Η ΕΚΤ δεν θα ήταν δυνατόν να παραμένει πολιτικώς ουδέτερη – ούτε καν στην διάρκεια της πρώτης και σχετικώς ανέφελης περιόδου της νομισματικής ένω-σης. Είναι μια κεντρική τράπεζα χωρίς πατρίδα και τούτο συνεπάγεται την ανάγκη συμβιβασμών μεταξύ αποκλινουσών εθνικών προτιμήσεων νομισματικής πολιτικής. Τέτοιοι συμβιβασμοί επιτυγχάνονται, όμως, εις βάρος της θεωρητικής συνέπειας και της συνοχής της στρατηγικής νομισματικής πολιτικής. Και, αναπόφευκτα, αντανακλούν την επιρροή του κυριάρχου εταίρου στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα, τουτέστιν πριν από την εγκατάσταση της νομισματικής ένωσης∙ αυτού που σήμερα καταβάλλει την μεγαλύτερη (εθνική) εισφορά στο κεφάλαιο της ΕΚΤ. Η πολιτική ουδετερότητα και, κατά την ίδια λογική, η προενεργός νομισματική πολιτική -όπως και η ρευστότητα- ήσαν ανεπαρκείς στην κρίση της ευρωζώνης, ιδίως κατά την αρχική φάση της. Ενισχύθηκαν κατόπιν, ωστόσο με βραδύ ρυθμό και τρόπο προτιμησιακό, δηλαδή, εν πολλοίς προς όφελος των τραπεζών. Η ΕΚΤ κάποια στιγμή, πράγματι, προσπάθησε να κάνει ό,τι μπορούσε -να κάνει την ανάγκη φιλοτιμία- όμως η δράση της δεν ήταν δυνατόν να παραγάγει μεγάλα αποτελέσματα. Η ΕΚΤ έγινε, διστακτικώς, ο μοναδικός πρωταγωνιστής. Οι δισταγμοί της απηχούσαν της ανησυχίες ορισμένων εθνικών κεντρικών τραπεζών, κυρίως της γερμανικής κεντρικής τράπεζας – και συνδέονταν με την επιβεβαίωση της νομισματικής κυριαρχίας, την παρεμπόδιση του (φαντασιακού) ενδεχόμενου πρόκλησης πληθωριστικών πιέσεων, την αποσόβηση του ηθικού κινδύνου, την προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και, ασφαλώς, με την αποτροπή του ενδεχόμενου σχηματισμού, εμμέσως, μιας ένωσης μεταβιβάσεων. Η ΕΚΤ δεν θα μπορούσε να έχει μεγάλες φιλοδοξίες. Μπορεί να υπήρξε ο μοναδικός πρωταγωνιστής στη διαχείριση της κρί-σης, όμως υπολειπόταν των άλλων μεγάλων κεντρικών τραπεζών.
(EL)
The ECB could hardly afford political neutrality, even in the monetary union’s “honeymoon phase”. Being a stateless central bank entailed striking compromises between confl icting (national) monetary policy preferences. However, such compromises would often be reached at the expense of theoretical consistency and to the detriment of coherence in the ECB’s monetary policy strategy. And, perhaps inevitably, they would also bear the mark of the dominant partner in the European Monetary System, that is prior to the establishment of the monetary union, now also being the biggest subscriber to the ECB’s capital. Political neutrality and, for that matter, monetary activism on the part of the ECB -as well as liquidity in the euro-area- were largely inadequate during the euro area crisis, especially in its early phase. They were subsequently increased, but at a slow pace and in a preferential fashion, that is, largely to the benefi t of the banking industry. Eventually, the ECB did try to make a virtue of necessity; yet, this could only go so far. Thus, the ECB has reluctantly become the only game in town, its reluctance being mostly associated with the overriding concerns of certain national central banks of the Eurosystem, most notably the Bundesbank; namely, ensuring monetary dominance, averting (at that time illusory) infl ationary dangers, preventing moral hazard, enforcing structural reforms and, not least, fending off any, indirectly emerging, type of transfer union. Therefore, the ECB could have no great ambitions; its lonely game was unlikely to produce a medal-winning policy maker in the world championship of central banking.
(EN)