Η πολιτική έρευνας και τεχνολογίας βρίσκεται σταθερά στον πυρήνα των δράσεων της Ε.Ο.Κ./Ε.Ε., ως ένας τεχνικός τομέας με εξωστρεφή χαρακτηριστικά που ευνοούν τη διεθνή συνεργασία, ενώ τα τελευταία χρόνια βρίσκεται στο επίκεντρο της συζήτησης σχετικά με την οικονομία της γνώσης. Η δυναμική που παρατηρείται γύρω από την ερευνητική και τεχνολογική πολιτική είναι ένα σύγχρονο ζήτημα για την ευρωπαϊκή ενοποίηση που εντοπίζεται χρονικά στις αρχές της δεκαετίας του ’00, όταν δηλαδή συνδέθηκε ο συγκεκριμένος χώρος πολιτικής με την αναπτυξιακή στρατηγική και τις σχετικές πρωτοβουλίες της Ε.Ε. Η κινητικότητα που παρατηρείται εμφανίζει ιδιαίτερο δυναμισμό, αν ληφθεί υπόψη η κατανομή των πόρων του κοινοτικού προϋπολογισμού, ακόμη και σε σχέση με τις παραδοσιακά «μεγάλες» πολιτικές της Ε.Ε., την Κοινή Αγροτική Πολιτική και την πολιτική για τη συνοχή. Η διατριβή εξετάζει τη δυναμική και τους παράγοντες που οδήγησαν σε αυτή την εξέλιξη και πιο συγκεκριμένα στη Στρατηγική της Λισαβόνας το 2000 και την ενίσχυση του ειδικού βάρους της έρευνας και της τεχνολογίας στη σύγχρονη κοινοτική πολιτική ημερήσια διάταξη, διερευνώντας καταρχάς το ρόλο των ευρωπαϊκών πολυεθνικών επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας. Παρά τις συγκεκριμένες εξελίξεις όμως, το αντικείμενο της ερευνητικής και τεχνολογικής πολιτικής της Ε.Ε. παραμένει μονομερές και σχεδόν προσηλωμένο στη χρηματοδότηση ερευνητικών έργων, οπότε το δεύτερο βασικό ερώτημα της διατριβής αφορά το εάν μπορεί να γίνει η κοινοτική πολιτική έρευνας και τεχνολογίας μια ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή πολιτική. Σε αυτό το πλαίσιο εξετάζουμε τους λόγους για τους οποίους η κοινοτική πολιτική διατηρεί τα σημερινά χαρακτηριστικά, παραμένει η υπάρχουσα ισορροπία στην άσκηση της πολιτικής, καθώς και η απροθυμία ανάθεσης μεγαλύτερης αρμοδιότητας στο κοινοτικό επίπεδο -δυνητικά προς χάριν της αποδοτικότητας της πολιτικής- εφαρμόζοντας τελικά την πρακτική της ανοιχτής μεθόδου συντονισμού.
Research and technology is a core activity of EU, being a crucial parameter of ‘knowledge economy’. EU has laid emphasis on research and technology since the 00s, as it has included R&D in its growth strategy and raised relevant funds from EU budget, making it the third most substantial EU public policy (following CAP and cohesion). The thesis examines this particular evolution and more specifically the factors that have lead to the Lisbon Strategy agreement and the upgrade of R&D policy in the EU policy agenda. Nevertheless, the content of EU R&D policy is still constrained to project funding. Therefore, the next major issue that is examined is whether or not EU R&D activity is possible to become a more complete EU policy. For that, we analyze the reasons why the current characteristics of EU activity, as well as the balance of competence between national and supranational level remain, taking into consideration the fact that the open method of coordination is followed in this sector of public policy, too.