Sigmificance of serum adiponectin at the acute phase of ischemic stroke

 
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :

Αποθετήριο :
Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
κοινοποιήστε το τεκμήριο




2013 (EL)

Σημασία της αντιπονεκτίνης του ορού στην οξεία φάση του ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου
Sigmificance of serum adiponectin at the acute phase of ischemic stroke

Tsiakou, Afrodite
Τσιάκου, Αφροδίτη

ObjectiveThe present study aimed to investigate the association between serum adiponectin levels atthe acute phase of ischemic stroke, and (i) cardiometabolic parameters, (ii) inflammationmarkers, (iii) stroke severity and (iv) one-year outcome (survival).Patients and methodsAll subjects admitted with a diagnosis of first-ever ischemic stroke were prospectivelyevaluated for inclusion in the study. Patients with transient ischemic attack were excluded.Participants were followed until death or the completion of one year after index stroke.Diagnosis was documented by brain computed tomography performed within the first 72hours and infarct volume was calculated. Stroke severity was assessed by the NationalInstitutes of Health Stroke Scale (NIHSS). Serum adiponectin concentration was evaluated bysandwitch ELISA at baseline and one year after index stroke. C-reactive protein (CRP) was alsodetermined by ELISA in a subgroup of patients.Comparisons between groups were made by using i) χ2 test with Yates’ correction or Fischerexact test for categorical data, ii) unpaired Student t-test or one-way ANOVA for continuousnormally distributed variables, and ii) Mann-Whitney or Kruskal Wallis test for continuous nonnormallydistributed variables. The Kaplan-Meier technique was applied in survival analysis,and the Cox proportional hazards model was used to evaluate the relationship between riskfactors and prognosis.ResultsData from 160 subjects (55% males, mean age 70.1±13.8 years, body mass index [BMI]27.8±4.3 Kg/m2, 66.2% non smokers) were analysed. Hypertension was present at 73.1% of theparticipants, while dyslipidemia, type 2 diabetes mellitus and atrial fibrillation were lesscommon (43.1%, 35.6% and 33.8%, respectively). Coronary artery and peripheral artery diseaseaccounted for 38.1% and 10% of pre-existing cardiovascular disease respectively.Atherothrombotic stroke was the most common subtype (45%), followed closely bycardioembolic stroke (40%), whereas lacunar was infrequent (15%). The median adiponectinand CRP baseline values were 5.8 [range 0.3 to 19] μg/ml and 14 [range 2 to 41] mg/Lrespectively. The three groups that resulted from the stratification of patients according totertiles of adiponectin concentrations (<4 μg/ml, 4-7 μg/ml και >7 μg/ml, respectively) weresignificantly different in regard to clinical severity of ischemic stroke (median NIHSS score,P=0.003), infarct volume (P<0.001) and baseline CRP value (P<0.001). Adiponectin levels wereinversely related to age (Spearman’s [rho] r= - 0.24; P=0.003), BMI (r= - 0.26; P=0.001),baseline CRP value (r= - 0.67; P<0.001), infarct volume (r= - 0.43; P<0.001) and stroke severity (NIHSS score; r= - 0.36; P<0.001), whereas