Στο πλαίσιο της εργασίας ερευνάται η εξωτερική πολιτική της Βυζαντινής αυτοκρατορίας την περίοδο από τον Κωνσταντίνο Α΄ έως τον Ιουλιανό. Μελετήθηκαν οι ενέργειες, τόσο των πολεμικών όσο και των διπλωματικών, στις σχέσεις με τους γειτονικούς λαούς προκειμένου να ανασυνθεθεί η πολιτική των αυτοκρατόρων της δυναστείας. Η βασιλεία του Κωνσταντίνου συνιστά κομβική στιγμή για τη μετεξέλιξη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε βυζαντινή, συνδυάζοντας χαρακτηριστικά και από τις δύο κρατικές οντότητες. Η εξέταση των ζητημάτων της εξωτερικής πολιτικής, μπορεί να αποκαλύψει περαιτέρω πτυχές των ευρύτερων κοινωνικών αλλαγών, οι οποίες συντελούντο τον 4ο αιώνα.
Αρχίζοντας από το 313 όταν η το κράτος διαιρέθηκε μεταξύ Κωνσταντίνου και Λικίνιου, μελετάται η στάση του Κωνσταντίνου τόσο προς τα εξωτερικά σύνορα και κυρίως τον Ρήνο, όσο και προς τον Λικίνιο επί του οποίου τελικά επικράτησε. Ως απόλυτος κυρίαρχος μετά το 324, μπορούσε πλέον να ορίζει την εξωτερική πολιτική, με κύρια πεδία δράσης του τον Δούναβη και την Περσία. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις φαίνεται πως εισήγαγε καινοτομίες, καθώς αφενός ενέταξε σε νέο πλαίσιο τη σχέση με τους Γότθους και αφετέρου επιστράτευσε τη χριστιανική θρησκεία στο πεδίο της διπλωματίας, εκφράζοντας μια νέα ιμπεριαλιστική ιδεολογία. Ο θάνατός του οδήγησε στον κατακερματισμό της εδαφικής επικράτειας ανάμεσα στους γιους του, με συνέπεια την διάσπαση και της ενιαίας εξωτερικής πολιτικής.
Στη Δύση οι γιοι του, Κωνσταντίνος Β΄ και Κώνστας, αν και δεν υφίσταται πληθώρα πηγών, συνέχισαν την τακτική της επιθετικής άμυνας του πατέρα τους, περισσότερο όμως σε αμυντική στόχευση, καθώς δεν είχαν τις δυνατότητες για κατακτήσεις. Στην Ανατολή, ο Κωνστάντιος είχε να αντιμετωπίσει τους Πέρσες, εφαρμόζοντας μια συνεκτική αμυντική πολίτική, αποσκοπώντας παράλληλα και στην εξοικονόμηση των δυνάμεων και των πόρων της αυτοκρατορίας. Ο Κωνστάντιος στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στη διπλωματία και ιδιαίτερα για την ανάπτυξη των σχέσεων του με τους λαούς της Ανατολής για τον πόλεμο εναντίον των Περσών, χρησιμοποίησε τον χριστιανισμό, με κορυφαία στιγμή την ιεραποστολή στην Ερυθρά Θάλασσα. Οι διπλωματικές ικανότητές του, αποτυπώνονται ευρύτερα στην εμφύλια σύγκρουση με τον Μαγνέντιο, με τους ελιγμούς του επί του Βετράνιου και στη συνέχεια εκμεταλλευόμενος τους Αλαμανούς κατάφερε να αναδειχθεί κυρίαρχος. Η πολιτική του αν και με σαφή αμυντική προσήλωση δεν συνεπαγόταν και μια παθητική στάση, καθώς όπου κρινόταν απαραίτητο είτε στην Ανατολή, είτε στη Δύση, επιστράτευσε και επιθετικές κινήσεις για τη διασφάλιση των συνόρων.
