The purpose of the research is to highlight the invisible work required to transform an analog technical information infrastructure into a digital one. The main idea behind this lies in the finding that hegemonic discourse around 'smart' machines, digitality and digital transformation of the last twenty years is not neutral and is being used, among other things, to devalue human labour. Using theoretical models and methodological approaches from the History of Technology and Science and Technology Studies (Science, Technology, Society) – in particular the technology-in-use perspective – the study focuses on the work chain designed and implemented in three digitization projects in the period 2004-2020 in Greece. Dozens of workers of different specialties were employed in these projects, but whose demanding, painstaking and creative work remained invisible both to the end users of the digital archive and to those responsible for the digitization process themselves. In order to deal with the problems that arose during the implementation of projects, employees used their imagination, creativity and ingenuity, elements that went far beyond the scope of their predetermined tasks. This creative work, however, was not recognized by the employers as such either in terms of remuneration or in terms of improving the service provided despite the fact that it was the determining factor in the completion of the projects. At the same time, the research highlights the characteristics of a workforce employed in the field of archival information, a workforce of cheap, mainly young and female, temporary employment for the most part and which is closely linked to the precarious work landscape of recent years while registering in the context of limited human intervention in relation to modern digital technologies.
Σκοπός της μελέτης είναι η ανάδειξη της αόρατης εργασίας που απαιτείται για τη μετατροπή μιας αναλογικής τεχνικής υποδομής πληροφορίας σε ψηφιακή. Η κεντρική ιδέα πίσω από αυτή βρίσκεται στη διαπίστωση ότι ο ηγεμονικός λόγος γύρω από τις «έξυπνες» μηχανές, την ψηφιακότητα και τον ψηφιακό μετασχηματισμό των τελευταίων είκοσι ετών δεν είναι ουδέτερος και χρησιμοποιείται, ανάμεσα σε άλλα, για την υποτίμηση και απαξίωση της εργασίας. Χρησιμοποιώντας θεωρητικά σχήματα και μεθοδολογικές προσεγγίσεις από την Ιστορία της Τεχνολογίας και τις Σπουδές Επιστήμης και Τεχνολογίας (Επιστήμη, Τεχνολογία, Κοινωνία) – ιδίως την προσέγγιση «τεχνολογία κατά τη χρήση» (technology-in-use) – η μελέτη εστιάζει στην εργασιακή αλυσίδα που σχεδιάστηκε και εφαρμόστηκε σε τρία έργα ψηφιοποίησης τη χρονική περίοδο 2004-2020 στην Ελλάδα. Στα έργα αυτά απασχολήθηκαν δεκάδες εργαζόμενοι διαφορετικών ειδικοτήτων, των οποίων όμως η απαιτητική, κοπιώδης και δημιουργική εργασία παρέμεινε αόρατη τόσο για τους τελικούς χρήστες του ψηφιακού αρχείου όσο και για τους ίδιους τους υπεύθυνους της διαδικασίας ψηφιοποίησης. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που προέκυψαν κατά την υλοποίηση των έργων, οι εργαζόμενοι χρησιμοποίησαν τη φαντασία, τη δημιουργικότητα και επινοητικότητά τους, στοιχεία που ξεπερνούσαν κατά πολύ το πλαίσιο των προκαθορισμένων καθηκόντων τους. Αυτή η δημιουργική εργασία ωστόσο δεν αναγνωρίστηκε από την πλευρά των εργοδοτών ως τέτοια ούτε σε επίπεδο αμοιβής ούτε σε επίπεδο βελτίωσης της παρεχόμενης υπηρεσίας παρά το γεγονός ότι υπήρξε ο καθοριστικός παράγοντας για την ολοκλήρωση των έργων. Παράλληλα, μέσα από την έρευνα αναδεικνύονται τα χαρακτηριστικά ενός εργατικού δυναμικού που απασχολείται στον χώρο της αρχειακής πληροφορίας, δυναμικού φθηνού, κατά βάση νεανικού και γυναικείου, προσωρινής απασχόλησης ως επί το πλείστον και που συνδέεται στενά με το τοπίο της επισφαλούς εργασίας των τελευταίων ετών, ενώ εγγράφεται στο πλαίσιο της περιορισμένης ανθρώπινης παρέμβασης σε σχέση με τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες.