Η επίδραση των ενδοκυστικών εγχύσεων επιρουμπικίνης και ιντερφερόνης α - 2b στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστης

This item is provided by the institution :
National Documentation Centre (EKT)   

Repository :
National Archive of PhD Theses  | ΕΚΤ NA.Ph.D.   

see the original item page
in the repository's web site and access all digital files if the item*



The effect of intravesical instillations of epirubicin and interferon a-2b upon the immune cells in the bladder wall
Η επίδραση των ενδοκυστικών εγχύσεων επιρουμπικίνης και ιντερφερόνης α - 2b στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστης

Giannopoulos, Stylianos
Γιαννακόπουλος, Στυλιανός

PhD Thesis

2003


Objective: To investigate the effect of intravesical instillations of epirubicin and interferon a-2b, alone or in combination upon the numbers of immune cells in the bladder wall. As far as the combination is concerned we investigated the hypothesis that epirubicin might facilitate the action of interferon in two ways: a) by increasing the permeability of the urothelium (through the chemical cystitis caused by chemotherapeutic agents) allowing interferon to penetrate imo the lamina propria and exert its immunomodulatory effect and b) by promoting an increase in the number of polymorphonuclear cells (because of the non specific inflammation caused by the chemotherapeutic agent) upon which interferon would exert its immunomodulatory action enhancing the local immune response.Materials and Methods: Thirty patients with primary or recurrent superficial bladder cancer stage Ta grade l-lll or T1 grade l-ll were included in the study. Before transurethral resection cold cup biopsies were obtained from grossly normal bladder urothelium distant from the visible tumors. Patients were randomly allocated into three groups (A, B and C) and received 8 weekly intravesical instillations as follows: Group A received 50mg epirubicin, group B 50MU interferon a-2b and group C a combination of 50mg epirubicin and 50MU interferon a-2b. One week after completion of intravesical therapy cold cup biopsies were obtained again from normal bladder urothelium. Tissue specimens before and after treatment were submitted to frozen cryostat sections and imunohistochemical staining using a panel of monoclonal antibodies for the detection of T-lymphocytes (CD3,CD4,CD8), B-lymphocytes (CD20), natural killer cells (NK.CD56) and macrophages (CD68).Results: Before treatment relatively remarkable numbers of T-lymphocytes were found in the normal urothelium. They were located mainly at the lamina propria mostly at the subepithelial zone. Rarely T-lymphocytes were found within the muscular layer and occasional cells were detected intraepithelially. Most T-lymphocytes were of the T8 phenotype. Fewer T4 were detected having, however, the same zonal distribution as T8. The T4/T8 ratio was lower than 1 in all cases (CD4/CD8 <1) ranging from 0,3 to 0,6. B-lymphocytes were extremely rare or completely absent before treatment.Finally NK cells and macrophages were detected only occasionally. The 8 weekly instillations of epirubicin did not cause any statistically significant changes in the number of immune cells. The same results were noted for interferon a-2b and the combination of epirubicin and interferon. Especially in case of interferon, a remarkable reduction in the number of T4 cells was noted in two patients.Conclusions: Epirubicin and interferon a-2b, alone or in combination and for the particular treatment schedules, do not cause significant changes in the number and distribution of T-lymphocytes, B-lymphocytes, natural killer cells (NK) and macrophages within bladder urothelium.
