Μητρικός θηλασμός μετά από κύηση υψηλού κινδύνου: Διερεύνηση των παραμέτρων που δρουν ευνοϊκά ή δυσχεραίνουν τη μητρική πρόθεση και συμπεριφορά

This item is provided by the institution :
University of West Attica   

Repository :
Institutional Repository Polynoe   

see the original item page
in the repository's web site and access all digital files if the item*



Μητρικός θηλασμός μετά από κύηση υψηλού κινδύνου: Διερεύνηση των παραμέτρων που δρουν ευνοϊκά ή δυσχεραίνουν τη μητρική πρόθεση και συμπεριφορά

Μπράνη, Παναγιώτα

Iliadou, Maria
DAGLA, MARIA
Τμήμα Μαιευτικής
Πεχλιβάνη, Φανή
Σχολή Επιστημών Υγείας & Πρόνοιας

Διδακτορική διατριβή

2024-12-12

Εισαγωγή: Η παρούσα διδακτορική διατριβή επικεντρώνεται στη διερεύνηση της πρόθεσης και πρακτικής του μητρικού θηλασμού στις γυναίκες που βιώνουν κύηση υψηλού κινδύνου, διερευνώντας την έναρξη, τη μορφή και τη διάρκεια του θηλασμού κατά την περιγεννητική και μεταγεννητική περίοδο. Οι κυήσεις υψηλού κινδύνου αποτελούν έναν πολυσύνθετο κλινικό τομέα, ο οποίος μπορεί να επηρεάσει την πρόθεση και τη δυνατότητα των μητέρων να θηλάσουν αποκλειστικά. Ειδικότερα, ο θηλασμός, αναγνωρισμένος διεθνώς ως σημαντική παράμετρος για την υγεία της μητέρας και του παιδιού, αντιμετωπίζει επιπρόσθετες προκλήσεις σε αυτό το πλαίσιο. Η έρευνα στοχεύει να καλύψει το κενό γνώσης που αφορά στους παράγοντες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά θηλασμού μετά από κύηση υψηλού κινδύνου, παρέχοντας επιστημονικά δεδομένα που μπορούν να βελτιώσουν την παρεχόμενη φροντίδα. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν την πρόθεση και την πρακτική του μητρικού θηλασμού σε γυναίκες με κύηση υψηλού κινδύνου και η συγκριτική ανάλυση με γυναίκες που έχουν βιώσει κύηση χαμηλού κινδύνου. Ειδικότερα, εξετάζονται κοινωνικοοικονομικοί, δημογραφικοί, κλινικοί και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες, καθώς και η επίδραση της προγεννητικής γνώσης, της ψυχικής υγείας, και της μητρικής αυτοαποτελεσματικότητας. Μεθοδολογία: Η μελέτη διεξήχθη στην Α΄ Μαιευτική/Γυναικολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα» με τη συμμετοχή 318 γυναικών (164 με κύηση υψηλού κινδύνου και 154 με κύηση χαμηλού κινδύνου). Οι συμμετέχουσες επιλέχθηκαν με δειγματοληψία ευκολίας και παρακολουθήθηκαν από την κύηση έως τον 6ο μήνα μετά τον τοκετό. Η συλλογή δεδομένων έγινε σε πέντε φάσεις, χρησιμοποιώντας ερωτηματολόγια και κλίμακες αξιολόγησης (EPDS, STAI, MAAS, PBQ, BSES, IIFAS). Διερευνήθηκαν κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά, περιγεννητικοί παράγοντες, βαθμοί προσκόλλησης, αυτοαποτελεσματικότητα, ψυχολογική κατάσταση, και εμπειρίες θηλασμού. Η ανάλυση περιλάμβανε στατιστικές τεχνικές για τη συσχέτιση και πρόβλεψη των εκβάσεων, καθώς και συγκρίσεις μεταξύ ομάδων. Αποτελέσματα: Η πρόθεση