Η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από υψηλή ενεργειακή ένταση (κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος) και χαμηλή αποδοτικότητα στην τελική χρήση ενέργειας.
Παράλληλα, η Ελλάδα έχει μεγάλο βαθμό εξάρτησης από το λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή, σημαντική εξάρτηση από το πετρέλαιο και χαμηλή διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και της Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας (ΣΗΘ) ενώ το Φυσικό Αέριο άρχισε να χρησιμοποιείται τα τελευταία 10 χρόνια.
Στοιχεία της Eurostat,το 2002, μαρτυρούν υστέρηση της ελληνικής οικονομίας, η οποία επιφέρει, μεταξύ άλλων, μείωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων και βεβαίως πρόσθετη επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Δείχνει ακόμη ότι η Ελλάδα μαζί με την Ισπανία και την Πορτογαλία είναι οι μόνες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες η ενεργειακή ένταση αυξήθηκε την περίοδο 1991-2000, δείχνοντας ότι υπάρχει σημαντικό πεδίο για εφαρμογή μεθόδων εξοικονόμησης ενέργειας, άρα και σημαντικά περιθώρια μείωσης του κόστους παραγωγής