Είναι κοινώς αποδεκτό πως τα πετρελαιοειδή προϊόντα κατέχουν την μερίδα του λέοντος μεταξύ του συνόλου των ενεργειακών αγαθών σε ποσοστό περίπου 70% στην παγκόσμια αγορά.
Η εξάρτηση των τομέων μιας οικονομίας από προϊόντα πετρελαίου δηλαδή υγραέρια, βενζίνες, ντίζελ, μαζούτ, λιπαντικά, αεροπορικά καύσιμα, άσφαλτος παραμένει σχεδόν σταθερή διαχρονικά πλην της τελευταίας δεκαετίας όπου παρατηρείται οριακή πλην σταθερή υποχώρηση η οποία αποδίδεται στην βραδεία υποκατάσταση των προϊόντων πετρελαίου από άλλες μορφές ενέργειας.
Η διάθεση των προϊόντων αυτών από εταιρείες ή κράτη γίνεται πλέον στα πρότυπα ενός διεθνούς, κλειστού, (υπερκερδοφόρου) οικονομικού συστήματος, με την ιδιαιτερότητα, ότι η δομή αυτού του συστήματος επηρεάζεται μόνο από την διαπραγματευτική δύναμη των προμηθευτών και όχι των αγοραστών
Απόρροια των παραπάνω είναι η ιστορία του 21ου αιώνα που γράφεται με πολέμους στην Μέση Ανατολή και κατοχή του Ιράκ από Αμερικανούς και Βρετανούς για τον έλεγχο των πετρελαιοπηγών, με τον χαρακτηρισμό «blue chips» των μετοχών εταιρειών πετρελαίου στα χρηματιστήρια όλου του κόσμου,(και των ελληνικών εταιριών με τις διεθνείς συνεργασίες τους) και με φρενήρη αύξηση του πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης (74$/βαρέλι στης 20/04/2006) με αρνητικό αντίκτυπο στους οικογενειακούς και όχι μόνο προϋπολογισμούς.