Η προσωπικότητα του Βελισαρίου

 
This item is provided by the institution :

Repository :
Repository of UOI Olympias
see the original item page
in the repository's web site and access all digital files if the item*
share




2018 (EN)

Η προσωπικότητα του Βελισαρίου (EL)

Ευγενίδης, Χρήστος Ε. (EL)

Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Φιλοσοφική Σχολή. Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας (EL)
Αντωνόπουλος, Παναγιώτης (EL)
Ευγενίδης, Χρήστος Ε. (EL)

Το θέμα της παρούσας διπλωματικής είναι «Η Προσωπικότητα του Βελισαρίου», και συνεπώς ασχολείται με τον συγκεκριμένο βυζαντινό στρατηγό, ο οποίος αν και είναι ένας από τους πιο γνωστούς στρατηγούς στην χιλιετή παρουσία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ωστόσο, όχι μόνο δεν υπάρχει κάποια μονογραφία για το πρόσωπο του, αλλά μάλιστα υπάρχουν πλείστα ζητήματα για τα όποια είτε δεν έχει δοθεί κάποια γνώμη, είτε η άποψη που έχει παρατεθεί δεν φαίνεται ικανοποιητική. Τα κυριότερα θέματα τα όποια αναλύονται είναι οι πολεμικές επιχειρήσεις του, η τακτική που ακολούθησε στις μάχες, η σχέση του με τον Ιουστινιανό Α’, και με τους αξιωματούχους και τους στρατιώτες και η εξαγωγή πληροφοριών και στοιχείων σχετικά με διάφορα γνωρίσματα και πτυχές του χαρακτήρα του μεταξύ άλλων. Εν αρχή, γεννήθηκε στις αρχές του 500 μ.Χ. στη Γερμανία/Γερμάνια, περιοχή που βρισκόταν μεταξύ Θράκης και Ιλλυρικού και η οποία ταυτίζεται με τη σημερινή Sapareva Banya της Δυτικής Βουλγαρίας, ενώ πέθανε τον Μάρτιο του 565 μ.Χ. Ήταν λατινόφωνος και ως εκ τούτου, εκρωμαϊσμένος Θράκας, Χριστιανός, ενώ, κατά πάσα πιθανότητα, ανήκε σε μια ανώτερη, κοινωνικά, τάξη που είχε κάποια βαρύτητα. Kατά την πρώτη του Περσική εκστρατεία, η οποία εκκινεί το 526 μ.Χ., σχετικά με τις αψιμαχίες που έλαβε μέρος, και για τις οποίες δεν υπάρχει άποψη περί της δράσης του, μελετώντας προσεκτικά τις πήγες, παρατηρείται ότι ενέργησε με επιφυλακτική, τακτική, προσέγγιση και σύνεση εμπρός του αντιπάλου, πράττοντας τακτικές υποχωρήσεις σε περιπτώσεις που εμφανίζονταν δύσκολες συνθήκες, εν αντιθέσει με τους λοιπούς βυζαντινούς αξιωματικούς που ενήργησαν απερίσκεπτα. Συνεπώς, στις όποιες ήττες δέχθηκαν οι Αυτοκρατορικοί, οφειλόταν στους έτερους βυζαντινούς αξιωματικούς, ενώ η στάση που κρατά ο Βελισάριος, αποτυπώνεται σε όλες τις μάχες που έλαβε μέρος στην σταδιοδρομία του, με τις ενέργειες του να συμφωνούν με το Στρατηγικό του Μαυρικίου. Τέλος, μια μελέτη των πηγών που αναφέρονται το 528 μ.Χ., ακυρώνει την άποψη των ερευνητών ότι ο Βελισάριος συμμετείχε σε δύο παρόμοιες αποτυχημένες εκστρατείες και πως ο Προκόπιος τις συνοψίζει σε ένα γεγονός με πιθανό σκοπό την αποποίηση της κατηγορίας προς τον προϊστάμενο του, ενώ στο χαρακτήρα του Βελισαρίου υποδεικνύεται η βαρύτητα που δίνει για τη σημασία της τάξης, της πειθαρχίας και της ορθής οργάνωσης. Παράλληλα, ο Βελισάριος θα καταφέρει σε σύντομο χρονικό διάστημα να αναρριχηθεί στην κορυφή των αξιωμάτων, λαμβάνοντας, το 527 μ.Χ. το αξίωμα του Δούκα της Μεσοποταμίας, και το 529 μ.Χ., το αξίωμα του Magister Militum Per Orientem. Ο λόγος της ταχείας ανόδου του οφειλόταν κυρίως στην στενή σχέση που είχε με τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α’, και στην επιθυμία του τελευταίου να δημιουργήσει ένα αποτελεσματικό, ασφαλές, και έμπιστο δίκτυο αξιωματούχων από προσωπικές επιλογές. Επιπροσθέτως, λαμβάνοντας υπόψη τα γεγονότα που έλαβαν μέρος εκείνη τη περίοδο και την χρονολόγηση των αξιωμάτων που έλαβε ο Βελισάριος, οδηγείται η άποψη πως η αναφορά των Ιωάννη Μαλάλα και Θεοφάνους του Ομολογητού, μεταξύ άλλων, ότι ο Βελισάριος συμμετείχε το 528 μ.Χ. σε μια εκστρατεία στην Λαζική δεν είναι ορθή. Η εκστρατεία στην Καλλίνικο (531μ.Χ.), η οποία ολοκληρώνει την πρώτη Περσική επιχείρηση του Βελισαρίου, αποτελεί και το πιο σημαντικό τμήμα της. Αν και οι περισσότεροι των ερευνητών θεωρούν πως η ήττα και η επακολούθως ανάκληση του Βελισαρίου από το Σασσανιδικό μέτωπο οφειλόταν στην λανθασμένη δράση του, όπως δηλώνεται από τον Μαλάλα, ωστόσο, μια προσεκτική μελέτη των όλων πηγών που παρέχουν πληροφορίες για το γεγονός, υποδεικνύουν πως ο Βελισάριος οφείλει να αποποιηθεί το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης, ότι η περιγραφή του Προκοπίου είναι πιο αληθής από του Μαλάλα, και ότι οφείλει να ακολουθηθεί η περιγραφή του Προκοπίου, η οποία συμφωνεί με τις άλλες πηγές, συνδυαστικά με κάποια στοιχεία από τον Μαλαλα. Συνεπώς, η ευθύνη για το αποτέλεσμα πρέπει να επιρριφτεί στους απείθαρχους στρατιώτες, καθώς εκτός των άλλων, ολιγωρούν στην μάχη, μην έχοντας την ικανότητα να ανταπεξέλθουν στα καθήκοντα τους, ενώ όλα τα στοιχεία της εκστρατείας, με βάση το Στρατηγικό του Μαυρικίου, υποστηρίζουν την θέση του Βελισαρίου. Βέβαια, και ο Βελισάριος εμφανίζει αδυναμίες, καθώς αδυνατεί να επιβάλλει την εξουσία και την πειθαρχία στο στράτευμα, παράμετρος που θα επανεμφανιστεί σε πολλές εκστρατείες του και ως εκ τούτου υποδηλώνει την σχετική ανεπάρκεια του σε αυτό τομέα. Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί, πως η συνολική επιρροή, ή εξουσία, που είχε ένας διοικητής προς το στράτευμα εξαρτιόταν σημαντικά από τις προσωπικότητες των, υπαγόμενων, αξιωματούχων του και τις σχέσεις που είχε μεταξύ τους. Μάλιστα, αντιζηλίες, δολοπλοκίες, και προσπάθειες υπονόμευσης μεταξύ διοικητών και αξιωματικών δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Το τελευταίο υποδεικνύει και τον λόγο ανάκλησης του Βελισαρίου από την Ανατολή. Ειδικότερα, με βάση την ανάλυση των πληροφοριών που παρέχονται, δημιουργείται η άποψη πως η απομάκρυνση του οφειλόταν στο ότι η ετυμηγορία συντάχτηκε από επικριτές του, στην αρνητική σχέση και στην αντιπάθεια που έτρεφαν οι εκεί αξιωματούχοι προς τον αυτόν. Η εν συνεχεία παρουσία του Βελισαρίου στην Κωνσταντινούπολη, και η απόδειξη της συμβολής και αφοσίωσης του προς το Στέμμα κατά την διάρκεια της Στάσης του Νίκα, όχι μόνο εξάλειψε ενδεχόμενη αμφιβολία του Ιουστινιανού Α’ προς τις ικανότητες, και το πρόσωπο του στρατηγού, αλλά, κατά πάσα πιθανότητα, αποτέλεσε τον λόγο που ο τελευταίος τον έθεσε επικεφαλής της επερχόμενης Βανδαλικής εκστρατείας. Μάλιστα, πιθανότατα, μετά την ολοκλήρωση της Στάσης του Νίκα, και πριν την Βανδαλική εκστρατεία, ο Βελισάριος θα ξαναέγινε Magister Militum per Orientem, αξίωμα το οποίο είχε απολέσει όταν ανακλήθηκε από το Περσικό μέτωπο, ενώ θα έλαβε και το αξίωμα του Πατρικίου, πιθανόν ως επιδαψιλεύσεις του Ιουστινιανού Α’ προς την στάση που επέδειξε ο στρατηγός του στο συμβάν, κάτι που υποδεικνύεται από μια προσεκτική μελέτη τόσο των πηγών, όσο και των γεγονότων και συμβάντων που λαμβάνουν χώρα στο μεσοδιάστημα. Επιπρόσθετα, κατά τη διάρκεια της παραμονής του Βελισαρίου στην Κωνσταντινούπολη (532-534μ.