Στις αρχές της φιλοσοφίας του 20ου αιώνα είχε ήδη καταστεί προφανές ότι οι
παραδοσιακές ηθικές θεωρίες αντιμετώπιζαν εξαιρετική δυσκολία στην αντιμετώπιση
των αναδυόμενων ηθικών και κοινωνικοπολιτικών προβλημάτων. Σύμφωνα με όλες
τις προηγούμενες ηθικές, η ανθρώπινη κατάσταση ήταν μιας εξαρχής δεδομένη,
καθώς την όριζε η φύση του ανθρώπου και των πραγμάτων˙ επ’ αυτής της βάσης το
ανθρώπινο αγαθό ήταν εύκολα προσδιορίσιμο˙ και το πεδίο της ανθρώπινης πράξης
και συνεπώς και η ευθύνη ήταν στενά περιγεγραμμένα. Όπως το θέτει ο Hans Jonas,
η φύση της ανθρώπινης πράξης έχει αλλάξει, και εφόσον η ηθική συνδέεται με την
πράξη, έπεται ότι η αλλαγμένη φύση της ανθρώπινης πράξης προκαλεί και αλλαγή
της ηθικής. Ο Jonas διαφωνεί με συγκεκριμένες φιλοσοφικές θεωρίες, ιδίως του
Descartes, του Kant, του Marx, και με σύγχρονους μαρξιστές, όπως ο Ernst Bloch.
Αντικαθιστά την κατηγορική προσταγή του Kant και προσπαθεί να επαναδιατυπώσει
τις καντιανές ηθικές αρχές, δίνοντας έμφαση στους μελλοντικούς ηθικούς δρώντες,
στις μελλοντικές γενεές, και στη φύση. Ο Jonas εξετάζει τον άνθρωπο από κάθε
δυνατή άποψη. Δεν ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο απλώς ως ορθολογικό ον, αλλά
ενδιαφέρεται για την διατήρηση της ανθρωπότητας στο παρόν και στο μέλλον, και
την δυνατότητα να εκδηλώσει όλες του τις δυνατότητές ως αναπόσπαστο μέρος του
συνόλου, δηλαδή, της φύσης. Από την άποψη αυτή, ο άνθρωπος έχει το ηθικό
καθήκον να συντηρήσει και να προστατεύσει την φύση, πιο συγκεκριμένα να
αναστοχαστεί τη σχέση του με τη φύση ως αντικείμενο της δικής του ευθύνης. Αυτό
το είδος ευθύνης δίνει τον λόγο στον φόβο όχι με την έννοια της απαισιοδοξίας ή του
παραλυτικού θεάματος του μέλλοντος, αλλά ως «ευρετική του φόβου». Το
αφετηριακό του σημείο, η ηθική υποχρέωση για διατήρηση της ανθρωπότητας στο
παρόν και στο μέλλον, υιοθετεί το παράδειγμα της γονεϊκής και της πολιτικής
ευθύνης. Και οι δύο είναι «ολικές» και μπορούν να μας διδάξουν πολλά για τη φύση
της ευθύνης. Το κοινό σ’ αυτά μπορεί να συνοψισθεί στις τρείς έννοιες «ολότης»,
«συνέχεια» και «μέλλον», που και οι τρεις τους αφορούν το καλό των ανθρώπινων
όντων. Για τον Jonas, μόνο μια ηθική που βασίζεται στο εύρος της ύπαρξης, όχι
απλώς στην μοναδικότητα ή στην ιδιαιτερότητα του ανθρώπου μπορεί να έχει
σημασία στο πλαίσιο του συνόλου. Αναπτύσσοντας έτσι το μεταφυσικό θεμέλιο της
οντολογικής του προστακτικής που μειώνει την παραδοσιακή διάκριση μεταξύ είναι
και δέοντος. Υποστηρίζει ότι η ύπαρξη καθαυτή «θα έπρεπε» να προτιμάται από την
[138]
ανυπαρξία. Λίγες δεκαετίες αργότερα, η Γαλλίδα φιλόσοφος Corine Pelluchon
ανοίγει έναν διάλογο που διατρέχει σχεδόν ολόκληρη την ιστορία της φιλοσοφίας˙
αλλά επίσης συνομιλεί με θεολόγους, οικολόγους, επιστήμονες και ψυχολόγους. Με
τον τρόπο αυτό, η Pelluchon αναπτύσσει την «ηθική της υπόληψης», η οποία
αποτελείται από έναν αστερισμό ηθικών αρετών και ανταποκρίνεται στις προκλήσεις
τις σύγχρονης εποχής που αποκαλεί εποχή του ζώντος. Αυτό που διακυβεύεται για
την ίδια είναι να μειώσει το χάσμα μεταξύ σκέψης και πράξης, θέτοντας έτσι ένα
τέλος στον υπερβολικό διανοητικισμό και την παραμέληση για μια γενική αντίληψη
των όντων. Η προσέγγιση αυτή της ηθικής βρίσκεται στην περιοχή της προ νεωτερικής ηθικής αλλά διαφέρει από αυτή, καθώς η Pelluchon αίρει τους δυισμούς
ψυχή/σώμα, άνθρωπος/φύση, ατομικό/συλλογικό, ιδιωτικό/δημόσιο, καθώς αποδίδει
μεγάλη σημασία όχι μόνο στα ίδια τα άτομα, αλλά επίσης στα κίνητρα και στις
παραστάσεις τους, που τους ενθαρρύνουν να δράσουν. Η εν λόγω ηθική προσδιορίζει
τους τρόπους ύπαρξης και δράσης που πρέπει να ενθαρρύνονται, έτσι ώστε τα άτομα
να μπορούν να αντιλαμβάνονται τον σεβασμό προς τους άλλους, ως αναπόσπαστο
μέρος του αυτοσεβασμού τους. Η «ηθική της υπόληψης» εξαρτάται από την
ταπεινοφροσύνη και την τρωτότητα. Πρώτον, το ζήτημα είναι να ταπεινωθούμε
απέναντι στους συνανθρώπους μας, στα ζώα και στη φύση, συνειδητοποιώντας ότι η
επιβίωσή μας εξαρτάται σε απόλυτο βαθμό, τόσο που καθορίζει την ταυτότητα και
την σοφία μας, όχι από κάτι πάνω από εμάς, αλλά θα μπορούσε κανείς να πει από
κάτι στην κατώτερη κλίμακα των όντων. Δεύτερον, όταν συνειδητοποιούμε την
κατάστασή μας ως γεννητών όντων και βιώνουμε την σωματικότητά μας, νοιώθουμε
τους ειδικούς δεσμούς που μας συνδέουν με τα άλλα τρωτά όντα. Το υποκείμενο της
υπόληψης αντιλαμβάνεται την υπόληψη ως υπερκαταβατικότητα, δηλαδή μια κίνηση
καθόδου που διαμεσολαβείται από την εμπειρία της τρωτότητάς του. Στην «ηθική της
υπόληψης» της Pelluchon, το νεογέννητο αποτελεί μια εμβληματική φυσιογνωμία
καθώς υπαινίσσεται την διαλεκτική σχέση παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. Το
νεογέννητο ενσαρκώνει την ευαισθησία, την ευπάθεια, την εξάρτηση, και ταυτόχρονα