there was a significant positive association with oneyearsurvival (r= 0.31; P<0.001).Forty-seven patients (29.4%) died within the first year after index stroke, the majority (37/47,79%) due to cardiovascular (CV) events. About two thirds [29/47] of total deaths occurredwithin the first month after stroke. A greater probability of CV (45.2%) and all-cause one-yearmortality (47.6%) was found in patients with adiponectin in the lowest tertile compared withthe middle (21.3% and 32.5% respectively) and the upper tertile (2.6% and 2.6% respectively;P<0.001). The relative risk of death within the first year after stroke for patients withadiponectin in the lowest tertile was 14.3 (95% CIs 2.5, 45.1, P<0.001) and 1.5 (95% CIs 1.1, 2.3,P<0.01) compared with the highest and middle tertile, respectively. In the multivariateanalysis, the risk of death within one-year after index stroke was independently associatedwith the presence of coronary artery disease (hazard ratio [HR], 5.5; 95% CI, 2.7, 11.0;P<0.001), NIHSS score > 15 (HR, 4.3; 95% CI, 2.0, 9.5; P<0.001) and adiponectin levels < 4μg/ml(HR, 2.2; 95% CI, 1.2, 4.0; P=0.015).ConclusionsLow adiponectin at the acute phase of first-ever ischemic stroke seems to be an independentpredictor of increased one-year mortality. Moreover, adiponectin appears to inversely reflectthe severity and extent of brain injury.
ΣκοπόςΗ παρούσα μελέτη είχε σκοπό τον προσδιορισμό των επιπέδων της αντιπονεκτίνης ορού στηνοξεία φάση του ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου (ΑΕΕ) και τη συσχέτισή τουςμε: α) καρδιομεταβολικές παραμέτρους, β) δείκτες φλεγμονής, γ) τη βαρύτητα του ΑΕΕ, και δ)την έκβαση στον πρώτο χρόνο.Ασθενείς και μέθοδοιΗ μελέτη συμπεριέλαβε προοπτικά όλους τους ασθενείς που εισήχθησαν λόγωπρωτοεμφανιζόμενου ισχαιμικού ΑΕΕ. Από τη μελέτη αποκλείστηκαν τα άτομα με παροδικόισχαιμικό ΑΕΕ. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν μέχρι τη συμπλήρωση ενός έτους απότο επεισόδιο. Η διάγνωση επιβεβαιώθηκε με αξονική τομογραφία εγκεφάλου που έγινε στιςπρώτες 72 ώρες από την εμφάνιση του ΑΕΕ και χρησιμοποιήθηκε για να υπολογιστεί και τομέγεθος του εμφράκτου. Η κλινική βαρύτητα του ΑΕΕ αξιολογήθηκε με βάση την κλίμακα τουΕθνικού Ινστιτούτου των ΗΠΑ για τα ΑΕΕ (NIHSS). Η αντιπονεκτίνη στον ορό μετρήθηκε με τημέθοδο της ενζυμικής ανοσοπροσρόφησης (ELISA) στο πρώτο 24ωρο και ένα χρόνο μετά τοΑΕΕ. Επιπλέον, σε μια υποομάδα ασθενών προσδιορίστηκε (ELISA) η τιμή της C-αντιδρώσαςπρωτεΐνης (CRP) στα ίδια χρονικά διαστήματα.Οι συγκρίσεις μεταξύ των ομάδων έγιναν α) με τις δοκιμασίες Pearson’s χ2 ή Fischer για ταποιοτικά χαρακτηριστικά, β) με τις δοκιμασίες Student (t-test) ή με ανάλυση μεταβλητότηταςμιας κατεύθυνσης (one-way ANOVA) για τις ποσοτικές μεταβλητές με κανονική κατανομή, καιγ) με τις δοκιμασίες Mann-Whitney ή Kruskal Wallis για τις ποσοτικές μεταβλητές χωρίςκανονική κατανομή. Η τεχνική Kaplan-Meier και η δοκιμασία log rank εφαρμόστηκαν για τηνανάλυση επιβίωσης. Επιπλέον, εξετάστηκε η σχετική συμβολή κάθε παραμέτρου στηνπρόγνωση με την ανάπτυξη μοντέλου αναλογικών κινδύνων του Cox.