Ο Ιουλιανός, το τελευταίο μέλος της δυναστείας, ξεκίνησε την πορεία του ως καίσαρας στη Γαλατία, δείχνοντας τα πρώτα σημάδια της επιθυμίας του για ανανέωση της επιθετικής και ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Η εισβολή του στην Περσία αν και αποτέλεσε την υλοποίηση των κατακτητικών σχεδίων του Κωνσταντίνου, δεν μπορεί να μην θεωρηθεί ότι οφειλόταν ως έναν βαθμό και στην ανάγκη του για επιβεβαίωση των ανατρεπτικών πολιτικών του σε ζητήματα εσωτερικής πολιτικής. Η εξωτερική πολιτική της περιόδου είναι εύλογο ότι εκφραζόταν με διαφορετικό τρόπο από τον εκάστοτε αυτοκράτορα, με στόχο την αντιμετώπιση των κινδύνων της βασιλείας του. Ωστόσο μπορούν να εντοπιστούν ορισμένα διαχρονικά χαρακτηριστικά. Η θρησκευτική διπλωματία αναπτύχθηκε περαιτέρω προκειμένου να μετατραπεί σε βασικό εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής, ενώ η επιθυμία για επιθετική στάση φαίνεται πως είχε απήχηση στη κοινωνία, μετά την κρίση του 3ου αιώνα και τη σταθεροποίηση από την Τετραρχία, οδηγώντας όμως εν τέλει σε σημαντική ήττα της αυτοκρατορίας.
(EL)
The research deals with the issue of foreign policy of the Byzantine Empire during the period from Constantine I to Julian. The aim of this work is to study the actions, both military and diplomatic, in relations with neighboring peoples to reconstruct the policies of the emperors of that dynasty. The reign of Constantine represents a crucial moment in the transformation of the Roman Empire into the Byzantine, combining characteristics from both states. The examination of foreign policy matters can reveal further aspects of the broader social changes that occurred during the 4th century.
Starting from 313 when the state was divided between Constantine and Licinius, the attitude of Constantine is examined towards the external borders, primarily the Rhine, as well as towards Licinius, whom he eventually defeated. As the absolute ruler after 324, he could now determine foreign policy, with the main areas of action being the Danube and Persia. In both cases, it seems that he introduced innovations, as he integrated the relationship with the Goths into a new framework and enlisted the Christian religion in diplomacy, expressing a new imperial ideology. His death led to the fragmentation of the territorial domain among his sons, resulting in the division of the unified foreign policy.
In the West, his sons, Constantine II and Constans, continued their father's strategy of aggressive defense, though more defensively oriented since they lacked the capabilities for conquests. In the East, Constantius had to confront the Persians, implementing a consistent defensive policy, while also aiming to conserve the forces and resources of the empire. Constantius relied heavily on diplomacy, particularly in developing relations with the peoples of the East, employing Christianity as an important mean, with a crucial moment being the mission to the Red Sea. His diplomatic abilities are more broadly reflected in the civil conflict with Magnentius, employing maneuvers against Vetranio, and subsequently utilizing the Alamanni to establish his dominance. Although his policy had a clear defensive commitment, it did not imply a passive stance, as he also launched offensive actions to safeguard the borders, wherever deemed necessary, both in the East and the West.
Julian, the last member of the dynasty, commenced his journey as Caesar in Gaul, showing the first signs of his desire for the renewal of aggressive and imperiliastic policies. His invasion of Persia, while indeed realizing Constantine's expansionist plans, cannot be considered without being, to some extent, attributed to his need to reaffirm his radical policies on internal matters. The foreign policy of this period is expressed in different ways by each emperor, with the aim of addressing the dangers to their reign. However, certain enduring characteristics can be identified. Religious diplomacy developed further to become a fundamental instrument of foreign policy, while the desire for an aggressive stance appears to have found support in society after the 3rd-century crisis and the stabilization of the Tetrarchy, though leading eventually to a significant defeat for the empire.
(EN)