Σκοπός: Να μελετηθεί η επίδραση των ενδοκυστικών εγχύσεωνεπιρουμπικίνης και ιντερφερόνης a-2b, μόνων ή σε συνδυασμό, στους αριθμούς των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστης. Ειδικότερα για το συνδυασμό διατυπώθηκε η υπόθεση, ότι η επιρουμπικίνη πιθανόν να διευκολύνει τη δράση της ιντερφερόνης με δύο τρόπους: α) με δεδομένη τη χημική κυστίτιδα που προκαλούν σε άλλοτε άλλο βαθμό τα χημειοθεραπευτικά, η επιρουμπικίνη να αυξάνει τη διαπερατότητα του ουροθηλίου, επιτρέποντας τη διείσδυση της ιντερφερόνης στο χόριο και εξάσκηση εκεί της ανοσοδιεγερτικής δράσης της και β) με κινητοποίηση (εξαιτίας της μη ειδικής φλεγμονής από το χημειοθεραπευτικό) ενός κυτταρικού πληθυσμού πολυμορφοπυρήνων, επί των οποίων η ιντερφερόνη να ασκεί στη συνέχεια την ανοσοδιεγερτική δράση της, εκλύοντας μία πιο γενικευμένη τοπική ανοσολογική απάντηση.Υλικό-Μέθοδος: Στη μελέτη συμπεριελήφθησαν συνολικά τριάντα (30) ασθενείς με πρωτοεμφανιζόμενους ή υποτροπιάζοντες όγκους από μεταβατικό επιθήλιο, σταδίου Τα grade Ι-ΙΙΙ ή Τ1 grade Ι-ΙΙ. Πριν τη διουρηθρική εκτομή έγινε λήψη τυχαίων βιοψιών από μακροσκοπικά φυσιολογικό ουροθήλιο, σε απομακρυσμένες από τους ορατούς όγκους θέσεις. Οι ασθενείς ακολούθως κατανεμήθηκαν σε 3 ομάδες (A, Β και Γ), των δέκα ασθενών έκαστη και έλαβαν 8 εβδομαδιαίες ενδοκυστικές εγχύσεις ως ακολούθως: Η ομάδα A 50mg επιρουμπικίνης, η ομάδα Β 50 MU ιντερφερόνης a-2b και η ομάδα Γ συνδυασμό 50 mg επιρουμπικίνης και 50 MU ιντερφερόνης a-2b. Μια εβδομάδα μετά την τελευταία έγχυση οι ασθενείς υποβλήθηκαν ξανά σε τυχαίες βιοψίες κύστης. Τα φρέσκα δείγματα ιστού πριν και μετά τις εγχύσεις, υποβλήθηκαν σε τομές κρυοστάτη και στη συνέχεια σε ανοσοϊστοχημική χρώση με τη χρήση μονοκλωνικών αντισωμάτων, για την ανίχνευση Τ-λεμφοκυττάρων (CD3,CD4,CD8), Β-λεμφοκυττάρων (CD20), κυττάρων φυσικών φονέων (NK,CD56) και μακροφάγων (CD68). Αποτελέσματα: Πριν την έναρξη των εγχύσεων ένας σχετικά αξιόλογος αριθμός Τ-λεμφοκυττάρων βρέθηκε στις βιοψίες του φυσιολογικού ουροθηλίου. Τα κύτταρα αυτά εντοπίζονταν κυρίως στο χόριο (lamina propria), με συχνή προτίμηση την ανευρίσκονταν Τ-λεμφοκύτταρα εντός της μυϊκής στιβάδας, ενώ εξαιρετικά σπάνια ήταν η ενδοεπιθηλιακή εντόπιση. Τα περισσότερα Τ-λεμφοκύτταρα είχαν το φαινότυπο των Τ8-λεμφοκυττάρων, με τα Τ4 να εμφανίζουν την ίδια κατανομή, με μικρότερη όμως πυκνότητα. Η αναλογία Τ4/Τ8 ήταν, σε όλες τις περιπτώσεις, σταθερά μικρότερη από 1 (CD4/CD8 < 1) και κυμάνθηκε από 0,3-0,6. Τα Β-λεμφοκύτταρα ήταν σπανιότατα έως ανύπαρκτα στο ουροθήλιο πριν την ενδοκυστική θεραπεία. Τέλος κύτταρα ΝΚ και μακροφάγα ανευρίσκονταν σποραδικά και σε πολύ μικρούς αριθμούς. Οι 8 εβδομαδιαίες εγχύσεις επιρουμπικίνης δεν προκάλεσαν καμία στατιστικά σημαντική μεταβολή στους αριθμούς των εξετασθέντων κυττάρων. Το ίδιο διαπιστώθηκε για την ιντερφερόνη a-2b, αλλά και για το συνδυασμό επιρουμπικίνης- ιντερφερόνης. Στην περίπτωση της ιντερφερόνης μάλιστα, διαπιστώθηκε μία σημαντική μείωση του αριθμού των Τ4 σε δύο ασθενείς, μετά την ολοκλήρωση των εγχύσεων.Συμπεράσματα: Η επιρουμπικίνη και η ιντερφερόνη a-2b, μόνες ή σε συνδυασμό και για τα χρησιμοποιηθέντα δοσολογικά σχήματα, δεν προκαλούν καμία αξιόλογη μεταβολή στους αριθμούς και την κατανομή των Τ-λεμφοκυττάρων, Β-λεμφοκυττάρων, μακροφάγων και κυττάρων ΝΚ στο κυστικό ουροθήλιο.

Ιατρική και Επιστήμες Υγείας ➨ Κλινική Ιατρική

Medical and Health Sciences
Interferons
Ενδοκυστική χημειοθεραπεία
Intravesical chemotherapy
Ιντερφερόνες
Κλινική Ιατρική
Επιφανειακός καρκίνος
Ουροδόχος κύστη
Ανοσοθεραπεία
Clinical Medicine
Urinary bladder
Superficial cancer
Immunotherapy
Ιατρική και Επιστήμες Υγείας

Greek

National and Kapodistrian University of Athens
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ)

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ). Σχολή Επιστημών Υγείας. Τμήμα Ιατρικής. Τομέας Χειρουργικής. Κλινική Β' Ουρολογική Περιφερειακού Γενικού Νοσοκομείου Αττικής ΣΙΣΜΑΝΟΓΛΕΙΟ




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)