ΑποτελέσματαΗ ανάλυση συμπεριέλαβε 160 άτομα (55% άνδρες, ηλικία 70.1±13.8 έτη, δείκτης μάζαςσώματος [ΒΜΙ]: 27.8±4.3 Kg/m2, 66.2% μη καπνιστές). Το 73.1% των ασθενών παρουσίαζεαρτηριακή υπέρταση, το 43.1% δυσλιπιδαιμία, το 35.6% σακχαρώδη διαβήτη και το 33.8%κολπική μαρμαρυγή. Στεφανιαία νόσος προϋπήρχε στο 38.1% των περιπτώσεων, ενώ ηπεριφερική αρτηριακή νόσος ήταν σπανιότερη (10%). Τα αθηροθρομβωτικά (45%) ήταν οσυχνότερος τύπος ισχαιμικού ΑΕΕ, με μικρή διαφορά από τα καρδιοεμβολικά (40%), ενώ τακενοτοπιώδη ήταν σπανιότερα (15%). Οι διάμεσες τιμές αντιπονεκτίνης και CRP στο πρώτο24ωρο από το ΑΕΕ ήταν 5.8 [εύρος 0.3 με 19] μg/ml και 14 [εύρος 2 με 41] mg/L αντίστοιχα. Οι τρεις ομάδες ασθενών που προέκυψαν κατά το διαχωρισμό τους με βάση τα τριτημόριατων τιμών αντιπονεκτίνης (<4, 4-7 και >7 μg/ml) διέφεραν σημαντικά στην κλινική βαρύτητατου ισχαιμικού ΑΕΕ (διάμεση τιμή NIHSS, P=0.003), το μέγεθος του εμφράκτου (P<0.001) καιτην αρχική τιμή CRP (P<0.001). Tα επίπεδα αντιπονεκτίνης συσχετίζονταν αρνητικά με τηνηλικία (Spearman’s [rho] r= - 0.24, P=0.003), το BMΙ (r= - 0.26, P=0.001), την αρχική τιμή CRP(r= - 0.67, P<0.001), τον όγκο του εμφράκτου (r= - 0.43, P<0.001) και την κλινική βαρύτητα τουΑΕΕ (NIHSS score, r= - 0.36, P<0.001), ενώ αντίθετα υπήρχε θετική συσχέτιση με την επιβίωσηστους δώδεκα μήνες (r= 0.31, P<0.001).Στον πρώτο χρόνο από το ισχαιμικό ΑΕΕ σημειώθηκαν 47 θάνατοι (29.4%), στην πλειονότητάτους (37/47, 79%) από καρδιαγγειακά επεισόδια. Περίπου τα δύο τρίτα (29/47) τωνσυνολικών θανάτων παρατηρήθηκαν στον πρώτο μήνα. Οι ασθενείς με αντιπονεκτίνη στοκατώτερο τριτημόριο είχαν μεγαλύτερη καρδιαγγειακή (45.2%) και συνολική θνησιμότητα(47.6%) στον πρώτο χρόνο από το ΑΕΕ σε σύγκριση με όσους βρίσκονταν στο μέσο (21.3% και32.5% αντίστοιχα) και ανώτερο τριτημόριο (2.6% και 2.6% αντίστοιχα, P<0.001). Ο σχετικόςκίνδυνος θανάτου στον πρώτο χρόνο για τους ασθενείς με αντιπονεκτίνη στο κατώτεροτριτημόριο ήταν 14.3 (95% CIs 2.5, 45.1, P<0.001) και 1.5 (95% CIs 1.1, 2.3, P<0.01) σεσύγκριση με το ανώτερο και μέσο τριτημόριο αντίστοιχα.Αναγνωρίστηκαν τρεις ανεξάρτητοι παράγοντες δυσμενούς έκβασης (θανάτου) στον πρώτοχρόνο: η συνύπαρξη στεφανιαίας νόσου (hazard ratio [HR] 5.5, 95% CI 2.7, 11.0, P<0.001), ηβαθμολογία > 15 στην κλίμακα NIHSS (HR 4.3, 95% CI 2.0, 9.5, P<0.001) και τα επίπεδααντιπονεκτίνης ορού < 4μg/ml (HR 2.2, 95% CI 1.2, 4.0, P=0.015).ΣυμπεράσματαΗ παρούσα μελέτη δείχνει ότι η χαμηλή αντιπονεκτίνη στην οξεία φάση τουπρωτοεμφανιζόμενου ισχαιμικού ΑΕΕ αποτελεί ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα γιααυξημένη θνησιμότητα στον πρώτο χρόνο. Επιπλέον, φαίνεται ότι στο ισχαιμικό ΑΕΕ ταεπίπεδα αντιπονεκτίνης είναι αντιστρόφως ανάλογα με τη βαρύτητα και την έκταση τηςεγκεφαλικής βλάβης.

PhD Thesis

Basic Medicine
Prognosis
Medical and Health Sciences
Ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο
Ischemic stroke
Κλινική Ιατρική
Survival
Επιβίωση
Adiponectin
Clinical Medicine
Πρόγνωση
Βασική Ιατρική
Αντιπονεκτίνη
Ιατρική και Επιστήμες Υγείας


Ελληνική γλώσσα

2013


National and Kapodistrian University of Athens
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ)




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των αντίστοιχων Φορέων περιεχομένου.