Biotechnology, and in particular, in the context of the present thesis, genetically modified organisms constitute a privileged area of study of how the long-term consequences of scientific progress go beyond the "narrow" framework of science and expand into ever wider fields of an organized society. It is also an excellent example of the need of legislation to address groundbreaking advancements of science and technology in their true perspective and with due care. The threats to biodiversity and to the delicate ecological balance of natural ecosystems, the high probability of contamination of conventional crops by the more resistant genetically modified varieties, the risk of total control of the global food market by large biotechnology companies, the need for European consumers to choose based on reliable information and adequate labeling, and the need to avoid imposing a way of farming, consuming and livings that is foreign to the maintenance of cultural identity and environmental consciousness are some of the key issues involved. The issue of GMOs combines in equal measure various areas of law which are of particular interest with regard to the relevant public debate taking place internationally and in Greece. Even more important, in the context of this study, is the field of study that opens, by means of examining the issues of biotechnology in general and GMOs in particular, concerning the legal protection of a new generation of fundamental rights in the Member States of the European Union, among which, the right to a healthy and fully protected natural environment, the right to a high level of human health, the right to consumer protection and the right to cultural diversity are of particular importance. For this reason, this thesis understands the precautionary principle not as an end in itself or as a simple means of regulating risk, but as the legal tool, by which to consolidate and indeed advance the relevant fundamental rights. In this light, the sufficiency and adequacy of legal regulation on a national, European and international level, the relevant case law and the opinions of independent bioethical principles are examined and scrutinized.
Η βιοτεχνολογία, ιδίως δε, οι ενδιαφέροντες στο πλαίσιο της παρούσας διατριβής, γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί αποτελούν προνομιακό χώρο μελέτης του πώς οι μακροπρόθεσμες συνέπειες της επιστημονικής προόδου ξεπερνούν τα «στενά» πλαίσια της επιστήμης για να επεκταθούν σε ολοένα και ευρύτερους τομείς μίας οργανωμένης κοινωνίας . Είναι, επίσης, ένα άριστο παράδειγμα της ανάγκης να αντιμετωπίσει η νομοθεσία την κοσμογονική πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας στην πραγματική της διάσταση και με τη δέουσα προσοχή. Οι κίνδυνοι για τη βιοποικιλότητα και την ευαίσθητη οικολογική ισορροπία των φυσικών οικοσυστημάτων, η υψηλή πιθανότητα επιμόλυνσης των συμβατικών καλλιεργειών από τις πιο ανθεκτικές γενετικά τροποποιημένες ποικιλίες, ο κίνδυνος της μονοπώλησης της αγοράς τροφίμων από τις μεγάλες εταιρίες βιοτεχνολογίας, η ανάγκη μιας ουσιαστικής επιλογής του Ευρωπαίου καταναλωτή βάσει αξιόπιστων πληροφοριών και επαρκούς επισήμανσης, και η αποφυγή της επιβολής σε αυτόν ενός τρόπου διατροφής ξένου προς την πολιτισμική του ταυτότητα και την περιβαλλοντική του συνείδηση είναι μερικά από τα κεντρικά ζητήματα.Το ζήτημα των ΓΤΟ συνδυάζει και απασχολεί εξίσου διάφορους τομείς του δικαίου, οι οποίοι παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη σχετική δημόσια συζήτηση που λαμβάνει χώρα διεθνώς και στην Ελλάδα . Βαρύνουσα, δε, σημασία στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας έχει το πεδίο μελέτης που ανοίγεται, με αφορμή τα ζητήματα της βιοτεχνολογίας, γενικότερα, και των ΓΤΟ, ειδικότερα, σχετικά με την νομική προστασία μιας νέας γενιάς θεμελιωδών δικαιωμάτων στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ των οποίων ιδιαιτέρως σημαντικό είναι το δικαίωμα σε ένα υγιές και πλήρως προστατευμένο φυσικό περιβάλλον, το δικαίωμα σε μια υψηλού επιπέδου προστασία της ανθρώπινης υγείας, το δικαίωμα στην προστασία των καταναλωτών και το δικαίωμα στην πολιτιστική πολυμορφία. Για το λόγο αυτό, η παρούσα διατριβή αντιλαμβάνεται την αρχή της προφύλαξης όχι ως αυτοσκοπό ή ως απλό μέσο ρύθμισης της διακινδύνευσης, αλλά ως το νομικό εργαλείο για την εμπέδωση των σχετικών θεμελιωδών δικαιωμάτων. Υπό αυτό το πρίσμα εξετάζεται η επάρκεια της νομικής ρύθμισης σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, καθώς και η συναφής νομολογία και οι γνωμοδοτήσεις ανεξαρτήτων αρχών βιοηθικής