Χ.), ενδεχομένως να πραγματοποιήθηκε η γαμήλια σύζευξη του με την Αντωνίνα, άποψη που προκύπτει από τις χρονολογίες και τις αναφορές των εμπλεκόμενων πρόσωπων, και της εμφάνισης τους, στις πήγες, ενώ η άποψη ότι η συμμαχία μεταξύ Αντωνίνας και Θεοδώρας ήταν αυτή που οδήγησε στην γαμήλια σύνδεση της πρώτης με τον Βελισάριο, και ακολούθως επηρέασε θετικά την σταδιοδρομία του τελευταίου, μέσω των δεδομένων που προκύπτουν από τις πηγές, δεν ισχύει. Αναφορικά με την Βανδαλική εκστρατεία του Βελισαρίου, αυτά που αξίζουν σημείωσης είναι οι μάχες στο Δέκιμο και στο Τρικάμαρο, η δράση του στην συγκεκριμένη επιχείρηση, στοιχεία που εκμαιεύονται σχετικά με τον χαρακτήρα του, και η θριαμβική πομπή με την οποία τιμήθηκε κατά την επιστροφή του. Ως προς τα πρώτα, παρατηρείται η τακτική σκέψη του Βελισαρίου να κάνει ευρεία χρήση του ιππικού. Επιπροσθέτως, μνεία χρίζουν οι πολεμικές τακτικές του, όπως και η επιτυχής προσπάθεια επιβολής της εξουσίας του με σκοπό την αποφυγή περιστατικών απειθαρχίας, στάση που οφείλει να έχει ένας ορθός και συνετός στρατηγός προς τους πολεμιστές του συμφώνα με το Στρατηγικό του Μαυρικίου. Επίσης, αξία αναφοράς χρίζουν η προσεκτική στάση που υιοθέτησε προς τον τοπικό πληθυσμό, και η ανοχή που επέδειξε προς τους παραδιδόμενους Βανδάλους, κάτι που πιθανότατα οφειλόταν στην προσπάθεια του να τους φέρει προς το μέρος του. Η αρετή, η ορθή κρίση, η σωστή παρατήρηση, η προσεκτικότητα και η εκμετάλλευση της στιγμής είναι αυτά τα οποία, σύμφωνα με τον Βελισάριο, οδηγούν στο επιθυμητό αποτέλεσμα και τα οποία πρέπει να υιοθετούνται από τον καθένα. Τέλος, η προνοητικότητα και η διορατικότητα του στρατηγού κάνουν πάλι την εμφάνιση τους, στοιχεία, τα οποία, μαζί με τα παραπάνω, αποτελούσαν βασικά χαρακτηριστικά του, όπως θα φάνει και στις μετέπειτα εκστρατείες του, με τον Γελίμερο (ήταν ο αντίπαλος Βάνδαλος του Βελισαρίου στην εκστρατεία), να αποδεικνύεται μη αποτελεσματικός διοικητικά, τακτικά και στρατιωτικά να αντιμετωπίσει τον Βελισάριο, αδυνατώντας να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες, και παραδιδόμενος στα κωλύματα που εμφανίζονται μπροστά του, στάση ακριβώς αντίθετη από του Βελισαρίου. Το ενδιαφέρον είναι ότι στο Τρίτο Βιβλίο του Υπερ των πολέμων, σημειώνεται η ανικανότητα του Βασιλίσκου και η παταγώδης αποτυχία του στην εκστρατεία του 468 μ.Χ εν αντιθέσει με τον Γκιζέριχο, όπου η σύγκρουση τους και τα χαρακτηριστικά που φέρουν αντηχούν σε αυτά των Γελίμερου και Βελισαρίου αντίστοιχα. Συνεπώς, αναφορικά με το ερώτημα για το εάν η στρατιωτική ικανότητα και διοικητική ορθότητα του Βελισαρίου ή η τύχη είναι αυτή που οδηγεί στην νίκη, η απάντηση είναι προφανής. Για αυτό τον λόγο ο Προκόπιος αναφέρει πρώτα την δράση των Βανδάλων και πως, ενώ εν αρχή η νίκη φαινόταν να βρίσκεται στα χέρια τους, ωστόσο τα λάθη του Γελίμερου φέρνουν την νίκη στους Βυζαντινούς. Δηλαδή, σκοπός του είναι να υποδείξει τα στρατηγικά του λάθη και την αδυναμία ηγεσίας του. Συνεπώς η άποψη των περισσότερων ερευνητών ότι η νίκη του Βελισαρίου οφειλόταν, κυρίως, στην τύχη και όχι στην προσωπική του δράση δεν είναι απροβλημάτιστη. Άλλωστε, με βάση τα γραφόμενα τον Προκοπίου, και η νίκη του Γκιζέριχου οφειλόταν στην τύχη. Επίσης, ο Βελισάριος ναι μεν απεικονίζεται να έχει πολλά αξιέπαινα χαρακτηριστικά, ωστόσο δεν παρουσιάζεται χωρίς αδυναμίες. Εν κατακλείδι, ο Προκόπιος δεν εξυμνείει, με υποκειμενικό τρόπο, τον Βελισάριο, ενώ η υψηλή στρατηγική διοίκηση και ικανότητα του Βελισαρίου είναι αυτή που φέρνει την νίκη, εν αντιθέσει με τον Γελίμερο. Επομένως, η δράση του στην Αφρική αποτελεί εικόνα, ακόμα και πρότυπο, ενός ικανού στρατηγού, ενώ η τύχη έχει κυρίως συμβολικό χαρακτήρα, ήτοι ένα μέσον του Προκόπιου ώστε να εξηγήσει με λογοτεχνικό τρόπο το αποτέλεσμα και την έκπληξη εμπρός της αδυναμίας του Γελίμερου και της ικανότητας του Βελισαρίου. Άλλωστε, το γεγονός ότι οι τακτικές και η δράση που ακολουθεί ο Βελισάριος αναφέρονται χαρακτηριστικά και μάλιστα πολλές φορές κατά γράμμα στο Στρατηγικό του Μαυρικίου, αποτελεί μια ισχυρή απόδειξη περί της ορθής στρατηγικής και δράσης του. Περί της θριαμβικής πομπής με την οποία τιμήθηκε ο Βελισάριος, μια προσεκτικότατη μελέτη και σύγκριση της παρούσας πομπής με εκείνες των Ρωμαϊκών και των Πρωτωβυζαντινὠν χρόνων, οδηγούν στην άποψη πως η τελετή που διεξήχθη, ναι μεν αποτελούσε έναν ύψιστο θρίαμβο για τον Αυτοκράτορα, γιορτάζοντας την επιτυχία του Βελισαρίου, ωστόσο, σκοπός της ήταν η ταπείνωση του στρατηγού και η παρουσίαση του ως υπόδουλο ικέτη του Ιουστινιανού Α’ που εκλιπαρεί υποτακτικά για την ελεημοσύνη του Αυτοκράτορα. Πιθανότατα οι κατηγορίες που υπήρχαν περί της σκέψης του Βελισαρίου για ανεξαρτησία να οδήγησαν τον Ιουστινιανό Α’ σε μια τέτοια πομπή. Βέβαια, ο Ιουστινιανός Α’ δεν πίστεψε σοβαρά τις κατηγορίες, εξ ου και ο Βελισάριος δεν απεικονίζεται σαν πραγματικός στασιαστής, αλλά σαν ταπεινωμένος ικέτης. Συνεπώς ο Αυτοκράτορας δεν σκοπεύει μέσω του θριάμβου να τιμωρήσει τον Βελισάριο για την εκείνη στάση του. Αντιθέτως, διεξάγει μια επίδειξη όπου δηλώνει, με κάθε τρόπο, ότι είναι ο απόλυτος κυρίαρχος, στον οποίο ακόμα και ένας πολυνίκης στρατηγός οφείλει να συμπεριφερθεί ως ταπεινός δούλος του, να ζητήσει την ελεημοσύνη του, να αντιληφθεί την πραγματική θέση του και να αποδείξει την νομιμοφροσύνη του. Κατά δεύτερο να υποδείξει τόσο στον Βελισάριο όσο και στο πλήθος, πως κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την εξουσία του. Η πρώτη ιταλική εκστρατεία του Βελισαρίου, αποτελεί ένα από τα πιο πολύπλοκα ζητήματα στην δράση του στρατηγού. Σε γενικές γραμμές, ακολούθησε το σύστημα της κατάληψης στρατηγικών, οχυρωμένων πόλεων τις οποίες αφού εξασφάλιζε, εδραίωνε, εν συνεχεία, την κατοχή του στις γειτονικές περιοχές και πόλεις, εκμεταλλευόμενος παράλληλα λιποταξίες και κάνοντας χρήση διπλωματίας. Σκοπός των κινήσεων αυτών ήταν η απόκτηση γεωστρατηγικών θέσεων με στόχο την σταδιακή, ασφαλή, προώθηση και κατάληψη όλης της Ιταλίας, απεκδύοντας παράλληλα από τους Οστρογότθους ασφαλείς βάσεις, δημιουργώντας έναν πόλεμο φθοράς. Κάτι τέτοιο υποδεικνύεται, μεταξύ άλλων, στην επιθυμία