότερη βαθμολογία παρατηρήθηκε στην αϋπνία (μέση τιμή: 39,3±33), την απώλεια όρεξης (μέση τιμή: 32,2±32,5) και την κόπωση (27,3±26,5) και η χαμηλότερη παρατηρήθηκε στη ναυτία/έμετο (μέση τιμή: 7,6±11,9) και τη διάρροια (μέση τιμή: 7,8±18,2). Η μέση συνολική βαθμολογία της κλίμακας συμπτωμάτων LCSS ήταν 30,6±19. Σύμφωνα με την κλίμακα HADS, η μέση βαθμολογία της κατάθλιψης ήταν 5,7±5,4 και του άγχους 4,5±4,8. Ανά είδος θεραπείας, υπήρχε ομοιογένεια όσον αφορά τα δημογραφικά και κλινικά χαρακτηριστικά των ασθενών. Σύμφωνα με την κλίμακα EORTC QLQ-C30, η ομάδα ΑΝΘ ανέφερε στατιστικά σημαντικά καλύτερη γενική κατάσταση υγείας από τον 3ο μέχρι τον 5ο κύκλο θεραπείας, με τη διαφορά μεταξύ των ομάδων να γίνεται μεγαλύτερη στον 5ο κύκλο (p=0,007). Η ομάδα ΑΝΘ ανέφερε υψηλότερη συναισθηματική (p<0,005) και γνωστική λειτουργικότητα (p<0,005) από τον 2ο κύκλο και υψηλότερη λειτουργικότητα ρόλων και κοινωνική λειτουργικότητα από τον 3ο κύκλο και έπειτα (p<0,05). Η κόπωση και η αϋπνία παρέμειναν σταθερά στην ομάδα ΑΝΘ, ενώ αυξήθηκαν σημαντικά στην ομάδα ΧΜΘ (p<0,005). Η δυσκοιλιότητα μειώθηκε στην ομάδα ΑΝΘ (p=0,023), χωρίς μεταβολή στην ομάδα ΧΜΘ (p=0,366). Η διάρροια αυξήθηκε σημαντικά στην ομάδα ΑΝΘ (p=0,001), χωρίς μεταβολή στην ομάδα ΧΜΘ (p=0,278). Σύμφωνα με την κλίμακα LCSS, σε όλους τους κύκλους θεραπείας, η ομάδα ΑΝΘ ανέφερε λιγότερη καταπόνηση από τα συμπτώματα (p<0,05). Τα συμπτώματα της κατάθλιψης ήταν στατιστικά σημαντικά υψηλότερα στους ασθενείς που έλαβαν ΧΜΘ από τον 4ο κύκλο και μετά (p<0,05), αλλά σε καμία από τις ομάδες η τιμή δεν ξεπέρασε το κρίσιμο όριο των 7 βαθμών. Στην υποκλίμακα άγχους δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των ομάδων και από τον 3ο κύκλο και μετά σημειώθηκε μείωση και στις δυο ομάδες (p=0,014). Η έκβαση των ασθενών διέφερε σημαντικά μεταξύ των δύο ομάδων. Στην ομάδα ΧΜΘ, το ποσοστό υποτροπής ήταν 2 φορές υψηλότερο (55,7% έναντι 26%, p=0,006) και το ποσοστό θανάτου 4 φορές υψηλότερο (26,2% έναντι 6%, p=0,005), συγκριτικά με την ομάδα ΑΝΘ. Συμπεράσματα: Στους ασθενείς με ΜΜΚΠ η ΑΝΘ σχετίστηκε με πιο βελτιωμένη ποιότητα ζωής, λιγότερη επιβάρυνση από τα συμπτώματα και καλύτερο προσδόκιμο επιβίωσης, συγκριτικά με αυτούς που λάμβαναν ΧΜΘ, ενώ το άγχος και η κατάθλιψη δεν φαίνεται να αποτελούν σοβαρό πρόβλημα σε καμία από τις ομάδες ασθενών. Η παρούσα μελέτη ήταν η πρώτη προσπάθεια διερεύνησης των διαφορών στη ποιότητα ζωής μεταξύ των ομάδων θεραπείας σε Έλληνες ασθενείς με ΜΜΚΠ και αναδεικνύει τη σπουδαιότητα της πολυδιάστατης προσέγγισης και την αναγκαιότητα πραγματοποίησης πολυκεντρικών μελετών για τον προσδιορισμό παραγόντων που επηρεάζουν την αυτό-αναφερόμενη ποιότητα ζωής με την πάροδο του χρόνου.