Η απασχόληση των Ελλήνων σε αυτό τον κλάδο του πρωτογενή τομέα αν και είναι γνωστή από την αρχαιότητα, γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση τα τελευταία χρόνια. Καθοριστικοί παράγοντες που συντέλεσαν στο γεγονός αυτό, είναι η ανάγκη επιβίωσης των ανέργων στις παράκτιες περιοχές και ως εκ τούτου η δυνατότητα απασχόλησής τους σε άλλους πρωτογενείς τομείς (εκτός γεωργίας και κτηνοτροφίας), οι ευρωπαϊκές χρηματικές επιδοτήσεις, οι ευνοϊκές τοπογεωγραφικές (εκτεταμένο μήκος και μορφολογία της ελληνικής ακτογραμμής) και κλιματολογικές συνθήκες (ήπιο κλίμα) της Ελλάδας. Εξίσου σημαντική στην εξέλιξη του υπό μελέτη κλάδου θεωρείται και η συνεισφορά του αυστηρού νομικού πλαισίου υπό το οποίο λειτουργούν σήμερα οι μονάδες υδατοκαλλιέργειας καθιστώντας τον κλάδο αυτό, λιγότερο επιβαρυντικό στο θαλάσσιο οικοσύστημα σε σχέση με την συλλεκτική αλιεία και τον τουρισμό.
Ειδικότερα, οι επιδοτήσεις και τα τοπογεωγραφικά-κλιματολογικά χαρακτηριστικά της Ελλάδας, συντέλεσαν ώστε ο τομέας των θαλάσσιων καλλιεργειών, στην σημερινή εποχή να έχει εδραιωθεί ως ο κυριότερος των υδατοκαλλιεργειών, με καθαρά εξαγωγικό και εξωστρεφή χαρακτήρα εθνικής σημασίας. Από τα παραγόμενα προϊόντα του τομέα αυτού, η τσιπούρα και το λαβράκι αποτελούν τα βασικότερα παραγόμενα είδη της Ελληνικής υδατοκαλλιέργειας, το υψηλότερο ποσοστό των οποίων προορίζεται στην Ιταλία.