του να καταλάβει πάση θυσία τη Νεάπολη, του οποίου η στάση μετά το τέλος της πολιορκίας υποδεικνύει την σκοπιμότητα του, ως στοιχείο του χαρακτήρα του. Η πολιορκία της Ρώμης, η οποία οφείλει να τοποθετηθεί στα μέσα Μαρτίου, υποδεικνύει το σχέδιο του Βελισαρίου να πολιορκηθεί από τα υπέρτερα Οστρογοτθικά στρατεύματα, εκμεταλλευόμενος τους ιπποτοξότες του και την περιορισμένη ικανότητα των αντιπάλων στην πολιορκία, ενέργειες που συμφωνούν με το Στρατηγικό του Μαυρικίου. Η νίκη του στην συγκεκριμένη πολιορκία υποδεικνύει την ανωτερότητα του σε αντίπαλους στρατηγούς, στην προκειμένη, ο εμπειροπόλεμος Οστρογότθος Ρήγας Ουίτιγγης. Η σκοπιμότητα, η ορθή παρατήρηση, η κρίση, η προβλεψία, η συμμόρφωση μέσω εκφοβισμού, και η λογική αποτελούν βασικά στοιχεία του Βελισαρίου, η ευβουλία και η γνώμη είναι αυτές που καθορίζουν την επιλογή των πραγμάτων και την στάση του καθενός στα διάφορα ζητήματα, ενώ αξιοσημείωτη είναι η πολυπρόσωπη προσωπική φρουρά του η οποία είναι επιφορτισμένη με σημαντικότατες αποστολές και προστασίας των επιδιώξεων του. Βέβαια δεν παύουν στιγμές αδυναμίας του Βελισαρίου, όπως ανεπάρκεια εμπρός της οχλοβοής για σύγκρουση εκ του συστάδην, ή κάποιες ενέργειες του στη μάχη, οι οποίες συγκεκαλυμμένα κριτικάρονται από τον Προκόπιο. Επιπροσθέτως, άξιο αναφοράς είναι η δολοφονία του αξιωματικού Κωνσταντίνου, ο οποίος διαπράττει άδικες πράξεις προς τον τοπικό φυλοβυζαντινό πληθυσμό, από τον διοικητή του, Βελισάριο, ο οποίος με βάση τα στοιχεία υποδεικνύεται πως είχε μια αρνητική σχέση με τον Βελισάριο, πχ αμφισβητεί τις διαταγές του και την αρχηγία του, σημειώνοντας του πως αυτή πηγάζει χάρις στον Αυτοκράτορα, και προσπαθεί να τον δολοφονήσει, ενώ η δολοφονία του πρώτου υποκινήθηκε από την σύζυγο του στρατηγού. Από τα όλα στοιχεία που υπάρχουν στο επεισόδιο, υποδεικνύεται πως η δολοφονία του Κωνσταντίνου ποδηγετήθηκε από την Αντωνίνα και ότι η τελευταία χαλιναγωγούσε τον Βελισάριο. Ότι ο Βελισάριος ήταν ευγενικός και βοηθητικός προς τον τοπικό πληθυσμό, ιδίως όταν εκείνος τασσόταν υπέρ του Αυτοκρατορικού σκοπού. Ότι προσπαθούσε να προωθήσει μια ομαλή συμβίωση μεταξύ στρατιωτών και γηγενών. Ότι ο Αυτοκράτορας εξασφάλιζε την δικαιοδοσία του Βελισαρίου και τέλος, ότι ο στρατηγός δεν δίσταζε να προωθήσει με πυγμή και αυστηρότητα τις απόψεις του προς τους αξιωματικούς του, ακόμα και αν χρειαζόταν να λάβει ισχυρά μέτρα, και χωρίς να καταπάτα το γράμμα του νόμου. Τα προβλήματα διοίκησης, στρατηγικής και εξωτερικής φύσεως επιπλοκές, τα οποία θα αναδυθούν, θα προκαλέσουν τριγμούς στην εκστρατεία. Ειδικότερα ο Ιωάννης Βιταλιανού θα αρνηθεί να υπακούσει τις εντολές του Βελισαρίου για μια κατάληψη θέσεων στην ευρύτερη περιοχή περά της Ρώμης, με αποτέλεσμα να βρεθεί πολιορκημένος στο Αρίμινο από τον Ουίτιγγη. Συνεπώς, η προσωπική απόφαση και απειθαρχία του Ιωάννη, όχι μόνο ματαίωσε την ευκαιρία να αποσυμπιεστεί η κατάσταση και να ασφαλιστεί ο Αυτοκρατορικός έλεγχος στην ευρύτερη περιοχή, επιτρέποντας την λήψη αποφάσεων για πρωτοβουλίες προώθησης, αλλά δημιούργησε ζητήματα διοίκησης και προσωπικές αντιπαραθέσεις, τα οποία έθεταν σε κίνδυνο την πορεία της εκστρατείας. Από πλευράς Βελισαρίου, η απόφαση του να αποστείλει βοήθεια στα απομακρυσμένα Μεδιόλανα θα χειροτερέψει σε μεγαλύτερο βαθμό την εκστρατεία, καθώς θα θέσει μια περιοχή υπό ελάχιστης Βυζαντινής κατοχής η οποία βρισκόταν εκτός του βεληνεκούς των Αυτοκρατορικών δυνάμεων της Ιταλίας, ενώ θα φέρει στο πολεμικό προσκήνιο, ως αντίπαλους, τους ουδέτερους Φράγκους, με αποτέλεσμα την πολιορκία των Μεδιολάνων από Φράγκους και Οστρογότθους. Στα δυο φλέγοντα ζητήματα, Αρίμινο και Μεδιόλανα, θα προστεθεί η άφιξη του Ναρσή, ο οποίος παρατηρείται ότι βρίσκεται σε καλές σχέσεις με τον Ιωάννη Βιταλιανού, δημιουργώντας δύο αντίθετες ομάδες. Αυτή του Βελισαρίου και εκείνη των Ναρσή-Ιωάννη. Από την συγκεκριμένη έριδα παρατηρείται ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις περί στρατηγικής κατάκτησης της Ιταλίας, με τον Ναρσή να ενδιαφέρεται για μια γρήγορη κατάκτηση μέσω της Αιμιλίας, ενώ ο Βελισάριος επιθυμεί πρώτα την απαλοιφή κίνδυνων και κατάκτηση οχυρωμένων, στρατηγικών, θέσεων, το σχέδιο του Ναρσή άφηνε ακάλυπτα φλέγοντα ζητήματα, απορρίπτοντας την Αιμιλία η οποία δεν παρείχε κάποιο πλεονέκτημα ασφάλειας. Ότι ο Βελισάριος, παρόλο που είναι Στρατηγός Αυτοκράτωρ, υποχωρεί προτείνοντας συμβιβασμό, οφείλεται στην προσπάθεια του να διατηρήσει την όποια ενότητα στον Βυζαντινό στρατό, ο οποίος είχε διαχωριστεί σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα, και όχι γιατί ο Βελισάριος δρούσε κατά του Κράτους. Αν και ο Βελισάριος, κατορθώνει, σε γενικές γραμμές, να συγκρατεί τον Ναρσή, αναλαμβάνοντας την αρχηγία στα κοινά εγχειρήματα, ο τελευταίος καταφέρνει και πράττει, ορισμένες φορές, αυτόβουλες ενέργειες. Το όλο ζήτημα, εκτός των άλλων, υποδεικνύει τις λεπτές ισορροπίες μεταξύ αξιωματικών και την ανάγκη για υποστήριξη μεταξύ των στρατιωτικών. Το αποκορύφωμα της διάσπασης αποκρυσταλλώνεται στην απώλεια των Μεδιολάνων. Αυτή οφείλεται στην στάση ανυπακοής του Ιωάννη Βιταλιανού, και κυρίως στα σφάλματα των αξιωματικών που ήταν συνδεδεμένοι με τον Βελισάριο, και στον ίδιο τον στρατηγό καθώς δεν λαμβάνει αποφασιστικές ενέργειες. Η αποτυχία των Μεδιολάνων σε συνδυασμό με τον Φράγκικο κίνδυνο που αυτά έφεραν, ωθεί τον Αυτοκράτορα για μια συμφωνία με τους Οστρογότθους, με τους τελευταίους να λαμβάνουν τα περά του Πάδου Ιταλικά εδάφη. Ο Βελισάριος, θα καταφέρει μια πλήρη καθυπόταξη της Οστρογοτθικής Ιταλίας τον Μάρτιο με Απρίλιο του 540 μ.Χ., ακυρώνοντας την Αυτοκρατορική συνθήκη, προσποιούμενος ότι θα αποδεχθεί τον Οστρογοτθικό θρόνο, ωστόσο η επιτυχία του θα αντιμετωπιστεί με καχυποψία. Παρατηρώντας την πορεία των πραγμάτων κατά το τελευταίο, κυρίως, στάδιο της εκστρατείας, εξάγεται η άποψη πως η απόφαση του Βελισαρίου να ακυρώσει την Αυτοκρατορική συμφωνία περί συνθηκολόγησης μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Ραβέννας, και να προσποιηθεί την αποδοχή του Οστρογοτθικού θρόνου, έδρασε αρνητικά στην στάση του Ιουστινιανού Α’ προς τον στρατηγό. Ως προς αυτό, η αναφορά του Προκοπίου ότι κάποιοι αξιωματούχοι κατηγόρησαν τον Βελισάριο για σφετερισμό, ενισχύει την άποψη, καθώς συμπεραίνεται πως αυτός ήταν και ο λόγος της ανάκλησης του. Αποτέλεσμα της απόφασης του Βελισαρίου ήταν η άμεση ανάκληση του και η αντικατάσταση του, και η διαίρεση του αξιώματος του Magister Militum per Orientem, το οποίο μέχρι τότε ήταν στην ατομική κατοχή του Βελισαρίου, ενέργεια η οποία οφείλει να τοποθετηθεί στο πλαίσιο της τιμωρίας του στρατηγού, όπως προκύπτει από μια προσεκτική μελέτη των όλων πηγών και των συμβάντων που έλαβαν μέρος. Από την πλευρά του Βελισαρίου, δεν εντοπίζεται, στα γεγονότα του 540 μ.