Το 2000 ο Lerman κάνει λόγο για την κοινωνική στροφή στη Διδακτική των
Μαθηματικών, την οποία προσδιορίζει ως «την εμφάνιση, εντός του πλαισίου της
Διδακτικής των Μαθηματικών, θεωριών, που αντιμετωπίζουν το [μαθηματικό] νόημα,
τη σκέψη και την αιτιολόγηση ως προϊόντα της κοινωνικής δραστηριότητας». Έκτοτε
το νόημα του «κοινωνικού» παύει να γίνεται αντιληπτό ως απλώς η διάδραση
ανάμεσα στα γνωστικά υποκείμενα ή η ανάπτυξη «κοινωνικών» προσανατολισμών στην
έρευνα, στο πλαίσιο ουμανιστικών και δημοκρατικών θεωρήσεων. Νέες θεωρήσεις
εμφανίζονται, με ιδιαίτερα σημαντικές τις μεταδομιστικές και τις ψυχαναλυτικές
-κυρίως λακανικές-, και συνομιλούν με το κριτικό ρεύμα που από καιρό έχει θέσει
το ζήτημα της ισότητας και του αντιρατσισμού στη μαθηματική εκπαίδευση. Η
έρευνα πλέον προσδιορίζεται ως εγγενώς πολιτική, δεδομένου ότι καλείται να
διερευνήσει και να αποδομήσει τις φυσικοποιημένες αλήθειες που διασχίζουν τη
μαθηματική εκπαίδευση, να αναλύσει τις κυρίαρχες πρακτικές που κατασκευάζουν
μύθους και συλλογικά φαντασιακά, να επεξεργαστεί νέες ερμηνείες και να
επιχειρήσει την επανοηματοδότηση των πραγμάτων. Επιπλέον ο πολιτικός χαρακτήρας
της έρευνας συνδέεται με την επιτελεστική της λειτουργία: τα αποτελέσματά της
καθορίζουν τις κοινωνικές πρακτικές που σχετίζονται με τη μαθηματική εκπαίδευση
την ίδια στιγμή που αποκλείουν άλλες δυνατότητες. Η παρούσα εργασία εστιάζει
στα ζητήματα τα οποία συγκροτούν τη φυσιογνωμία του κοινωνικοπολιτικού
ρεύματος, που πλέον είναι διακριτό στο πλαίσιο της Διδακτικής των Μαθηματικών.
Η κρίσιμη εναλλακτική ιδέα για τη μαθηματική εκπαίδευση εδράζεται στη
γενικότερη σύλληψη του χώρου της εκπαίδευσης όχι απλώς ως πεδίου μεταβίβασης
της γνώσης αλλά, κυρίως, ως πεδίου διακυβέρνησης του παιδιού, του έφηβου, του
ενήλικου. Ο μαθητής δεν «ακούει» απλώς, ούτε συμμετέχει απλώς σε μαθησιακές
δραστηριότητες κυρίως επιτελεί. Γεγονός που σημαίνει ότι επαναλαμβάνει, και
διαρκώς επαναλαμβάνει κανόνες και τελετουργικά, τα οποία τον μαθαίνουν -μαζί με
τα μαθηματικά- τρόπους να σκέφτεται και να συμπεριφέρεται, να ερμηνεύει τα
πράγματα και να κατανοεί τον κόσμο. Στο πλαίσιο αυτό ταξινομήσεις και
κατηγορίες που αφορούν διδάσκοντες και διδασκόμενους καθώς και αδιαμφισβήτητες
«αλήθειες» σχετικά με την ικανότητα, τη νοημοσύνη, την αριστεία, τη σχολική
«επιτυχία» και «αποτυχία» τίθενται εκ νέου υπό διερεύνηση. Ούτε καν η
«σημαντικότητα» των μαθηματικών και η θέση που αυτά κατέχουν στο σχολικό
πρόγραμμα δεν παραμένουν εκτός συζήτησης. Συγχρόνως ιδιαίτερο βάρος αποδίδεται
στη μελέτη των επιπτώσεων των νεοφιλελεύθερων εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων που
υπάγουν τη γνώση στην επιχειρησιακή λογική και μετατρέπουν την εκπαίδευση σε
εμπόρευμα. Τα μαθηματικά, σε μια περίοδο που η μέτρηση και η σύγκριση γίνονται
σημαντικά πολιτικά εργαλεία διακυβέρνησης, καλούνται να παίξουν έναν ιδιαίτερο
ρόλο. Το κοινωνικοπολιτικό ρεύμα στη Διδακτική των Μαθηματικών αξιοποιεί τις
σύγχρονες θεωρήσεις για να κατασκευάσει νέες ερευνητικές μεθοδολογίες και να
προβάλλει εναλλακτικές ερμηνείες και νοηματοδοτήσεις.
(EL)
In 2000 Lerman speaks about the social turn in Mathematics Education which he
defines as the “ the emergence into the mathematics education research
community of theories that see [mathematical] meaning, thinking and reasoning
as products of social activity». Ever since, the concept of “social” is no
longer understood as the mere interaction among cognitive objects or the
development of “social” research perspectives in the framework of humanistic or
democratic views. New views appear, most importantly the poststructural and
psychoanalytical –mainly lacanian- that converse with the critical current that
already had identified the issue of equity and antiracism in mathematics
education. The research now is being identified as an inherently political
research, since it is called to look into and deconstruct the physicalized
truths found across the mathematics education spectrum, analyze the dominant
practices that construct myths and collective phantasies, and work on new
interpretations in an attempt to assign new meanings to things. Furthermore,
the political nature of this research is connected to its performative
function: its findings define the social practices that are linked to
mathematics education, while at the same time they exclude other possibilities.
The present paper focuses on issues constituting the profile of the
sociopolitical trend of thought that can now be clearly identified in the
framework of Mathematics Education. The critical alternative concept of
mathematics education is based on a general perception of the education space
not as a field where merely knowledge is transmitted but most importantly as a
field where children, adolescences and adults are governed. The student does
not just “listen” nor does she just participate in educational activities but
she mainly performs. This means that she repeats and continues to repeat rules
and rituals that teach her –along with mathematics- of ways to think and
behave, to interpret things and understand the world. In this framework
classifications and categories concerning teachers and students, and undeniable
“truths” concerning ability, intelligence, excellence and school “success” are
being reexamined. And it should be noted that this reexamination does not
exclude the “importance” of mathematics and their position in the curriculum.
Simultaneously, there is an intense focus on the effects of neoliberal
educational reforms that reduce knowledge to a corporate logic and transform
education into a commodity. At a time when metrics and comparisons are turned
into important political tools of governing, mathematics are called to play an
important role. The sociopolitical trend in the teaching of mathematics brings
into play the contemporary views in order to construct new research
methodologies and highlight alternative interpretations and meanings.
(EN)