Αναδρομική μελέτη παρατήρησης με προοπτικό χαρακτήρα ενδαγγειακών διορθωτικών επεμβάσεων σε προσθετικές αγγειακές προσπελάσεις για αιμοκάθαρση, με τη χρήση κεκαλυμμένων ενδοπροθέσεων.

Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης   

Αποθετήριο :
Αποθετήριο Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου   

δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*



Retrospective observational study of endovascular corrective interventions in arterio- venus grafts for hemodialysis, using covered stents
comparison with surgical corrective techniques from a control group
αναδρομική σύγκριση με χειρουργικές διορθωτικές τεχνικές από ομάδα ελέγχου
Αναδρομική μελέτη παρατήρησης με προοπτικό χαρακτήρα ενδαγγειακών διορθωτικών επεμβάσεων σε προσθετικές αγγειακές προσπελάσεις για αιμοκάθαρση, με τη χρήση κεκαλυμμένων ενδοπροθέσεων.

Παπαθεοδώρου, Νικόλαος
Papatheodorou, Nikolaos

Γεωργιάδης, Γεώργιος
Αργυρίου, Χρήστος
Κάκκος, Σταύρος
Kakkos, Stavros
Argyriou, Christos
Georgiadis, Georgios

masterThesis

2024-06-26
2024-07-10T07:36:04Z


Βιβλιογραφία : σ. 77 - 82
Introduction: Based on the recent ESVS guidelines, by patients with end stage renal disease we should attempt to create at first an arteriovenous fistula. If this is not feasible, the goal should be the placement of an arteriovenous graft, while the use of the Central Venous Catheter (CKD) should be kept only for those patients, where all the above options have been exhausted, due to the high infection rates that accompany them. Unfortunately, however, most arteriovenous grafts eventually malfunction due to the development of yoendothelial hyperplasia at the venous anastomosis with subsequent thrombosis and loss of the access in the end. Many efforts have been made in recent years to prevent the above complication and improve the long-term patency rates of the access, as a well-functioning access is vital for a successful dialysis session. This can be treated with the use of either surgical or endovascular means (angioplasty, covered or non-covered stents). Aim: Retrospective observational study with a prospective nature of the patency rates of endovascular corrective interventions in arteriovenous grafts for hemodialysis that malfunction due to the development of myoendothelial hyperplasia in the venous anastomosis. Materials and Methods: We collected retrospective data from 30 patients with failing AVGs due to type III graft stenosis who were treated endovascularly with stent-grafting of the peripheral (venous) anastomosis. This was followed by a comparative observational analysis of patency rates post stent-graft deployment between the group treated with the use of covered stents and a group of patients (historical control group) with the same pathology, treated surgically either with arterioplasty and graft placement, either with extension to a more central vein using prosthetic graft. Results: The technical success rate was 93.33% (28/30 cases). The mean follow-up time of the patients was 28 months. In March 2021, 40% (N=12) of patients were alive. The mean patency rate after endograft deployment was six months (SD:11), while the postintervention primary patency after stent-graft deployment at 3, 6, 9, 12, 15, 18, 21, 24, and 28 months was 90%, 57%, 43%, 40%, 30%, 27%, 13%, 10%, and 3% respectively. At 6, 12, and 18 months, the cumulative primary patency in the surgically treated group was 88.5%, 50.6%, and 35.4%, respectively, for the extension of anastomosis to a more central point of the venous outflow, as well as for other types of corrective interventions including thrombectomy, the cumulative primary patency rates were 77.8%, 37.2%, and 22.3% respectively. Conclusion: This study highlights the fact that persistent or recurrent stenosis at the venous anastomosis of arteriovenous grafts can be successfully treated with endovascular deployment of stentgrafts in the venous anastomosis, as demonstrated by the comparison between postintervention primary patency after stent-graft deployment in patients who were treated endovascularly and the cumulative primary patency in patients with the same pathology treated surgically over a two-year period of follow up.
