Ανίχνευση υπερτασικών ασθενών με επιρρέπεια για ανάπτυξη κολπικής μαρμαρυγής: συσχέτιση με παραμέτρους από το ηλεκτροκαρδιογράφημα, το υπερηχοκαρδιογράφημα, την 24ωρη ΗΚΓ καταγραφή ρυθμού, την 24ωρη καταγραφή αρτηριακής πιέσεως και βιοχημικές παραμέτρους

Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών   

Αποθετήριο :
Πέργαμος   

δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*



Ανίχνευση υπερτασικών ασθενών με επιρρέπεια για ανάπτυξη κολπικής μαρμαρυγής: συσχέτιση με παραμέτρους από το ηλεκτροκαρδιογράφημα, το υπερηχοκαρδιογράφημα, την 24ωρη ΗΚΓ καταγραφή ρυθμού, την 24ωρη καταγραφή αρτηριακής πιέσεως και βιοχημικές παραμέτρους

Χατζηγιάννη Κυριάκου Αμαλία (EL)

born_digital_thesis
Διδακτορική Διατριβή (EL)
Doctoral Dissertation (EN)

2014


Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η ανίχνευση υπερτασικών ασθενών με επιρρέπεια για ανάπτυξη κολπικής μαρμαρυγής (ΚΜ) σε συσχέτιση με παραμέτρους από το ΗΚΓ, το υπερηχοκαρδιογράφημα, την 24ωρη ΗΚΓ καταγραφή ρυθμού, την 24ωρη καταγραφή αρτηριακής πίεσης (ΑΠ) και βιοχημικές παραμέτρους.Μελετήθηκαν 50 υπερτασικοί ασθενείς με τεκμηριωμένο επεισόδιο παροξυσμικής κολπικής μαρμαρυγής και 50 υπερτασικοί ασθενείς χωρίς κολπική μαρμαρυγή. Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε 24ωρη καταγραφή της ΑΠ, σε 24ωρη καταγραφής ρυθμού και ΗΚΓ ηρεμίας 12 απαγωγών από το οποίο υπολογίστηκε η διασπορά του επάρματος p, σε διαθωρακικό υπερηχοκαρδιογραφικό έλεγχο και βιοχημικό έλεγχο ρουτίνας. Τέλος σε πρωινό δείγμα φλεβικού αίματος προσδιορίστηκαν η ενδοθηλίνη και η hs-CRP.Η παρούσα μελέτη εκτός από την επιβεβαίωση ότι οι υπερτασικοί ασθενείς με ιστορικό παροξυσμικής κολπικής μαρμαρυγής παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα της hs-CRP και υψηλότερες τιμές του Pdisp, έδειξε για πρώτη φορά ότι σε υπερτασικούς ασθενείς τα επίπεδα της hs-CRP και η διασπορά του επάρματος p στο ΗΚΓ συσχετίζονται στενά μεταξύ τους και με τη ΚΜ. Το εύρημα αυτό περιγράφεται για πρώτη φορά αναδεικνύοντας το σημαντικό ρόλο της συστηματικής φλεγμονής στην ηλεκτροφυσιολογική κολπική αναδιαμόρφωση. Τέλος, τα επίπεδα των νατριουρητικών πεπτιδίων (ANP και BNP) είναι αυξημένα σε υπερτασικούς ασθενείς με επιρρέπεια ανάπτυξης κολπικής μαρμαρυγής. (EL)
The purpose of the present study was to identify hypertensive subjects who are predisposed to develop atrial fibrillation (AF) and correlate the latter with parameters from the surface electrocardiogram (ECG), the 24-h ambulatory blood pressure (BP), the 24-h holter monitoring, the echocardiogrphic study and laboratory measurements.To investigate the hypothesis, from the general population of hypertensive subjects in sinus rhythm presenting in the Outpatient Clinic, we recruited 50 subjects with a documented episode of paroxysmal AF (PAF group, age 63±9 y) and 50 subjects with no history of AF (non AF group, age 49±8 y). All study participants underwent 24-h ambulatory BP and Holter monitoring, 12-lead ECG for Pdisp assessment, a complete transthoracic echocardiographic study, routine biochemical profile assessment and finally, determination of 1) hs-CRP and endothelin-1, as markers of subclinical inflammation as well as 2.The present study, apart from confirming that hypertensive subjects with a history of paroxysmal AF are characterized by elevated CRP levels and greater values of Pdisp, demonstrated for the first time the association between Pdisp and CRP values. This findings support the notion that low grade inflammation is implicated in the electrophysiological remodeling of the atria in the setting of paroxysmal AF in hypertension. Moreover, natriuretic peptide levels (BNP and ANP) could be a significant and reliable index for the detection of patients prone to the development of PAF among essential hypertensive patients in sinus rhythm. (EN)


Ελληνική γλώσσα

Σχολή Επιστημών Υγείας » Τμήμα Ιατρικής » Τομέας Παθολογίας
Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης » Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας

https://creativecommons.org/licenses/by-nc/4.0/




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.