Λαϊκή ιδιωματική ερμηνευτική τεχνική
(EL)
Ιδιωματική ερμηνεία ελληνικού παραδοσιακού βιολιού
(EL)
Ελληνικό παραδοσιακό λαϊκό βιολί
(EL)
Μουσικό ποίκιλμα, μέλισμα, στολίδι, ιδίωμα, γκουπέτο, μορντάν, διάνθισμα, χρώμα
(EL)
Βιολιτζής
(EL)
Ελληνική παραδοσιακή μουσική τέχνη
(EL)
Ελληνικός λαϊκός μουσικός ιδιωματικός
(EL)
Βιολιστική ερμηνεία & εκτέλεση
(EL)
Ιδιωματικός μουσικός καλλωπισμός
(EL)
Αυτοσχεδιασμός
(EL)
Μουσική διαποίκιλση, διακόσμηση, παραλλαγή, αποτζιατούρα, τρίλια, τσαλκάντζα
(EL)
Ornamentacion
(EN)
Greek traditional musical ornamentation, ormnament, melisma, grace note, embellishment
(EN)
Greek fiddle music
(EN)
Fiddler
(EN)
Music improvisation, idiom, division, adornment, variation, agreements, decoration
(EN)
Idiomatic musical performance
(EN)
Ausschmuckung, verzierungen, manieren, ornamentik, anschlag, vorschlag, coulé
(EN)
Appoggiatura, mordent, gruppetto, slide, turn, fioriture, trill
(EN)
Greek traditional, folk, popular violin
(EN)