Αντικείμενο της παρούσας εργασίας ήταν η αναγνώριση μοριακών απολιθωμάτων σε
ιζήματα της Ιόνιας Ζώνης, ηλικίας Μέσου Κρητιδικού.
Για το σκοπό αυτό λήφθηκαν δείγματα ιζημάτων με μεγάλη περιεκτικότητα σε
οργανικό υλικό από ορίζοντες της Τομής Γκότζικας της Ηπείρου, τα οποία μετά από
κατάλληλη προετοιμασία, (κονιοποίηση, εκχύλιση με οργανικό διαλύτη, αποθείωση
του εκχυλίσματος κάθε δείγματος με ενεργοποιημένο χαλκό και διαχωρισμό του με
χρωματογραφία στήλης σε αλειφατικό, αρωματικό και πολικό κλάσμα), αναλύθηκαν με
συνδυασμό αέριας χρωματογραφίας και φασματομετρίας μάζας, (GC-MS).
Στο αλειφατικό και στο αρωματικό κλάσμα των δειγμάτων αναγνωρίστηκε μεγάλος
αριθμός ενδογενών χημικών ενώσεων βιολογικής προέλευσης, (μοριακών
απολιθωμάτων) με τη χρήση κατάλληλου λογισμικού σύγκρισης των φασμάτων μαζών
που προέκυψαν από τη συγκεκριμένη ανάλυση με τα πρότυπα φάσματα μαζών μιας
αρκετά μεγάλης βάσης δεδομένων που προέκυψαν κάτω από παρόμοιες αναλυτικές
συνθήκες. Συγκρίθηκαν επίσης οι χρόνοι έκλουσης των ενώσεων με τους χρόνους
συγκράτησης που αναφέρονται στη βιβλιογραφία.
Ακολούθως επιχειρήθηκε η συσχέτιση των διαφόρων ομάδων μοριακών απολιθωμάτων
που αναγνωρίστηκαν στα δείγματα με τους οργανισμούς που αναπτύχθηκαν στο
παλαιοπεριβάλλον απόθεσης των αντίστοιχων ιζημάτων ιδιαίτερα για τους ορίζοντες
που τεκμηριωμένα αντιπροσωπεύουν τα Ωκεάνια Ανοξικά Επεισόδια 1b και 2 του
Μέσου Κρητιδικού. Έτσι έγιναν αδρές εκτιμήσεις της έκτασης των ανοξικών
συνθηκών της υδάτινης στήλης που επικράτησαν κατά τη διάρκεια των δύο αυτών
Ωκεάνιων Ανοξικών Επεισοδίων του Κατώτερου Αλβίου και Κενομανίου-Τουρωνίου.
Εκτιμήθηκε επίσης η σχετική συνεισφορά των διαφόρων ομάδων προκαρυωτικών και
ευκαρυωτικών, θαλάσσιων και χερσαίων οργανισμών στο βιογενές υλικό των
αντίστοιχων ιζημάτων σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα προηγούμενων γεωχημικών
και ισοτοπικών αναλύσεων.
Στο αλειφατικό και στο αρωματικό κλάσμα των εκχυλισμάτων των δειγμάτων
διαπιστώθηκε η ύπαρξη πολυάριθμων ενώσεων πιθανής βιογενούς προέλευσης που δεν
ήταν εφικτή η αναγνώριση τους με βάση τα διαθέσιμα βιβλιογραφικά δεδομένα. Η
ταυτοποίηση τους που απαιτεί την εφαρμογή συνδυασμού αναλυτικών μεθόδων θα
πρέπει να αποτελέσει το αντικείμενο λεπτομερέστερων μελλοντικών ερευνών. Αυτό
ισχύει και για την ανάλυση του πολικού κλάσματος των δειγμάτων όπου υπάρχουν
ενώσεις με ιδιαίτερα υψηλό πληροφοριακό περιεχόμενο.
(EL)
The purpose of this study was the identification of molecular fossils in Mid
Cretaceous sediments of the Ionian Zone. For this purpose, were taken sediment
samples, from beds rich in organic matter from a section in the Gotzikas area
(Epirus, Greece), which after proper preparation, (powdering, extraction with
organic solvent, desulphurisation of each sample extract with activated copper
and separation with column chromatography in aliphatic, aromatic and polar
fractions) were analyzed with gas chromatography coupled with mass
spectrometry, (GC-MS).
In the aliphatic and aromatic fractions of the samples were identified numerous
indigenous compounds of biological origin, (molecular
fossils) using appropriate software for the comparison of mass spectral
data derived from this analysis with relevant data of a fairly large database
obtained under similar analytical conditions. Also were compared the elution
times of compounds with the retention times reported in the literature.
Then an attempt was made of connecting different groups of molecular fossils
identified in the samples with organisms lived in the palaeoenvironment of
deposition, particularly for the beds that represent Oceanic Anoxic Events 1b
and 2 of the Mid Cretaceous. So were produced rough estimations of the extent
of the water column anoxic conditions that prevailed during those Oceanic
Anoxic Events of Early Albian and Cenomanian-Turonian.
Also was assessed the relative contribution of different groups of
prokaryotic and eukaryotic, marine and terrestrial organisms
in the sedimentary biogenic material in conjunction with the results of
previous geochemical and isotopic studies.
In the aliphatic and aromatic fractions of the extracts of the samples were
found numerous compounds of suspected biogenic origin that
was not possible to identify with the available literature data.
This identification would require the application of a combination of
analytical methods that should be the subject of more detailed future research.
This is also the situation for the analysis of the polar fractions of the
samples which comprise highly informative compounds.
(EN)