Ένα είδος κεφαλοπόδου του γένους Sepioteuthis έχει εισβάλει τις τελευταίες δεκαετίες
από την Ερυθρά Θάλασσα στην ανατολική Μεσόγειο, μέσω της Διώρυγας του Σουέζ.
Το είδος αυτό, γνωστό και ως σουπιοκαλάμαρο, καταγράφηκε για πρώτη φορά το 2002
στις ακτές της Τουρκίας και αποτελεί το μοναδικό λεσσεψιανό είδος καλαμαριού που
έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα στη Μεσόγειο. Με βάση τα μορφολογικά του
χαρακτηριστικά, ταυτοποιήθηκε από προηγούμενους ερευνητές ως Sepioteuthis
lessoniana, είδος ευρέως εξαπλωμένο στον Ινδο-Ειρηνικό Ωκεανό και την Ερυθρά
Θάλασσα. Το S. lessoniana φαίνεται να αποτελεί σύμπλοκο κρυπτικών ειδών, καθώς
έρευνες έχουν αποδείξει την ύπαρξη διακριτών γενετικών κλάδων, με μικρές ή
καθόλου μορφολογικές διαφορές στην περιοχή εξάπλωσής του. Συγκεκριμένα, στην
Ερυθρά Θάλασσα, από όπου εισήχθη το είδος στη Μεσόγειο, βρέθηκαν δύο διακριτές
γενετικές ομάδες του είδους, η μια εκ των οποίων, το S. cf. lessoniana, παρουσιάζει
ιδιαίτερα μεγάλη γενετική απόσταση από τους υπόλοιπους γενετικούς κλάδους. Ο
κλάδος αυτός ταυτοποιήθηκε γενετικά σε δείγματα που συλλέχθηκαν στην Κρήτη.
Παρά το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που παρουσιάζει το σύμπλοκο ειδών του S. lessoniana,
οι έρευνες έχουν περιοριστεί στη μοριακή ανάλυσή του, και δεν υπάρχουν
μορφολογικές περιγραφές των επιμέρους γενετικών κλάδων. Έτσι, στην παρούσα
εργασία γίνεται περιγραφή της μορφολογίας του S. cf. lessoniana της Κρήτης, με χρήση
μορφομετρικών τεχνικών, και σύγκριση μορφομετρικών δεικτών με αντίστοιχους
δείκτες για είδη του γένους Sepioteuthis. Επιπλέον, γίνεται μελέτη στοιχείων της
βιολογίας και της οικολογίας του ξενικού αυτού είδους στο νέο περιβάλλον. Για την
παρούσα μελέτη έγινε λήψη πολυάριθμων μορφολογικών και μεριστικών μετρήσεων,
ενώ αναλύθηκαν μορφομετρικά και βιολογικά δεδομένα από 93 άτομα του είδους που
συλλέχθηκαν στην Κρήτη. Η μορφολογική περιγραφή ταυτίστηκε περισσότερο με τις
ήδη γνωστές περιγραφές του είδους S. lessoniana από άλλες περιοχές, ενώ διέφερε
σημαντικά η θέση εμφάνισης του μεγίστου πλάτους μανδύα, ο αριθμός των μυζητήρων
(βεντουζών) στην περιστοματική περιοχή και -σε ορισμένα μόνο άτομα- το σχήμα του
πτερυγίου. Επιπλέον, φάνηκε ότι το S. cf. lessoniana στην περιοχή της Κρήτης
εμφανίζει φυλετικό διμορφισμό στο σχήμα ορισμένων δομών του σώματος, όπως είναι
το πλάτος του εσωτερικού οστράκου, το πλάτος μανδύα, το μήκος των συλληπτήριων
βραχιόνων, τα οποία ήταν σημαντικά μεγαλύτερα στα θηλυκά, ενώ η διάμετρος ματιού
ήταν μεγαλύτερη στα αρσενικά. Η περίοδος αναπαραγωγής φαίνεται να διαρκεί καθ’
όλη τη διάρκεια του χρόνου, καθώς ώριμα άτομα βρέθηκαν σε όλες τις εποχές, ενώ το
είδος φαίνεται να εμφανίζει το μέγιστο της αναπαραγωγικής του δραστηριότητας την
άνοιξη. Ανώριμα αρσενικά και θηλυκά άτομα συλλέχθηκαν μόνο κατά το φθινόπωρο
και το χειμώνα, ενώ όλα τα αρσενικά που συλλέχθηκαν την άνοιξη ήταν ώριμα. Έγινε
επίσης μοριακή ανάλυση των στομαχικών περιεχομένων με τη μέθοδο της
μετακωδικοποίησης του DNA (DNA-metabarcoding) και με χρήση δύο γενετικών
δεικτών, του 16S και του CO1. Η διατροφή αποτελούταν από 9 διαφορετικά είδη
ιχθύων και ένα είδος ασκιδίου. Τα είδη αυτά είναι βενθοπελαγικά και συναντώνται
μέχρι τα 100 m βάθος.
(EL)
Recently, a cephalopod species of the genus Sepioteuthis has entered the Eastern
Mediterranean from the Red Sea, via the Suez Canal. This species, also known as
‘soupiocalamaro’ in Greece, was first recorded off the coast of Turkey in 2002 and it
is, until now, the only Lessepsian squid migrant in the Mediterranean. Based on its
morphological characteristics, previous researchers identified it as Sepioteuthis
lessoniana, a species widely distributed in the Indo-Pacific Ocean and the Red Sea. It
is indicated that S. lessoniana comprises a cryptic species complex, which consists of
multiple distinct genetic clades, with little or no morphological differences. In the Red
Sea, two distinct genetic groups of the species were found, one of which, S. cf.
lessoniana, has a large genetic distance from the previously reported clades. S. cf.
lessoniana was genetically identified with samples collected in Crete, as well. Despite
the particular interest in the S. lessoniana species complex, research has been limited
to its molecular analysis, and there are no morphological descriptions of the individual
genetic clades. Thus, in the present study, S. cf. lessoniana of Crete is morphologically
described and a number of morphometric indices for all Sepioteuthis species are
compared. In addition, elements of the species biology and ecology in the new
environment are studied. For the present work, numerous morphometric and meristic
measurements were taken, while morphometric and biological data were analyzed for
93 individuals of the species collected in Crete. The morphological description of S. cf.
lessoniana was more in line with the already known descriptions of S. lessoniana
species, while the position of the maximum width of the mantle, the number of the
buccal mass’s suckers, and the shape of the fin (only in a few individuals) differed
significantly. Moreover, it is shown that sexual dimorphism in the shape of body
structures occurs, with e.g., females significantly exhibiting greater gladius width than
males. The spawning season seems to last the whole year round with a peak in spring.
Mature individuals were collected during the whole year, while immature ones were
only found in autumn and winter. All males collected in spring were reproductively
mature. The stomach contents were analyzed through metabarcoding using two
barcodes, 16S and CO1. The diet consisted of 9 different species of fish and one species
of ascidians, the majority of which were benthopelagic and common in depths up to
100 m.
(EN)