Χ., σκέψη ανεξαρτησίας και εναντίωσης προς το Ιουστινιάνειο καθεστώς, και οι ενέργειες του παρατηρείται ότι καθοδηγούνταν από προσπάθειες ανάδειξης του Αυτοκράτορα σε ολοκληρωτικό νικητή, αλλά και από ενδεχόμενη απογοήτευση καθώς δεν του δόθηκε η δυνατότητα επίτευξης ολικής νίκης. Άλλωστε, η στάση του Βελισαρίου στο επεισόδιο της συνομιλίας του με τους Οστρογότθους τον Χειμώνα του 537 μ.Χ., υποδεικνύει την εντελώς διαφορετική αντίληψη του πρώτου προς τις ενέργειες του Θεοδωρίχου, η οποία ήταν εντελώς ασυμβίβαστη με την θετική αξιολόγηση που είχαν οι Οστρογότθοι για τον Θεοδώριχο και το πολιτειακό σύστημα που δημιουργήθηκε κατά την περίοδο της Βασιλείας του. Αυτό που συμπεραίνεται από τα γραφόμενα του Προκοπίου, αναφορικά με τον πρώτο Οστρογοτθικό πόλεμο, είναι ότι οι σκέψεις για άνοδο στον θρόνο της Ιταλίας δεν ήταν του Βελισαρίου, αλλά του Προκοπίου, ο οποίος επιθυμούσε ο στρατηγός να λάβει μια παρόμοια θέση με αυτή του Θεοδωρίχου, σκέψη που φαίνεται να υπήρχε και στους Οστρογότθους, καθώς μαγνητίζονται από τον Βελισάριο, προτείνοντας του τον θρόνο. Τέλος, άξιο αναφοράς είναι ότι ο Βελισάριος δε διστάζει να γίνει παραπλανητικός, ή να δράσει με πανουργία, με σκοπό την υλοποίηση των επιδιώξεων του, κάτι που πιθανότατα υποδεικνύει μια πτυχή του χαρακτήρα του. Αναφορικά με την περίοδο της δεύτερης Περσικής εκστρατείας του, σχετικά με το αποτέλεσμα των δύο αποστολών του και της αρνητικότητας με την οποία σκιαγραφούνται στα Ανέκδοτα, εντοπίζεται πως η κριτική του Προκοπίου είναι λανθασμένη καθώς ο Βελισάριος κατόρθωσε να αντιμετωπίσει τις απειλές και να δράσει στις εκάστοτε επιχειρήσεις, με βάση τους περιορισμούς που είχε. Άλλωστε, από τακτικής και στρατηγικής πλευράς πράττει τα δέοντα, ενεργώντας με βάση τα δεδομένα, ενώ οι τακτικές του επιβεβαιώνονται και από το Στρατηγικό του Μαυρίκιου. Μάλιστα, λαμβάνοντας υπόψη ένα σχόλιο στα Βασιλικά, παρατηρείται ότι η επιτυχία του Βελισαρίου, απομάκρυνση του Χοσρόη Α’ και σύναψη ανακωχής, είχε ως αποτέλεσμα να τιμηθεί με θρίαμβο κατά την παρουσία του στην Αντιόχεια. Οι επικρίσεις που εκτοξεύει ο Προκόπιος προς τον στρατηγό, δεν πρέπει να ληφθούν με ρεαλιστική οπτική. Αντιθέτως, στόχος του είναι να αμαυρωθεί ο Βελισάριος, ο οποίος από ένας πάλαι ποτέ ορθός και άξιος θριαμβευτής, παρουσιάζεται να παραμελεί τις ευθύνες του, να αδιαφορεί για κρίσιμα Αυτοκρατορικά θέματα και να έχει απολέσει την ικανότητα του εξ αιτίας της συζύγου του, για την οποία ο συγγραφέας έχει τεράστια αποτροπή, και η οποία είναι αιτία του κάκου που υποσκάπτει τον Βελισάριο, οδηγώντας τον στην πτώση και στην εξαθλίωση. To 542 μ.Χ. ο Βελισάριος θα καταδικαστεί, καθώς θα θεωρηθεί ότι αρνήθηκε να αποδεχθεί οποιονδήποτε διάδοχο που θα επέβαλε η Αυλή. Με βάση τα στοιχεία, κατηγορήθηκε αδίκως από κάποιους αξιωματούχους, με τους οποίους είχε μια αρνητική σχέση. Άλλωστε, όπως έχει αποδείξει η έρευνα, τάσεις δολιοφθοράς και προσπάθειες υπονόμευσης δεν ήταν τυχαίο φαινόμενο στον Αυτοκρατορικό στρατό, ιδίως μεταξύ ατόμων τα οποία είχαν μια διαμάχη μεταξύ τους, όπου η αποπομπή του ενός θα μπορούσε να φέρει κέρδος στον άλλο. Ότι η κατηγορία του οφείλει να ενταχθεί στο ζήτημα περί δολιοφθοράς και διαμάχης μεταξύ ομάδων αξιωματικών, υποφαίνεται και από το γεγονός ότι εκτός του Βελισαρίου, καταδικάστηκαν και αξιωματικοί οι οποίοι είχαν μια σύνδεση μαζί του, στο ότι οι κατήγοροι του αποκτούν κάποια κέρδη και ότι ο Βελισάριος δέχεται κυρώσεις για τα επόμενα έτη. Επίσης, ότι ο Βελισάριος δέχεται μια τέτοια ισχυρή τιμωρία, όπως και ότι κατηγορείται παρά την μη ύπαρξη θεμελιωμένων αποδεικτικών στοιχείων, πιθανότατα οφειλόταν στην δύναμη που είχε, η οποία θα είχε ανησυχήσει το Αυτοκρατορικό ζεύγος για πιθανή αυτονομία του. Μάλιστα, παρόμοιες αποφάσεις προς τους στρατηγούς, σύμφωνα με τους ερευνητές, αποτελούσαν σκόπιμη πρακτική από τους Αυτοκράτορες, ώστε να αποφύγουν κινδύνους που θα δημιουργούνταν από στρατηγούς σε περίπτωση που οι τελευταίοι αποκτούσαν μεγάλη δύναμη και εξουσία. Το 544 μ.Χ. ο Βελισάριος θα αποκατασταθεί μερικώς στην Αυτοκρατορική εύνοια, με σκοπό να αποσταλθεί στο ιταλικό μέτωπο εναντίον των Οστρογότθων. Αυτά που αξίζουν να αναφερθούν περί της αποστολής του είναι οι περιορισμοί οι οποίοι του τίθενται, πιθανότατα με σκοπό να μην αναδημιουργήσει μια δύναμη όπως εκείνη που είχε στο παρελθόν, κάτι που θα οφειλόταν στα γεγονότα του 540 και του 542 μ.Χ. Χαρακτηριστικά του δίδεται ο τίτλος του Comes Sacri Stabuli, ο οποίος είναι αρκετά χαμηλότερου βεληνεκούς από εκείνον του Magister Militum per Orientem, θα αποσταλθεί στην Ιταλία και όχι στην Ανατολή λόγω των δυσκολιών και των περιορισμών που η πρώτη έφερε, θα αποφασιστεί να χρηματοδοτήσει την εκστρατεία με προσωπικές του δαπάνες, ενώ ως αρχηγός της Ιταλικής επιχείρησης ναι μεν θα τεθεί αὐτοκράτορας τοῦ πολέμου, ωστόσο στην Βανδαλική και στην πρώτη Ιταλική εκστρατεία είχε τεθεί στρατηγὸς δὲ αὐτοκράτωρ ἐφ' ἅπασι, δίδοντας μια αίσθηση περιορισμού, ήτοι ότι είχε την αρχηγία και την δυνατότητα να λάβει αποφάσεις πολεμικού χαρακτήρα και μόνο, και όχι πληρεξούσια αρχή. Η ανεπαρκής και ακατάλληλη πολεμική δύναμη που είχε στην διάθεση του ο στρατηγός, σε συνδυασμό με την κατάσταση που είχε αναδυθεί από το 540 μέχρι το 544 μ.