την ελευθερία, τη δυνατότητα εμφάνισης κάτι νέου και καινοτόμου, που συνθέτουν
τον κοινό μας κόσμο.
(EL)
In the early 20th century philosophy it has already become obvious that
traditional ethical theories had great difficulty in coping with the emerging ethical and
sociopolitical problems. According to all previous ethics, the human condition
determined by the nature of man and the nature of things, was given once for all; the
human good on that basis was readily determinable; and the range of human action
and therefore and responsibility was narrowly circumscribed. As Hans Jonas puts it,
the nature of human action has changed, and, since ethics is concerned with action, it
should follow that the changed nature of human action calls for a change in ethics as
well. Jonas is in dispute with specific philosophical theories, especially Descartes’s,
Kant’s, Marx’s, and also with contemporary Marxists, such as Ernst Bloch.
Supersedes Kant’s categorical imperative and tries to reformulate kantian principles
putting emphasis on future moral agents, subsequent generations, and nature. Jonas
examines man from every possible point of view. He is not interested in man merely
as a rational agent, but he is interested in the preservation of his humanity in the
present and future, and the possibility of manifesting all his potential as an integrated
part of a whole, that is nature. In this respect, man has the moral duty to preserve and
protect nature, namely to reflect on his relationship with nature as an object of his
own responsibility. This sort of responsibility gives the ground to fear not in the sense
of pessimism or paralyzing threat of the future, but as a “heuristics of fear”. His
starting point, the moral obligation to preserve humanity in the present and future,
adopts the example of parental and political responsibility. Both are “total” and can
teach us a lot about the nature of responsibility. What is common to them can be
summed up in the three concepts of “totality”, “continuity”, and “future”, referring to
the existence and welfare of human beings. For Jonas, only an ethics which is
grounded in the breadth of being, not merely in the singularity or oddness of man, can
have significance in the scheme of things. Thus elaborating the metaphysical
foundation of his ontological imperative which reduces the traditional distinction
between “being” and “ought”. He claims that the existence per se “ought” to be in
preference to nothingness. A few decades later, French philosopher Corine Pelluchon
opens a dialogue that runs almost through the entire history of philosophy; but she
also converses with theologians, ecologists, scientists, and psychologists. In this way,
Pelluchon develops an “ethics of consideration”, which is composed of a constellation
[140]
of virtues and responds to the challenges of modern age that she calls the age of the
living. What is at stake for her is to reduce the gap between thought and action, thus
putting an end to excessive mentalism and neglect for an all embracing perception of
beings. This approach of morality is in premodern ethical grounds but differs from
them, as Pelluchon surmounts the dualisms of soul/body, human/nature,
individual/collective, private/public, as she attaches great importance not only to
individuals themselves, but also to their drives and affects, that encourage them to act.
The said ethics specifies which ways of being and acting should be encouraged, so
that individuals can perceive the respect for others, human and non-human beings, as
an integral part of their self-respect. The “ethics of consideration” depends on
humility and vulnerability. Firstly, the request is to humble ourselves to fellow human
beings, to animals and to nature, realizing that our survival depends on absolute
degrees, so much so that it determines our identity and wisdom, not from something
above us but one could say from something to the lower scale of beings. Secondly,
when we become aware of our engendered condition and experience our corporality,
we feel the special bonds that tie us with other vulnerable beings. The subject of
consideration perceives consideration as transdescendence that is to say going to
depth mediated by the experience of his vulnerability. In Pelluchon’s “ethics of
consideration”, newborn is an emblematic figure because it implicates the dialectical
relationship of the past, present and future. Newborn embodies the sensitivity, the
vulnerability, the dependence, and at the same time the freedom, the possibility of the
appearance of something new and innovative, that compose our common world.
(EN)