Η ακόλουθη διπλωματική εργασία αποτελεί μία συζήτηση πάνω στις ιδέες των Ελλήνων διανοουμένων του 19ου αιώνα, σχετικά με τον Ελληνικό λαϊκό πολιτισμό και τη γλώσσα, αντιλήψεις που τους έκαναν να στραφούν προς την καταγραφή, μελέτη και έρευνα των Δημοτικών τραγουδιών, ως μέρους του ευρύτερου Ελληνικού λαϊκού πολιτισμού. Τα κείμενο επικεντρώνεται, επίσης, στην έναρξη της Ελληνικής ιστοριογραφίας, που σημειώνεται την εποχή εκείνη, ως αλληλένδετο στοιχείο με τις αντιλήψεις που αφορούν τη γλώσσα και τη λαϊκή δημιουργία. Πρέπει να σημειωθεί, ότι η χρονική περίοδος στην οποία αναφέρεται η παρούσα εργασία, αφορά όλο το 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ου αιώνα. Κατά τη χρονική εκείνη φάση δεν είχε ακόμα πραγματοποιηθεί η εδαφική ολοκλήρωση ενώ, ταυτόχρονα η ‘Μεγάλη Ιδέα’ ήταν στο πνευματικό και πολιτικό προσκήνιο, καθορίζοντας κάθε δραστηριότητα στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος. Ένα σημαντικό στοιχείο που χαρακτηρίζει την εποχή εκείνη, αποτελεί η επικράτηση της καθαρεύουσας γλώσσας στους λόγιους κύκλους, παράλληλα με το ενδιαφέρον και την προσπάθεια για την ανάδειξη του λαϊκού πολιτισμού (και της λαϊκής γλώσσας). Στο πρώτο κεφάλαιο, της εργασίας αυτής, γίνεται λόγος για τις συνθήκες μέσα στις οποίες ξεκινάει στην Ελλάδα το ενδιαφέρον για την ιστορική μελέτη των διαφόρων χρονικών περιόδων του Ελληνισμού (και την έναρξη της Ελληνικής ιστοριογραφίας), και τη σύνδεση των εποχών αυτών, με τη σύγχρονη πολιτική και ιδεολογική πραγματικότητα και τις ανάγκες του νεοσύστατου, τότε, Ελληνικού κράτους. Το δεύτερο κεφάλαιο καταπιάνεται με το ενδιαφέρον για το λαϊκό πολιτισμό που έδειξαν τόσο οι Ευρωπαίοι, όσο και οι Έλληνες λόγιοι και τις σχετικές ιδέες που επικρατούσαν την εποχή εκείνη στους λόγιους κύκλους καθώς, επίσης, και με τη σημασία της μελέτης της Βυζαντινής εποχής στην ανάδειξη του λαϊκού πολιτισμού, και αντίστοιχα της δημοτικής ποίησης. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μία συζήτηση γύρω από την τη ανάδειξη της δημώδους γλώσσας, μέσα από την καθιέρωση της λαογραφίας ως επιστήμης και θεσμού, σε μία εποχή κατά την οποία η δημώδης ποίηση αποκτάει αξία μέσα από την επικράτηση της καθαρεύουσας ως επίσημης ελληνικής γλώσσας.