για αποκλειστικό θηλασμό επηρεάστηκε από διάφορους παράγοντες, όπως ο προγραμματισμός της κύησης, ο χρόνος λήψης της απόφασης για θηλασμό (πριν ή κατά τη διάρκεια της κύησης), η διάρκεια νοσηλείας (>15 ημέρες), καθώς και η ψυχική κατάσταση και η γνώση και η στάση των μητέρων για το θηλασμό, όπως καταγράφηκε μέσω κλιμάκων (EPDS, STAI, MAAS, IIFAS). Οι μητέρες που είχαν προγεννητικά εκφράσει ισχυρή πρόθεση για αποκλειστικό θηλασμό υλοποίησαν αυτή την επιλογή σε όλες τις φάσεις μέτρησης, εκτός από το 1ο 24ωρο μετά τον τοκετό. Η μελέτη ανέδειξε σημαντικές διαφοροποιήσεις στην πρόθεση, την έναρξη, τη διάρκεια και την αποκλειστικότητα του μητρικού θηλασμού μεταξύ γυναικών με κύηση υψηλού και χαμηλού κινδύνου. Στις κυήσεις υψηλού κινδύνου, παρατηρείται σταδιακή μείωση του ποσοστού αποκλειστικού θηλασμού από το 23,90% στο t3, στο 21,38% στο t4 και τέλος στο 18,24% στο t5. Παράλληλα, η τεχνητή διατροφή εμφανίζει αύξηση, φτάνοντας στο 24,53% στο t5. Αντίστοιχα, στις κυήσεις χαμηλού κινδύνου, ο αποκλειστικός θηλασμός κυριαρχεί με υψηλότερα ποσοστά από τις κυήσεις υψηλού κινδύνου, αν και και αυτός μειώνεται από το 28,30% στο t3, στο 25,79% στο t4 και στο 24,21% στο t5. Η μεικτή διατροφή εμφανίζει σχετικά σταθερά χαμηλά ποσοστά και στις δύο κατηγορίες κυήσεων, ενώ η τεχνητή διατροφή παρουσιάζει αύξηση στις κυήσεις χαμηλού κινδύνου, αλλά παραμένει συνολικά χαμηλότερη από εκείνη των κυήσεων υψηλού κινδύνου. Η διάρκεια του θηλασμού επηρεάστηκε επίσης σημαντικά από τους περιγεννητικούς παράγοντες. Γυναίκες που θήλασαν αποκλειστικά στο 1ο 24ωρο είχαν 6,2 φορές περισσότερες πιθανότητες να συνεχίσουν τον αποκλειστικό θηλασμό έως τον 6ο μήνα (p=0,007). Η χρήση θήλαστρου συνδέθηκε αρνητικά με την αποκλειστικότητα του θηλασμού, καθώς το 68% των μητέρων που δεν χρησιμοποίησαν θήλαστρο κατά τη νοσηλεία τους θήλασαν αποκλειστικά έως το τέλος της λοχείας, έναντι 47% όσων το χρησιμοποίησαν περιστασιακά ή συχνά (p=0,016). Επίσης, οι μητέρες με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης στον θηλασμό (πολύ/πάρα πολύ) παρουσίασαν αυξημένα ποσοστά αποκλειστικού θηλασμού (43,5% στο 1ο 24ωρο και 50% στο τέλος της λοχείας), συγκριτικά με εκείνες με χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης. Η ψυχική υγεία διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο, με τα χαμηλότερα επίπεδα επιλόχειας κατάθλιψης (EPDS: 7,8 ± 2,3) και υψηλότερη αυτοαποτελεσματικότητα στον θηλασμό (BSES-SF: 58,2 ± 4,5) να συνδέονται με μεγαλύτερη διάρκεια αποκλειστικού θηλασμού. Αντίθετα, μητέρες με αυξημένα επίπεδα άγχους (STAI: 46,7 ± 5,2) είχαν μειωμένα ποσοστά αποκλειστικού θηλασμού στο τέλος του 3ου μήνα. Συνοπτικά, η ψυχική υγεία επηρέασε τη διάρκεια θηλασμού αλλά όχι την αποκλειστικότητα θηλασμού. Παράγοντες όπως ο χρόνος νοσηλείας επηρέασαν την πρακτική του