Αντικείμενο της διατριβής αποτελεί η μελέτη της γλωσσικής διδασκαλίας σε μία τάξη Α΄ Δημοτικού και η ανάδειξη των ποικίλων λόγων (discourses) που τη διαμόρφωσαν. Με δεδομένο το γεγονός ότι εκτός από ερευνήτρια ήμουν και η εκπαιδευτικός της τάξης, η έρευνα αφορούσε την ανάλυση και των δικών μου διδακτικών επιλογών (κριτική αυτοεθνογραφία), οι οποίες συνδέονται τόσο με τη διδακτική μου εμπειρία όσο και με ποικίλες άλλες παραμέτρους. Προσεγγίζω τη διδασκαλία όχι ως μια τεχνική υπόθεση που συμβαίνει σε κοινωνικοπολιτισμικό κενό, αλλά από μια πολυπαραγοντική διάσταση, εντάσσοντας στη μελέτη της το κοινωνικό και πολιτισμικό συγκείμενο, αναδεικνύοντας τη συνθετότητά της. Η σύλληψη της γλωσσικής διδασκαλίας ως πολυπαραγοντικής και δυναμικής διαδικασίας προσδιόρισε σε σημαντικό βαθμό τις θεωρητικές και μεθοδολογικές μου επιλογές. Αξιοποιώ παραδόσεις από τον χώρο της Κοινωνικής Σημειωτικής (Social Semiotics), της Κριτικής Ανάλυσης Σχολικού Λόγου (Critical Discourse Analysis) και των Κοινοτήτων Πρακτικής (Communities of Practice). Στο πλαίσιο αυτό αναλύω τη διδασκαλία ως μακροκείμενο και ως μια συγκεκριμένη μορφή κοινωνικής πρακτικής, όπου αναζητώ τη σύνδεσή της με τις ταυτότητες των κοινωνικών πρωταγωνιστών καθώς και με το στενό και ευρύτερο συγκειμενικό πλαίσιο. Οι αναλύσεις του σχολικού χώρου, των διδακτικών μακροκειμένων και των διδακτικών συμβάντων ανέδειξαν ποικίλες όψεις του γραμματισμού που καλλιεργήθηκε και επηρέασε την εγγράμματη εμπειρία των παιδιών. Ανέδειξαν επίσης την πολυπλοκότητα της διδασκαλίας που συγκροτήθηκε, η οποία οφείλεται σε ποικίλες και διαφορετικές παραμέτρους που σχετίζονταν με εμένα ως διδάσκουσα, τα παιδιά, τους γονείς αλλά και την ισχύουσα στην ελληνική εκπαίδευση και στο συγκεκριμένο σχολείο πραγματικότητα. Από την έρευνα προκύπτει ότι κάθε πρόταση σχολικού γραμματισμού δεν αποτελεί μια ουδέτερη διαδικασία μεταβίβασης γνώσεων και κατάκτησης δεξιοτήτων αλλά ένα ιδεολογικό και βαθύτατα πολιτικό ζήτημα.
The aim of this dissertation is the study of the language teaching in a first grade classroom and the emergence of the various discourses that formed it. Given the fact that, apart from a researcher, I was the class teacher, the research also dealt with the analysis of my own pedagogic choices and practices (critical self-ethnography), which are related both to my teaching experience and to a variety of other parameters. I have approached teaching not as a technical issue that happens in a sociocultural vacuum but from a multifactorial dimension, incorporating in its study the social and cultural context and highlighting its complexity. The conception of language teaching as a multifactorial and dynamic process has determined to a considerable extent my theoretical and methodological choices. I use traditions from Social Semiotics, Critical Discourse Analysis and Communities of Practice. In this context, I analyze teaching as a macrogenre and as a concrete form of social practice, where I seek to associate it with the identities of the social actors and with the narrow and broader contextual framework. The analysis of the school space, the teaching macrogenres and the teaching events revealed a variety of aspects of the literacy that was cultivated and influenced children's literate experience. They also showed the complexity of the teaching that was formed due to various and different parameters related to me as teacher, to children, to parents, but also to the reality of the Greek education and of the particular school. The research shows that any proposal for school literacy is not a neutral process of knowledge transfer and skill acquisition but an ideological and profound political issue.