Στα ευρωπαϊκά κράτη, ομοίως και στην Ελλάδα, ο σχεδιασμός των πολιτικών υγείας προηγείται των θεσμικών και νομοθετικών παρεμβάσεων. Σκοπό της διδακτορικής διατριβής αποτέλεσε, αφενός, η καταγραφή των συχνών νομοθετικών αλλαγών στις πολιτικές υγείας, κατά την περίοδο 1981 έως 2021 και αφετέρου η ανάδειξη τυχόν κοινής πολιτικής σε μείζονα ζητήματα δημόσιας υγείας. Επιπλέον, αντικείμενο της διατριβής αποτελεί η ανάδειξη των αιτιών που προτεραιοποίησαν τις υπό εξέταση νομοθετικές ρυθμίσεις, καθώς και η διερεύνηση των παραγόντων που τις επηρέασαν. Για τις ανάγκες της έρευνας, μελετήθηκε το θεσμικό πλαίσιο της υγείας στην Ελλάδα και ακολούθως καταρτίστηκαν οι ερωτήσεις, οι οποίες επικεντρώθηκαν σε ζητήματα της δημόσιας υγείας και του νομοθετικού πλαισίου της υγείας της χώρας μας. Αρχικά, διεξήχθη πιλοτική μελέτη, ώστε να ελεγχθεί το ερωτηματολόγιο και να διασφαλιστεί η κατανόηση του και ο εντοπισμός τυχόν προβλημάτων στο περιεχόμενό του ή κατά τη διατύπωση των ερωτημάτων. Τα πρωτογενή δεδομένα συλλέχθηκαν από σημαντικούς δρώντες για τη χάραξη των πολιτικών της υγείας στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, ο πληθυσμός της ποιοτικής έρευνας αποτελείται από 60 άτομα. Αναλυτικότερα, ο πληθυσμός αποτελείται από 20 πρώην υπουργούς και υφυπουργούς υγείας, 20 θεσμικούς παράγοντες και επιτελικά στελέχη του Υπουργείου Υγείας και 20 μέλη των Νομοπαρασκευαστικών Επιτροπών. Το ποσοστό ανταπόκρισης των ερωτώμενων ήταν 75% (60/80). Η περίοδος αποστολής και συλλογής των ερωτηματολογίων της έρευνας διήρκησε 13 μήνες. Τα δευτερογενή δεδομένα συλλέχθηκαν από το Τμήμα Κοινοβουλευτικών Αρχείων της Βουλής των Ελλήνων. Μελετήθηκαν 40 τόμοι πρακτικών της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής της περιόδου 1981 έως 2021. Αναλύοντας τις απαντήσεις των ερωτώμενων και παράλληλα μελετώντας τις μεταρρυθμίσεις για την υγεία, πριν αλλά και μετά την εφαρμογή των μνημονίων στην Ελλάδα, απορρέει το γεγονός ότι τα περισσότερα νομοσχέδια προέβλεπαν στη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό του συστήματος υγείας. Η σύσταση του ΕΟΠΥΥ, η ανασυγκρότηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, οι νομοθετικές παρεμβάσεις για τη μείωση των βλαπτικών παραγόντων υγείας, η λειτουργία του ηλεκτρονικού φακέλου υγείας, η τηλεϊατρική με επέκταση αυτής την πρόσφατη προσπάθεια για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της υγείας, αποτελούν μια σειρά από τις σημαντικότερες νομοθετικές ρυθμίσεις που ψηφίστηκαν κατά την περίοδο 1981 έως 2021. Υπήρξαν, ωστόσο, δεκάδες νομοθετικές πρωτοβουλίες, οι οποίες δεν κατέστη δυνατόν να ολοκληρωθούν, εξαιτίας κυρίως των οικονομικών αδυναμιών που αντιμετώπιζε η χώρα. Η μη ψήφιση ενός σχεδίου νόμου έχει πολυπαραγοντική αιτιολογία και συνδέεται άρρηκτα με τις συχνές αλλαγές στην ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, καθώς το πολιτικό περιβάλλον καθίσταται συνεχώς μεταβαλλόμενο. Ο μέσος όρος παραμονής των υπουργών υγείας στην ηγεσία του Υπουργείου, κατά την περίοδο 1981-2021 ήταν 16,6 μήνες. Η πολιτική κατεύθυνση, ωστόσο, δεν μεταβάλλεται μόνο όταν αλλάζει η Κυβέρνηση, μπορεί να τροποποιηθεί ακόμη και λόγω κυβερνητικής αναδόμησης. Τα σχέδια νόμων και τα σχέδια δράσεων για την υγεία πρέπει να είναι δομημένα σύμφωνα με τις αρχές της Καλής Νομοθέτησης. Το μεταρρυθμιστικό πλαίσιο της υγείας επιβάλλεται να έχει σαφή προσανατολισμό με σκοπό την επίτευξη της αποδοτικότητας, της καθολικότητας, της προσβασιμότητας και της ισότητας στην υγεία και να είναι αναμορφωμένο, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες υγείας του πληθυσμού, ανά γεωγραφική περιφέρεια. Η εποχή μας σηματοδοτείται από ριζικές αλλαγές στον τρόπο ζωής και από νέες προκλήσεις για τη δημόσια υγεία, όπως η κλιματική κρίση και το δημογραφικό ζήτημα. Οι δημογραφικές μεταβολές είναι ένα πολυσύνθετο και εξόχως σημαντικό πρόβλημα, καθώς θέτουν σε κίνδυνο την αναπτυξιακή προοπτική και την κοινωνική συνοχή. Το δημογραφικό ζήτημα χρήζει άμεσης αντιμετώπισης, ειδάλλως, η πληθυσμιακή γήρανση θα επιφέρει σοβαρότατες συνέπειες στην πληθυσμιακή σύνθεση. Η νέα μορφή πολιτικής ηγεσίας πρέπει να βασίζεται στη συνδιαμόρφωση των πολιτικών και τις συνέργειες μεταξύ των συναρμόδιων υπουργείων, της τοπικής αυτοδιοίκησης, της ακαδημαϊκής κοινότητας και των πολιτών. Η συμπερίληψη των πολιτών στις νομοθετικές προτάσεις, επιτυγχάνεται μέσω της διαδικασίας της δημόσιας διαβούλευσης, καθώς και μέσω της εκπροσώπησής τους στη διαδικασία της ακρόασης των εξωκοινοβουλευτικών φορέων κατά τις συνεδριάσεις της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής. Η ενεργός συμμετοχή των πολιτών στα κοινά και η συμπερίληψη τους στη λήψη αποφάσεων ενισχύει τον θεσμό της Δημοκρατίας.