Χ. στην Ιταλία, αποτελούσε σημαντικό τροχοπέδη περί της προσπάθειας του να ανατρέψει τα πράγματα. Επιπροσθέτως, φιλονικίες, προβλήματα διοίκησης, οικονομική δυσπραγία, στάσεις πληρωμών, αυτομολήσεις και αδυναμίες των αξιωματικών του, υπέσκαψαν σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό τον Αυτοκρατορικό σκοπό. Αναφορικά με την κριτική του Προκόπιος στο Ὑπέρ τῶν Πολέμων και στα Ανέκδοτα, αύτη είναι ακραία και χωρίς κριτική σκέψη, καθώς ο Βελισάριος, παρά τις περιορισμένες δυνάμεις και προβλήματα που είχε και υπήρχαν, θα καταφέρει να συγκρατήσει την Οστρογοτθική επίθεση, ενώ στην μοναδική σύγκρουση του με τον Οστρογότθο αρχηγό Τοτίλα, θα καταφέρει να βγει νικητής με θριαμβευτικό τρόπο. Τέλος, δύο πράγματα που αξίζουν να σημειωθούν είναι ότι η ανάκληση του από το Ιταλικό μέτωπο, με βάση τα γραπτά και τα συμφραζόμενα, προκύπτει ότι πυροδοτήθηκε από τον ίδιο, και με τον Ιουστινιανό Α’ να συμφωνεί στο αίτημα. Το άλλο έχει να κάνει με ένα ιδιαίτερο στοιχείο του χαρακτήρα του και της αντίδρασης του. Χαρακτηριστικά, όταν η πρόβλεψη του αποτυγχάνει, μην έχοντας διέξοδο σε περίπτωση εγκλωβισμού στα σχέδια του, τότε κλονίζεται και αδυνατεί να βρει λύση καθώς απολύει τον έλεγχο της κατάστασης με αποτέλεσμα είτε να παραλύει είτε να βυθίζεται στη σύγχυση. Σχετικά με τα ύστερα χρόνια του Βελισαρίου, ο στρατηγός θα καταφέρει να συντρίψει μια επίθεση των Κουτρίγουρων, παρά την αυξημένη ηλικία του και τα πενιχρά του μέσα, ενώ η δήλωση του Αγαθία, ότι η επιτυχία του Βελισαρίου έγειρε το έχθος του Αυτοκράτορα και της Αυλής, πιθανότατα είναι λογοτεχνικό δημιούργημα/τόπος, ενώ άξιο αναφοράς είναι ότι λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή θέση που είχε ο Βελισάριος, όπως τα αξιώματα που του δόθηκαν και η συμμετοχή του σε πρεσβείες στις οποίες ηγούνταν, η αναφορά του Προκοπίου προς τον στρατηγό περί «πρῶτος ὁ Βελισάριος Ῥωμαίων ἁπάντων» δεν είναι υπερβολική. Άλλωστε, ο Προκόπιος, γενικά, στο τέλος των Ὑπέρ τῶν Πολέμων, παρουσιάζει μια θετική εικόνα για τους πρωταγωνιστές του έργου στο τέλος του, ή τουλάχιστον όχι αρνητική, η οποία ανάλογα με τον, γενικό, τρόπο περιγραφής τους στο έργο, οδηγεί στην άποψη για τον καθένα, παράδειγμα ο Βέσσας και ο Γερμανός. Στις πλείστες των πηγών, ο Βελισάριος παρουσιάζεται θετικά, με την κραταιά εικόνα του στο πέρασμα των χρόνων να αποκτά πτυχές λαϊκής μνήμης και φαντασιακής δημιουργίας. Έτσι από τον 10ο αιώνα περίπου, θα αρχίσει μια δραματική ανάπλαση της ιστορίας του, στα πλαίσια μυθιστορηματικών διασκευών. Χαρακτηριστικά ο Βελισάριος παρουσιάζεται ως τυφλός, εγκαταλειμμένος, και φτωχός εξ αιτίας του φθόνο του Αυτοκράτορα, με χαρακτηριστικότερο έργο την Ιστορία του Βελισαρίου. Το εύρος της προσωπικότητας του Βελισαρίου δεν θα περιοριστεί στα εντός του Βυζαντίου σύνορα, αλλά θα προωθηθεί και στον Δυτικό κόσμο, πολύ πριν της παρουσίασης του με μυθιστορηματικό τρόπο. Ιδιαίτερα, ο Φρεδεγάρ, αλλά και ο αρκετά μεταγενέστερος του Αϊμοΐν παρουσιάζουν τον Βελισάριο με μια αξιέπαινη περιγραφή, ο οποίος φέρει τις αξίες της Φραγκικής ιδεολογίας, κάτι που υποδεικνύει το φάσμα του ονόματος του και τον αντίκτυπο της δράσης του στον Δυτικό κόσμο, με το όνομα του μυθιστορηματικού Βελισαρίου να επιβιώνει έως την σύγχρονη εποχή. (EL)
The subject of the Master is "The Personality of Belisarius", and therefore deals with the particular Byzantine General, who although he is one of the best known generals in the millennial presence of the Byzantine Empire, however, there is not only a monograph for him, but there are many issues for which either no opinion has been given, or the view that has been put forward does not seem satisfactory. The main issues that are dealt with are his military operations, the tactics followed in the battles, his relationship with Justinian I, and with the officials and soldiers and the extraction of information and information about various traits and aspects of his character including. Originally, he was born in the early 500 AD. in Γερμανία/Γερμάνια, a region that was located between Thrace and Illyricum and which is identified with today's Sapareva Banya of Western Bulgaria, and died in March 565 AD. He was a Latin-speaking, and therefore a Romanized Thracian, Christian, and probably belonged to a superior social class that had a certain status. In his first Persian campaign, which began in 526 AD, about the skirmishes that took place and for which there was no opinion about his action, studying carefully the sources, it was observed that he acted with cautious, tactical, approaching and prudence in front of the opponent, making regular retreats in cases of difficult conditions, unlike the other Byzantine officers who acted imprudently. Consequently, the defeats of the Imperials were due to the other Byzantine officers, while the attitude held by Belisarius is reflected in all the battles that took place in his career, with his actions being in agreement with the Strategikon of Maurice. Finally, a study of the sources mentioned in 528 AD, cancels the view of the researchers that Belisarius participated in two similar failed campaigns and that Procopius summarizes them in οne event with the possible purpose of renouncing the charges to his superior, while in the character of Belisarius is indicated the emphasis it gives to the importance of order, discipline and proper organization. At the same time, Belisarius will succeed in a short time to ascend to the top of the ranks, taking, in 527 AD the rank of the Duke of Mesopotamia, and in 529 AD, the rank of Magister Militum Per Orientem. The reason for his rapid rise was mainly due to his close relationship with Emperor Justinian I, and to the latter's desire to create an effective, secure, and trustworthy network of officials from personal choices. In addition, taking into account the events that took place at that time and the chronology of the ranks of Belisarius, it is argued that the mention of John Malalas and Theophanes of the Confessor, inter alia, that Belisarius participated in 528 AD. in a campaign in at the Lazika is not right. The campaign in Kallinikos (531 AD), which completes the first Persian enterprise of Belisarius, is also the most important part of it. Although most of the researchers believe that the defeat and subsequent recall of Belisarius from the Sassanidian front was due to its erroneous action, as stated by Malalas, however, a careful study of all sources providing information on the event, indicates that Belisarius should be renounced most of the responsibility, that the description of Procopius is more true than Malalas, and that Procopius' description, which is in agreement with the other sources, combined with some elements from Malalas, should be followed. Consequently, the responsibility for the result must be attributed to the insubordinate soldiers, as, among other things, they are frustrated in the battle, not having the capability to cope with their duties, while all elements of the campaign, based on the Strategikon of Maurice, support the position of Belisarius. Belisarius also has weaknesses, as he is unable to impose power and discipline in the army, a parameter that will reappear in many of his campaigns, and thus indicates his relative inadequacy in