Τα αστικά λύματα, τα 3/4 των οποίων διατίθενται χωρίς βιολογικό καθαρισμό, ακατέργαστα, αποτελούν σοβαρό πρόβλημα σ' όλο το μήκος των ακτών της Μεσογείου, τόσο από αισθητικής πλευράς όσο και από πλευράς υγείας . Η υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα (κυρίως τους καλοκαιρινού; μήνες), οι υψηλές θερμοκρασίες και οι συχνά ανύπαρκτες εγκαταστάσεις καθαρισμού αποβλήτων, έχουν σαν αποτέλεσμα να προκαλούνται προβλήματα υγείας, όπως επιδημίες χολέρας, μολύνσεις από σαλμονέλες και ένας σχετικά μεγάλος αριθμός επιδημιών από ιούς. Οι ουσίες που περιέχονται στα αστικά λύματα και τα βιομηχανικά απόβλητα προκαλούν το φαινόμενο του ευτροφισμού. Υψηλά επίπεδα οργανικών υλών προκαλούν κατανάλωση οξυγόνου για τη διάσπασή τους, ενώ η απελευθέρωση θρεπτικών αλάτων οδηγεί σε νέο κύκλο αύξησης οργανικής ύλης λόγω αύξησης της βιομάζας του φυτοπλαγκτού . Το φαινόμενο αυτό παίρνει ακραίε; μορφές με την "έκρηξη" του φυτοπλαγκτόν, της γλίτσας που ενοχλεί ψαράδες και λουόμενους και τις λεγόμενες "κόκκινες παλίρροιες" που εμφανίζονται με ολοένα και μεγαλύτερη συχνότητα στις θάλασσες της Μεσογείου. Ιδιαίτερα οι "κόκκινες παλίρροιες", αν δεν εμφανίζονται τόσο συχνά, εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους στις βαθιές θάλασσες. Το βορειοδυτικό τμήμα της Μεσογείου (μεταξύ Ισπανίας και Ιταλίας) που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο αριθμό τουριστών δέχεται οργανικό φορτίο, από αστικά λύματα εκφρασμένα σε BOD 336 t/km. Επιπλέον το 25% των δειγμάτων από 150 ακτές της Ελλάδας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας βρέθηκαν να περιέχουν παθογόνους οργανισμούς πέρα από τα όρια που θεσπίστηκαν για την προστασία της υγείας. Όσον αφορά τα βιομηχανικά απόβλητα δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για τα ποσά που παράγονται κάθε χρόνο στις χώρες της Μεσογείου. Εκτός από τα προβλήματα ευτροφισμού που μπορεί να προκαλέσει στον αποδέκτη η κατανάλωση οξυγόνου για την οξείδωση της οργανικής ύλης, από την απόρριψη σε αυτό αστικών λυμάτων, τα διάφορα χημικά μόρια που υπάρχουν σε αυτά επιδρούν έμμεσα στη χημική κατανομή των μετάλλων μέσω μηχανισμών προσρόφησης, κροκίδωσης ή συμπλοκοποίησης. Με τον τρόπο αυτό επιδρούν στην τοξικότητα των μετάλλων, αφού η βιοδιαθεσιμότητα τους εξαρτάται όχι τόσο από την ολική συγκέντρωση όσο από τη χημική μορφή στην οποία βρίσκονται. Τα αστικά απόβλητα (κατεργασμένα ή ακατέργαστα) αποτελούν μια πολύ σημαντική πηγή εισόδου των βαρέων μετάλλων στις περιοχές κοντά στα αστικά κέντρα. Οπότε και λόγω του γεγονότος ότι αυτά και οι ενώσεις τους, σε αντίθεση με τις άλλες οργανικές ουσίες, δεν αποικοδομούνται αλλά παραμένουν στο περιβάλλον για μεγάλο χρονικό διάστημα και εισέρχονται στους βιογεωχημικούς κύκλους, τα βαρέα μέταλλα θεωρούνται από τους πιο επικίνδυνους ρύπους. Προκειμένου να διαπιστώσουμε την επιβάρυνση που επιφέρει η διάθεση των αστικών λυμάτων στο περιβάλλον στην παρούσα εργασία ασχοληθήκαμε με τους γενικούς παραμέτρους που περιγράφουν την ποιότητα των λυμάτων, στην πόλη της Μυτιλήνης, (αιωρούμενα στερεά, διαλυμένο οξυγόνο, BODs και COD) και την ποσότητα των μετάλλων που σχετίζονται με την ανθρωπογενή ρύπανση, δηλ. Cd, Cu, Pb και Ζn, και βρίσκονται στα αστικά λύματα.