θηλασμού: μητέρες με παραμονή στο νοσοκομείο μεγαλύτερη των 8 ημερών είχαν υψηλότερες πιθανότητες επιλογής τεχνητής διατροφής στο 1ο 24ωρο (58%), ενώ εκείνες με νοσηλεία 4-7 ημερών παρουσίασαν το υψηλότερο ποσοστό αποκλειστικού θηλασμού στο 1ο 24ωρο (53%). Συμπεράσματα: Η παρούσα μελέτη ανέδειξε ότι η κύηση υψηλού κινδύνου αποτελεί σημαντικό παράγοντα που επηρεάζει αρνητικά την πρόθεση, την έναρξη, την αποκλειστικότητα και τη διάρκεια του μητρικού θηλασμού. Οι γυναίκες με κύηση υψηλού κινδύνου παρουσίασαν χαμηλότερα ποσοστά αποκλειστικού θηλασμού, τόσο στο αρχικό στάδιο όσο και μακροπρόθεσμα, συγκριτικά με εκείνες με κύηση χαμηλού κινδύνου. Αυτή η διαφοροποίηση υπογραμμίζει την ανάγκη για στοχευμένες παρεμβάσεις κατά την περιγεννητική περίοδο. Οι παράγοντες που επηρεάζουν τον θηλασμό περιλαμβάνουν την προγεννητική εκπαίδευση, την ψυχική υγεία, την υποστήριξη από το περιβάλλον και τους επαγγελματίες υγείας, καθώς και πρακτικές που ακολουθούνται εντός του νοσοκομείου. Η χρήση θήλαστρου, οι δυσκολίες με τον θηλασμό και η αυξημένη διάρκεια νοσηλείας (>8 ημέρες) συνδέθηκαν αρνητικά με την αποκλειστικότητα του θηλασμού. Επιπλέον, γυναίκες με υψηλό επίπεδο αυτοαποτελεσματικότητας και ικανοποίηση από την εμπειρία της εγκυμοσύνης και του τοκετού παρουσίασαν μεγαλύτερα ποσοστά αποκλειστικού και παρατεταμένου θηλασμού. Η μελέτη καταδεικνύει την ανάγκη ανάπτυξης εξατομικευμένων στρατηγικών υποστήριξης για τις γυναίκες με κύηση υψηλού κινδύνου. Τέτοιες στρατηγικές θα πρέπει να περιλαμβάνουν προγεννητική εκπαίδευση, ψυχολογική υποστήριξη, παρεμβάσεις για την αύξηση της αυτοαποτελεσματικότητας και της αυτοπεποίθησης των μητέρων, καθώς και πολιτικές που προάγουν τον θηλασμό στο νοσοκομείο και στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο. Η ενίσχυση αυτών των παραγόντων μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της πρακτικής του θηλασμού, προωθώντας τα οφέλη του για τη μητέρα και το παιδί, ενώ ταυτόχρονα μειώνει τα εμπόδια που σχετίζονται με την περιπλοκότητα της κύησης υψηλού κινδύνου. Τέλος, τα ευρήματα της μελέτης υποστηρίζουν την ανάγκη διαμόρφωσης στοχευμένων πολιτικών και κλινικών παρεμβάσεων, που να ενσωματώνουν τη μοναδικότητα κάθε γυναίκας, προκειμένου να ενισχυθεί η δημόσια υγεία και η συνολική εμπειρία της μητρότητας.


Πρόθεση θηλασμού
Έναρξη θηλασμού
Κύηση υψηλού κινδύνου
Αποκλειστικότητα μητρικού θηλασμού
Διάρκεια θηλασμού

Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής

ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ & ΠΡΟΝΟΙΑΣ - Τμήμα Μαιευτικής - Διδακτορικές διατριβές

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές
http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/
Attribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 Διεθνές




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)