this area. Of course, it is worth noting that the overall influence, or power, of a commander in the army depended heavily on the personalities of his subordinate officers and the relations he had with each other. Indeed, rivalries, intrigues, and attempts to undermine commanders and officers were not a rare phenomenon in the Byzantine Empire. The latter also indicates the reason for the withdrawal of Belisarius from the East. In particular, based on the analysis of the information provided, it is argued that his removal was due to the fact that the verdict was drawn up by his rivals, and from the negative relationship and the dislike that the officials there had on him. The subsequent presence of Belisarius in Constantinople, and the demonstration of his contribution and devotion to the Crown during Nika's Riot, not only eliminated Justinian's possible doubt about the abilities and attitude of the general, but, most likely, was the reason why the Emperor placed him at the head of the upcoming Vandalic campaign. Also, probably after the completion of Nika's Riot, and before the Vandalic campaign, Belisarius would be re-enacted Magister Militum per Orientem, an office which he had lost when he was withdrawn from the Persian Front, while he would also receive the rank of Patrikios, which Justinian lavished on the general due to his stance at Nika's Riot, which is indicated by a careful study of both the sources and the events that take place in the meantime. In addition, during Belisarius stay in Constantinople (532-534), may have taken place his marriage with Antonina, an opinion emerging from the dates and reports of the persons involved, and their appearance in the sources, while the opinion that the alliance between Antonina and Theodora was the one that led to the wedding of the former with Belisarius, and then positively influenced the career of the latter, does not seem true, because the data from the sources. Regarding Belisarius’ Vandalic campaign, those that deserve a note, are the battles in Decimum and Trikamarum, his actions in the particular operation, elements evoked about his character, and the triumphal procession with which he was honored at his return. As for the former, is observed the tactical awareness of Belisarius to make extensive use of the cavalry. In addition, his war tactics, as well as the successful attempt to impose his authority to avoid incidents of subordinations, attitude which must have a good and prudent general to his warriors, according to the Strategikon of Maurice. Finally, the prudence and the foresight of the general make their appearance again, elements, which, together with the above, constituted his basic characteristics, as will be the case for his later campaigns. In the other hand, Gelimer (he was the rival Vandal of Belisarius in the operation), proved to be ineffective administratively, tactically and militarily to confront Belisarius, unable to exploit opportunities, and surrendering to the impediments that appear before him, an attitude just opposite from Belisarius. Interestingly, in the Third Book of the Wars, Vasiliskos' impotence and his pathetic failure in the campaign of 468 AD are noted, as opposed to Gaiseric, where their conflict and their characteristics resonate with those of Gelimer and Belisarius respectively. Consequently, with regard to the question of whether the military capability and administrative correctness of Velissarios or luck(Τύχη) is the one which leading to victory, the answer is obvious. For this reason Procopius first mentions the action of the Vandals and that, while at first the victory seemed to be in their hands, however, the errors of Gelimer bring victory to the Byzantines. His purpose is to indicate the strategic mistakes and the weakness in leadership of Gelimer. Consequently, most researchers' belief that the victory of Belisarius was mainly due to luck and not to his personal action is not without doubt. Besides, on the basis of Procopius writings, Gaiseric’s victory was due to luck. Also, Belisarius is portrayed as having many commendable attributes, but he is not presented without weaknesses. In conclusion, Procopius does not glorified Belisarius subjectively, while Belisarius high strategic administration and capability is the one that brings victory, as opposed to Gelimer. Consequently, his action in Africa is therefore a model/pattern of a capable general, and luck mainly has a symbolic character, that is, a means of Procopius to explain in literary terms the result and surprise in front of the weakness of Gelimer and the ability of Belisarius. Besides, the fact that the tactics and the action of Belisarius are mentioned characteristically in the Strategikon of Maurice is a strong proof of his proper strategy and action. On the triumphal procession with which Belisarius was honored, a careful study and comparison of the process with those of the Roman and the Early Byzantine years lead to the opinion that the ceremony that was held was not only a triumph for the Emperor, celebrating the success of Belisarius, however, its purpose was the humiliation of the general and his presentation as a slave of Justinian I, who begging for the Emperor's mercy. Probably the accusations of Belisarius' thought of independence, led Justinian I to such a procession. Of course, Justinian I did not seriously believe the accusations, hence Belisarius is not depicted as a real rebel, but as a supplicant. Consequently, the Emperor does not intend, through triumph, to punish Belisarius for the accusations about possible independency. Instead, he carries out a demonstration in which he declares in every way that he is the absolute sovereign, in which even a mighty general must behave as his humble servant, ask for his mercy, perceive his true position and prove his loyalty of. Secondly, he indicates to both Belisarius and the crowd that no one can challenge his authority. The first Italian campaign of Belisarius is one of the most complex issues in his action. In general, he followed the system of occupation of strategically fortified cities, which, after he secured, subsequently established his occupation in the neighboring regions and cities, exploiting at the same time deserts and using diplomacy. The purpose of these movements was to acquire geostrategic