Η στέρηση ενός ιστού από την αιματική του παροχή, οδηγεί σε σοβαρή κυτταρική δυσλειτουργία και τελικά σε κυτταρικό θάνατο. Η αποκατάσταση όμως της κυκλοφορίας, πολλές φορές προκαλεί περαιτέρω, μη αναστρέψιμες βλάβες. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται βλάβη επαναιμάτωσης και οφείλεται κυρίως στην υπέρμετρη παραγωγή ενεργών παραγώγων του οξυγόνου, ή αλλιώς ελευθέρων ριζών οξυγόνου. Συνέπεια αυτού του οξειδωτικού stress είναι η εκδήλωση ποικίλων τοπικών και συστηματικών διαταραχών που συνιστούν το σύνδρομο ισχαιμίας-επαναιμάτωσης. Στην παρούσα μελέτη, στο πλαίσιο της συστηματικής διαταραχής μετά από εντερική ισχαιμία και επαναιμάτωση, εξετάστηκε η ενδεχόμενη νεφρική βλάβη με τη βοήθεια της ηλεκτρονικής μικροσκοπίας και τον προσδιορισμό κάποιων βιοχημικών και αιμοδυναμικών παραμέτρων. Πιο συγκεκριμένα εκτιμήθηκε η βαρύτητα και η έκταση των υπομικροσκοπικών βλαβών και μετρήθηκε η ενεργότητα της μυελοϋπεροξειδάσης του νεφρικού ιστού ως δείκτου της σοβαρότητας της πολυμορφοπυρηνικής διήθησης, καθώς και η συγκέντρωση της κρεατινίνης στον ορό, αξιόπιστου επίσης δείκτη της συνολικής νεφρικής λειτουργίας. Τέλος με τη χρήση LASER Doppler έγινε εκτίμηση της φλοιικής νεφρικής αιμάτωσης, ως παραμέτρου που αντανακλά την συνολική μεταβολική διαταραχή που υφίσταται ένα όργανο στο πλαίσιο κάποιου stress. Κάποιες από τις θεραπευτικές τακτικές που έχουν προταθεί για την ελαχιστοποίηση των συνεπειών της επαναιμάτωσης είναι η προπαρασκευαστική ισχαιμία, η χρήση αντιοξειδωτικών παραγόντων, η αναστολή του συμπληρώματος, η αναστολή της δράσης των λευκών αιμοσφαιρίων και η χορήγηση Αντιθρομβίνης ΙΠ. Η Αντιθρομβίνη ΠΙ έχει προταθεί ως μία από τις εναλλακτικές θεραπευτικές προσεγγίσεις διότι υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις ότι κυρίως χάρη στις ισχυρές αντιπηκτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες της, έχει προστατευτική δράση κατά την εξέλιξη της εν λόγω μεθισχαιμικής διαταραχής. Στη παρούσα μελέτη εξετάζεται η ενδεχόμενη προστατευτική επίδραση της Αντι-θρομβίνης ΠΙ στο νεφρό, στο πλαίσιο των συστηματικών εκδηλώσεων του συνδρόμου μετά ισχαιμία και επαναιμάτωση του εντέρου, με τη χρήση επίμυων.
It is now well recognized, that blood flow restoration, on viable post ischemic tissues, could have a further injurious effect, aggravating this way, any pre-existing ischemic injury. Furthermore, it is also commonly known, that l/R injury can produce a systemic inflammatory reaction, which potentially can be more detrimental than its local effects. Renal injury is one of the most important manifestations of this systemic response. Activated neutrophils, the complement components, coagulation factors, and proinflammatory and vasoactive mediators, such as eicosanoids, nitric oxide, cytokines, and oxygen-free radicals are some of the factors believed to have a role in the development of this l/R-induced renal injury. Mesenteric ischemia-reperfusion has been recognized as having the potential for inducing local and remote organ injuries. Many vital organs like heart, lungs, liver and kidneys, are highly given to such a kind of indirect harmful effect. On the other hand, Antithrombin-lll, mainly through discrete antithrombotic and anti-inflamatory actions, has been shown to attenuate deleterious effects of ischemia-reperfusion injury. In our study in rats, we investigated the role Antithrombin III in the prevention of renal injury after intestinal ischemia and reperfusion syndrome.