Η παρούσα διπλωματική εξετάζει τον θεσμό της εκχώρησης απαιτήσεων στα πλαίσια του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου και ιδίως την Πρόταση Κανονισμού [COM 2018/096] για το εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα της εκχώρησης. Η εργασία διαρθώνεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος πραγματεύεται τη συστηματική παρουσίαση του θεσμού της εκχώρησης (έννοια, διάκριση από συγγενείς θεσμούς, ιστορική αναδρομή, σημασία) και τις πηγές ρύθμισης αυτού στο πεδίο του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου με έμφαση στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 593/2008 (Ρώμη I), (άρθρο 14), ενώ γίνεται και μια σύντομη αναφορά στο καθεστώς που ίσχυε στην Ελλάδα προ της Σύμβασης της Ρώμης της 19ης Ιουνίου 1980 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές και του Κανονισμού Ρώμη I. Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται η προσέγγιση ενός ειδικότερου ζητήματος της εκχώρησης στο ιδ.δ.δ., αυτό του εφαρμοστέου δικαίου στα έναντι τρίτων αποτελέσματα της εκχώρησης. Να σημειωθεί πως τόσο στη Σύμβαση της Ρώμης του 1980 όσο και στον Κανονισμό Ρώμη I, που τη διαδέχθηκε, δεν υπάρχει κανόνας σύγκρουσης επί του ζητήματος. Έτσι, κατ’ αρχάς παρουσιάζεται η αντιμετώπιση του κενού από τη νομολογία διαφόρων κρατών μελών, η επιβεβαίωση αυτού από τη νομολογία του ΔΕΕ, ενώ προτείνονται και απόψεις για την κάλυψη του κενού στην Ελλάδα. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η Πρόταση Κανονισμού [COM 2018/096], που καλείται να καλύψει το ανωτέρω κενό, και οι σημαντικότερες ρυθμίσεις αυτής. Η λύση που ακολουθείται στην Πρόταση είναι η εξής: η ύπαρξη ενός γενικού κανόνα, ο οποίος βασίζεται στο συνδετικό στοιχείο της συνήθους διαμονής του εκχωρητή. Η πρόβλεψη ορισμένων εξαιρέσεων από τον γενικό κανόνα, οι οποίες θα διέπονται από το δίκαιο της εκχωρηθείσας απαίτησης. Και η πρόβλεψη περιορισμένης δυνατότητας επιλογής δικαίου σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως στις τιτλοποιήσεις. Γενικά εκτιμάται ότι η υιοθέτηση της Πρότασης του Κανονισμού, θα δώσει νέα ώθηση στην περαιτέρω ανάπτυξη ορισμένων αγορών, όπως η πρακτορεία ή η τιτλοποίηση απαιτήσεων, με αποτέλεσμα και την περαιτέρω ενίσχυση της κοινής ενωσιακής αγοράς.
(EL)
This thesis examines the institution of assignment of claims in the context of private international law as well as the Proposal for a Regulation [COM 2018/096] on the law applicable to the third-party effects of assignments of claims. The thesis is divided into two parts. The first part deals with the systematic presentation of the institution of assignment (concept, distinction from related institutions, historical background, significance) and the sources of its regulation in the field of private international law with emphasis on Regulation (EC) No. 593/2008 (Rome I), (Article 14). A brief reference to the regime in force in Greece before the Rome Convention of 19 June 1980 on the law applicable to contractual obligations and Regulation Rome I is also made. In the second part, an attempt is made to approach a more specific issue of the assignment in the context of private international law, i.e. the applicable law to the third-party effects of the assignment. It should be noted that both Rome Convention and its successor, Rome I Regulation, do not have a conflict-of-laws rule about the issue. Therefore, firstly, it is presented the treatment of the gap by the case-law of different Member States, its confirmation by the case-law of CJEU, while solutions for the filling of the gap in Greece are also proposed. Secondly, the Proposal for a Regulation [COM 2018/096] is elaborated. The solution followed in the Proposal is: the provision of a general rule, which is based on the connecting factor of the habitual residence of the assignor. The provision of certain exceptions to the general rule, which will be governed by the law of the assigned claim. And the provision of a limited choice-of-law-rule in specific cases, such as securitizations. It is generally estimated that the adoption of the Proposal for a Regulation on the law applicable to the third-party effects of assignments of claims will give a new impetus for the further development of certain markets, such as factoring or securitization of receivables, resulting in the further strengthening of the common EU market.
(EN)