positions with the aim of progressive, safe, promotion and occupation of all of Italy, while at the same time eliminating safe bases from the Ostrogoths, creating a war of attrition. This is indicated, among other things, in his desire to grasp Neapoli at all costs, whose attitude after the end of the siege indicates his purposefulness as an element of his character. The siege of Rome, which must be placed in mid-March, suggests the plan of Belisarius to be besieged by the superior Ostrogothic troops, exploiting his horse archers and the limited ability of the opponents in the siege, actions which agree with the Strategikon of Maurice. His victory in this siege indicates his superiority over rival generals, in this case, the Ostrogothic King Vitiges. The purposefulness, the proper observation, the judgment, the foresight(προβλεψία), the intimidation compliance, and logic are essential elements of Belisarius, the ευβουλία and the γνώμη that determine the choice of things and the attitude of each person in the various issues according to the general, while his remarkable and multitudinous personal guard is tasked with the most important missions and the protection of his goals. Of course, there are moments of weakness of Belisarius, such as inadequacy in front of the massive insubordinate crowd, or some of his actions in the battle, which are criticized, in disguise, by Procopius. Problems of administration, strategy and external complications that will emerge will cause a stir in the campaign. In particular, John Vitalianos will refuse to obey the orders of Belisarius for occupying positions in the wider area of Rome, resulting in being besieged in Arimino by Vitiges. Therefore, John's personal decision and disobedience not only frustrated the opportunity to decompress the situation and secure Imperial control in the wider region, allowing decisions about promotional initiatives, but created administrative issues and personal confrontations that threatened the campaign's course. On the hand, , Belisarius’ decision to send aid to the remote Mediolana will worsen the campaign, as he will put an area under minimal Byzantine occupation which was outside the reach of the Imperial Forces of Italy while bringing to the forefront of war, as enemies, the neutral Franks, resulting in the siege of the Mediolana by Franks and Ostrogoths. In the two Important issues, Arimino and Mediolana, will be added the arrival of Narses, which is observed to be in good relations with John Vitalianos, creating two opposing groups. That of Belisarius and that of Narses -John. From this dispute, it is noted that there are different views on the strategic conquest of Italy, with Narses being interested in a quick conquest through Emilia, while Belisarius first wants to eliminate the risks and acquire fortified strategic positions, Narses plan left uncovered Important issues, rejecting Emilia, which did not provide any security advantage. That Belisarius, although he is General Emperor(Στρατηγός Αυτοκράτωρ), retreats by proposing a compromise, is due to his attempt to maintain any unity in the Byzantine army, which had been divided into two opposing camps, and not because he was acting against the State. Although Belisarius, in general, manages to hold Narses plan left uncovered Important issues, rejecting Emilia, which did not provide, assuming leadership in joint ventures, the latter managed, sometimes, to act voluntarily. The whole issue, among other things, suggests the delicate balance between officers and the need for support among the military. The peak of the disintegration crystallizes into the loss of the Mediolana. This is due to the disobedience of John Vitalianos, and principally to the errors of the officers who were connected with Belisarius, and to the general himself as he does not take decisive action. The failure of the Mediolana, combined with the Frankish danger they have brought, pushes the Emperor to an agreement with the Ostrogoths, with the latter taking the Italian lands beyond river Po. Belisarius will accomplish a complete subjugation of Ostrogothic Italy in March-April 540 AD, canceling the imperial treaty, and pretending to accept the Ostrogothic throne, but his success will be treated with suspicion. Observing the course of events at the last stage of the campaign, it is argued that the decision of Belisarius to cancel the Imperial agreement on the capitulation between Constantinople and Ravenna, and pretending to accept the Ostrogothic throne, had a negative effect on Justinian's I attitude towards the general. In this regard, Procopius' report that some officials accused Belisarius of usurpation reinforces the opinion, as it is concluded that this was the reason for his withdrawal. As a result of the decision of Belisarius, it was his immediate recall and his replacement, and the partition of the rank of Magister Militum per Orientem, which, until then, was in the individual possession of Belisarius, an action which must be placed within the general's punishment, as can be seen from a careful study of all sources and events that took place. On the side of Belisarius, about the events of 540 AD, there is no thought of independence and opposition to the Justinian regime, and his actions are observed to be guided by attempts to promote the Emperor as the total victor, but also by possible disappointment as he was not given the opportunity to achieve a total victory. Besides, the attitude of Belisarius in the episode of his conversation with the Ostrogoths in the Winter of 537 AD, indicates the completely different perception of the first one towards the actions of Theoderic, which was completely irreconcilable with the positive evaluation of the Ostrogoths about Theoderic and the state system which created during his reign. What is concluded from Procopius' writings concerning the first Ostrogothic war is that the thoughts about the rise to throne of Italy were not of Belisarius but of Procopius, who wanted the general to take a position similar to Theoderic, thought which seems to have existed in the Ostrogoths, as they are magnetized by Belisarius, proposing him the throne. Finally, it is worth mentioning that Belisarius does not hesitate to become devious, or to act cunningly, in order to achieve his aspirations, which probably