The aim of the present thesis was the study of the special provisions introduced for conditional release in the drug-related criminal legislation. Following an analysis of the institution as it is set at Criminal Code in order to highlight its legal nature, as well as the purposes it seeks to serve as a community measure, the thesis firstly examined the conditions under these specific provisions are activated and the key legal issues that arise during their implementation. The main burden fell on the conditional releases provided in article 35§§1 and 2 of law 4139/2013, which are dominated by their therapeutic character, while, at the same time, the issues related to the conditional release of minors and young adult prisoners who attended a detoxification treatment program inside the detention facilities are also examined, as well as the provisions of article 27§5 of law 4139/2013 and that of article 105B§1 of C.C., which introduce special regulations for the conditional release of prisoners convicted of drug-related crimes. On a second level, the legal character and the nature of these conditional releases was determined, as well as the legal reasons on which their introduction is based. On a third level, the relation of these special provisions to the general provisions of C.C. was examined, on the one hand under the scope of both the necessity and feasibility of introducing special regulations for the conditional release of specific categories of prisoners, and on the other hand in view of the compatibility of the functions that the institution is performing in all these provisions compared to the functions served by the institution, as it is set in the general framework of C.C. In the final thoughts that follow, the multifunctionality of the institution is emerged, which seems to leave its most active imprint on the ground of the drug-related regulations, and a number of proposals were made, which, de lege ferenda, could restore the institution closer to its nature.
Σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν η καταγραφή των ειδικών ρυθμίσεων που εισάγονται για την απόλυση υπό όρο στις σχετικές με τα ναρκωτικά διατάξεις. Μετά από μία ανάλυση του θεσμού σε επίπεδο γενικών ρυθμίσεων του Π.Κ. προκειμένου να αναδειχθεί η νομική φύση και ο χαρακτήρας αυτού, καθώς και οι σκοποί τους οποίους επιδιώκει να υπηρετήσει ως ένα κοινοτικό μέτρο εναλλακτικό του εγκλεισμού, εξετάστηκαν, σ’ ένα πρώτο επίπεδο, οι προϋποθέσεις ενεργοποίησης των ειδικών αυτών διατάξεων και τα καίρια νομικά ζητήματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή τους. Το κύριο βάρος έπεσε στις ειδικές απολύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 35§§1 και 2 ν. 4139/2013 στις οποίες κυριαρχεί ο θεραπευτικός χαρακτήρας, ενώ, παράλληλα, εξετάστηκαν και τα ζητήματα που άπτονται της απόλυσης υπό όρο των ανηλίκων και των νεαρών ενηλίκων κρατουμένων που παρακολούθησαν θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης εντός των καταστημάτων κράτησης, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 27§5 ν. 4139/2013 και του νέου άρθρου 105Β§1 περ. γ΄ Π.Κ., οι οποίες, παρότι δεν έχουν θεραπευτικό προσανατολισμό, ωστόσο, εισάγουν ειδικές ρυθμίσεις για την απόλυση υπό όρο κρατουμένων που έχουν καταδικαστεί για πράξεις σχετικές με τα ναρκωτικά. Σε δεύτερο επίπεδο, εκκινώντας από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ειδικών αυτών απολύσεων, προσδιορίστηκε ο χαρακτήρας και η φύση τους, καθώς και το δικαιοπολιτικό υπόβαθρο στο οποίο ερείδεται η εισαγωγή τους. Σε τρίτο και τελευταίο επίπεδο, εξετάστηκε η σχέση των ειδικών αυτών απολύσεων με την απόλυση υπό όρο των γενικών διατάξεων του Π.Κ. υπό το πρίσμα τόσο της αναγκαιότητας και της σκοπιμότητας εισαγωγής ειδικών ρυθμίσεων για την απόλυση υπό όρο των συγκεκριμένων κατηγοριών κρατουμένων, όσο και της συμβατότητας των εκάστοτε λειτουργιών που καλείται να επιτελέσει ο θεσμός σε όλες αυτές τις διατάξεις με τις λειτουργίες που υπηρετεί κατά προορισμό ο θεσμός, όπως αυτός τίθεται στο γενικό κανονιστικό πλαίσιο του Π.Κ. Στις τελικές σκέψεις που ακολουθούν αναδείχθηκε η πολυλειτουργικότητα του θεσμού, η οποία φαίνεται να αφήνει το πλέον εναργές αποτύπωμά της στο πρόσφορο έδαφος των σχετικών με τα ναρκωτικά ρυθμίσεων και διατυπώθηκαν ορισμένες προτάσεις, οι οποίες, de lege ferenda, θα μπορούσαν να επαναφέρουν τον θεσμό εγγύτερα στη φύση του.