82 σ.
Εισαγωγή: Με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες της ευρωπαϊκής αγγειο-χειρουργικής εταιρείας αρχικά σε προενταξιακούς ασθενείς θα πρέπει να γίνεται προσπάθεια διενέργειας μίας αυτόλογης ΑΦΕ, εάν κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό στόχος θα πρέπει να είναι η δημιουργία μίας προσθετικής ΑΦΕ, ενώ η χρήση του Κεντρικού Φλεβικού Καθετήρα (ΚΦΚ) θα πρέπει να έπεται εφόσον έχουν εξαντληθεί όλες οι ανωτέρω επιλογές, λόγω των υψηλών ποσοστών λοιμώξεων που τους συνοδεύουν. Δυστυχώς, οι περισσότερες προσθετικές ΑΦΕ όμως τελικά δυσλειτουργούν λόγω ανάπτυξης μυοενδοθηλιακής υπερπλασίας στη φλεβική αναστόμωση με απότοκο τη θρόμβωση και την απώλεια της επικοινωνίας. Πολλές προσπάθειες έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια για την πρόληψη της παραπάνω επιπλοκής και τη βελτίωση της μακροχρόνιας βατότητας της προσπέλασης, καθώς μία καλά λειτουργούσα ΑΦΕ είναι ζωτικής σημασίας για μία επιτυχή συνεδρία αιμοκάθαρσης. Αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη χρήση είτε χειρουργικών, είτε ενδαγγειακών τεχνικών (αγγειοπλαστική, έκπτυξη κεκαλυμμένου ή μη ενδονάρθηκα). Σκοπός: Αναδρομική μελέτης παρατήρησης με προοπτικό χαρακτήρα των ποσοστών βατότητας των ενδαγγειακών διορθωτικών επεμβάσεων σε προσθετικές Αρτηριοφλεβικές επικοινωνίες για αιμοκάθαρση που δυσλειτουργούν λόγω ανάπτυξης στένωσης στη φλεβική αναστόμωση σε έδαφος μυοενδοθηλιακής υπερπλασίας. Υλικά-Μέθοδος: Στην μελέτη συμμετείχαν 30 ασθενείς με προσθετική Αρτηριοφλεβική που ανέπτυξαν στένωση στη φλεβική αναστόμωση και αντιμετωπίστηκαν με ενδαγγειακές τεχνικές (έκπτυξη κεκαλυμμένου ενδονάρθηκα – ενδομόσχευμα – stentgraft). Ακολούθησε συγκριτική μελέτη παρατήρησης των ποσοστών βατότητας ανάμεσα στην ομάδα που αντιμετωπίσθηκε με τη χρήση κεκαλυμμένων ενδοναρθήκων και σε ομάδα ασθενών (ιστορική ομάδα ελέγχου) με την ίδια παθολογία που αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά είτε με αρτηριοπλαστική και τοποθέτηση εμβαλώματος, είτε με επέκταση προς κεντρικότερη φλέβα απορροής με τη χρήση συνθετικού μοσχεύματος. Αποτελέσματα: Το ποσοστό τεχνικής επιτυχίας ήταν 93,33% (28/30 περιστατικά). Ο μέσος χρόνος παρακολούθησης των ασθενών ήταν 28 μήνες. Το Μάρτιο του 2021 το 40% (Ν=12) των ασθενών ήταν εν ζωή. Η μέση βατότητα μετά την έκπτυξη του ενδομοσχεύματος ήταν 6 μήνες (SD:11), ενώ η μετά την έκπτυξη του ενδομοσχεύματος βατότητα στους 3, 6, 9, 12, 15, 18, 21, 24 και 27 μήνες ήταν 90%, 57%, 43%, 40%, 30%, 27%, 13%, 10% και 3% αντίστοιχα, δηλαδή καθοδική μεν σε βάθος διετίας, αλλά συγκρίσιμη δε με την ιστορική ομάδα ασθενών που αντιμετωπίστηκε χειρουργικά (με την αθροιστική πρωτογενή βατότητα στους 6, 12 και 18 μήνες να αγγίζει το 88.5%, 50.6% και 35.4% αντίστοιχα για την επέκταση της αναστόμωσης σε κεντρικότερο σημείο της φλέβας απορροής, ενώ για τους υπόλοιπους τύπους διορθωτικών επεμβάσεων συμπεριλαμβανομένης της θρομβεκτομής 77.8%, 37.2% και 22.3%). Συμπέρασμα: Αυτή η μελέτη αναδεικνύει το γεγονός ότι εμμένουσα ή υποτροπιάζουσα στένωση στη φλεβική αναστόμωση προσθετικών ΑΦΕ μπορεί να αντιμετωπιστεί επιτυχώς με την ενδαγγειακή έκπτυξη ενδομοσχευμάτων στη περιοχή της φλεβικής αναστόμωσης, γεγονός που διαφαίνεται από τη σύγκριση ανάμεσα στην μετά την έκπτυξη του ενδομοσχεύματος βατότητα στους ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν ενδαγγειακά και την αθροιστική πρωτογενή βατότητα στους ασθενείς με την ίδια παθολογία που αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά σε βάθος διετίας.


Arteriovenous grafts
Complications of arteriovenous grafts
Επιπλοκές αρτηριοφλεβικών επικοινωνιών
Stenosis
Προσθετικές επικοινωνίες
Στένωση
Arteriovenous shunts, Surgical

Ελληνική γλώσσα

duth
Τμήμα Ιατρικής


Attribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 International
embargo-1
http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.