indicates an aspect of his character. Regarding the period of his second Persian campaign, about the outcome of his two missions and the negativity outlined in the Anecdota, it is clear that Procopius' criticism is wrong, as Belisarius managed to cope with the threats and to take action in the skirmishes concerned, based on the limitations he had. Besides, from a tactical and strategic point of view, he acts correctly, while his tactics are confirmed by the Strategikon of Maurice. Indeed, taking into account a commentary in the Vasilica, it is noted that the success of Belisarius, the removal of Khosrow I and the conclusion of truce, resulted of being honored with triumph during his presence in Antioch. The criticisms that Procopius launches to the general must not be taken with a realistic view. On the contrary, his aim is to tarnish Belisarius, who, from a formerly right and worthy triumphant, appears to neglect his responsibilities, to indifferent to crucial Imperial issues and to lose his ability because of his wife, for whom the writer has a tremendous deterrence, and which is the cause of the malicious undermining of Belisarius, leading him to fall and misery. At 542 AD Belisarius will be convicted, as he will be deemed to have refused to accept any successor imposed by the Court. According to the data, he was wrongfully accused by some officials, with whom he had a negative relationship. Besides, as the research has shown, sabotage and undermining efforts were not a random occurrence in the Imperial Army, especially amongst individuals who had a quarrel with one another, where the expulsion of one could bring profit to another. That his accusation ought to be included in the issue of sabotage and conflict between groups of officers, is also evidenced by the fact that besides Belisarius, officers who had a connection with him were also convicted, that his prosecutors gained some profits and that Belisarius downgraded at the following years. Also, that Belisarius had such a strong punishment, and he is accused, despite the fact that no evidence exists, probably, was due to the power he had, which would have been worried the Imperial couple for possible autonomy from his side. In fact, similar decisions to the generals, according to the researchers, were a practical practice by the Emperors to avoid the dangers that would be created by generals if the latter were to gain great power and authority. At 544 AD, Belisarius will be partially restored to the Imperial favor in order to be sent to the Italian front against the Ostrogoths. What is worth mentioning about his mission is the restrictions placed on him, probably in order to not recreate a power like the one he had in the past, which would be due to the events of 540 and 542 AD. Characteristically is given the title of Comes Sacri Stabuli, which is much lower than that of the Magister Militum per Orientem, will be sent to Italy and not to the East due to the difficulties and constraints the first one had, will decide to fund the campaign with his personal expenses, while as head of the Italian business he will become αὐτοκράτορας τοῦ πολέμου, but in the Vandalic and in the first Italian campaign had been στρατηγὸς δὲ αὐτοκράτωρ ἐφ' ἅπασι, something which it gives a sense of constraint. That he had the leadership and the possibility to take decisions of warlike character only and not ultimate authority and power. The inadequate and inappropriate military power available to the general, combined with the situation that had arisen from 540 to 544 AD in Italy, was an important problem and obstacle on his attempt to overturn things. In addition, quarrels, financial distress, payment stops, self-complaints and weaknesses of his officers have, further exacerbated the imperial purpose. Regarding the criticism of Procopius in the Wars and in the Anecdota, is extreme and without critical thinking, as Belisarius, despite the limited forces and problems that he had and existed, will be able to contain the Ostrogothic attack, while in his only clash with Ostrogothic leader Totila, he will succeed to win in a triumphant way. Finally, his recall from the Italian Front, based on the sources and contexts, shows that it was made by himself, and that Justinian I agreed to the request. Regarding the later years of Belisarius, the general will be able to crush an attack by the Kutrigurs in spite of his increased age and his meager meanings, while Agathia's statement that the success of Belisarius raised the envy of the emperor and the court, it is probably a literary creation, while it is worth mentioning that taking into account the high position of Belisarius, such as the ranks he was given and his participation in the embassies where he was the leader, Procopius’s reference to the general that «πρῶτος ὁ Βελισάριος Ῥωμαίων ἁπάντων» is not an exaggeration. Besides, Procopius, in general, at the end of the Wars, presents a positive image for the protagonists at the end, or at least not negative, which, depending on the general way of describing them in his writings, leads to the opinion for each one, for example, Vessas and Germanos. In most sources, Belisarius is presented positively, with his positive presentation, in the passage of time, gained folds of folk memory and imaginative creation. So, from about the 10th century, a dramatic redevelopment of his story will begin, in the context of novel adaptations. Characteristically, Belisarius is appeared as a blind, abandoned beggar because of the Emperor's envy, with a more prominent work of the Ιστορία του Βελισαρίου. The range of personality of Belisarius will not be limited only to Byzantium, but will be promoted in the Western world long before his presentation in a fictional way. In particular, Fredegar and his later Aimoim, represent Belisarius with a commendable description, which carries the values of Frankish ideology, and which indicates the range of his name and the impact of his action on the Western world, with the name of the fictional Belisarius survives till the modern age. (EN)

masterThesis

Βελισάριος στρατηγός, 6ος αι. (EL)


Greek

2018


Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Φιλοσοφική Σχολή. Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας (EL)




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)